Του Γιώργου Παυλόπουλου
Με τον Ντόναλντ Τραμπ ποτέ κανείς δεν πλήττει. Ούτε μπορεί να είναι βέβαιος τι θα συμβεί την επόμενη ώρα ή θα ξημερώσει την επόμενη ημέρα. Ούτε τολμά να κάνει προβλέψεις. Από αυτή τουλάχιστον την άποψη, η παρουσία του στον Λευκό Οίκο έχει μεγάλο ενδιαφέρον και, αναμφίβολα, θα μείνει στην ιστορία.
Όμως, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής βρίσκεται καθημερινά στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος όχι εξαιτίας της ιδιοσυγκρασίας του, αλλά επειδή ως ηγέτης της μοναδικής πραγματικά παγκόσμιας υπερδύναμης εμπλέκεται σε όλα τα μεγάλα θέματα που αφορούν στον πλανήτη. Όπως είναι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, όπου η καταγγελία της Συνθήκης των Παρισίων δεν αφήνει πολλές ελπίδες στην υπόλοιπη ανθρωπότητα. Ή το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που κινδυνεύει να γίνει πάλι ανεξέλεγκτο και επικίνδυνο μετά την καταγγελία της συμφωνίας του 2015. Φυσικά και το παγκόσμιο εμπόριο, που εισέρχεται ταχύτατα σε πολεμική περίοδο, όπως δείχνει και ο τορπιλισμός της συνόδου κορυφής της G7.
Άγνωσται αι βουλαί...
Τώρα, μετά από όλα αυτά, έρχεται η σειρά της Βόρειας Κορέας. Η συνάντηση που θα έχουν τα ξημερώματα της Τρίτης (ώρα Ελλάδας) στη Σιγκαπούρη ο Τραμπ με τον Κιμ Γιονγκ-ουν θα δώσει, αναμφίβολα, ένα στίγμα για το εάν και κατά πόσο μπορούν, επιτέλους, τα δισεκατομμύρια των... κοινών θνητών να περιμένουν μια θετική είδηση. «Ο ξεμωραμένος συναντά τον μικρό πυραυλάνθρωπο», έγραφε ο τίτλος του σχετικού ρεπορτάζ στην ιστοσελίδα της αμερικανικής εφημερίδας Washington Post, που θύμιζε τους χαρακτηρισμούς που είχαν αποδώσει πριν μερικούς μήνες οι δύο συνομιλητές ο ένας στον άλλο.
Για την ώρα, πάντως, αυτό που κυριαρχεί είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό, αναφορικά με τις πραγματικές επιδιώξεις των δύο πλευρών από την πρώτη στην ιστορία πρόσωπο με πρόσωπο επίσημη συνάντηση ανάμεσα σε ηγέτες των ΗΠΑ και της Βόρειας Κορέας. Αλλά και απόλυτη ασάφεια για τα θέματα που θα θέσουν και πώς, καθώς και την τακτική που προτίθενται να ακολουθήσουν.
«Θα ξέρω από το πρώτο κιόλας λεπτό εάν είναι να συμβεί κάτι καλό», ισχυρίστηκε ο Τραμπ το Σάββατο, αναφερόμενος στην πολυαναμενόμενη συνάντηση. «Είναι το ένστικτο και η διαίσθησή μου. Αυτό κάνω πάντα», πρόσθεσε -ενώ στη συνέχεια επανήλθε στη σκληρή ρητορική: «Δεν θα έχει ξανά αυτή την ευκαιρία. Δεν θα είμαι ποτέ ξανά εκεί. Αν κοιτάξει κανείς την ιστορία, ελάχιστοι άνθρωποι είχαν ποτέ μια τέτοια ευκαιρία», διεμήνυσε προς τον συνομιλητή του.
Κλειδί τα πυρηνικά
Αναμφίβολα, το μείζον ζήτημα αφορά το πυρηνικό οπλοστάσιο της Πιονγκγιάνγκ. Αξίζει να σημειωθεί ότι φραστικά και οι δύο πλευρές έχουν θέσει ως στόχο τους την πλήρη αποπυρηνικοποίηση -όμως, είναι φανερό ότι εννοούν διαφορετικά πράγματα. Η αμερικανική πλευρά, όπως είχε... μαρτυρήσει ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Τζον Μπόλτον τον περασμένο μήνα, έχει κατά νου να προτείνει στους Βορειοκορεάτες ένα μοντέλο τύπου Λιβύης. Μόνο που ο Κιμ είναι παντελώς αδύνατο να το αποδεχτεί, ειδικά μετά την τύχη που είχε ο Μουαμάρ Καντάφι, ο οποίος εγκατέλειψε μονομερώς το πυρηνικό του πρόγραμμα το 2003 και λιγότερο από μια δεκαετία αργότερα, δηλαδή το 2011 και αφού για καναδυό χρόνια είχε υπάρξει εταίρος της Δύσης, εκτελέστηκε.
Είναι βέβαιο, επίσης, ότι η τελική έκβαση αυτού του παζαριού θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από τις διαθέσεις δύο ακόμη ισχυρών «παικτών» στην Κορεατική Χερσόνησο. Αφενός της Κίνας, η οποία είναι το μεγάλο, αν όχι μοναδικό, στήριγμα του καθεστώτος των Κιμ μετά την εκεχειρία του 1953. Και αφετέρου της Ρωσίας, η οποία έχει αρχίσει να ενδιαφέρεται και πάλι έντονα -μάλιστα, ο Βορειοκορεάτης ηγέτης έχει ήδη λάβει πρόσκληση για επίσκεψη στο Μόσχα από τον Σεργκέι Λαβρόφ.
Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο ότι ο Τραμπ θα απαιτήσει πολύ περισσότερα από τον Κιμ σε σύγκριση με ό,τι πήραν οι ΗΠΑ με τη συμφωνία του 2015 για το Ιράν, από την οποία τώρα έχουν αποχωρήσει, επιβάλλοντας εκ νέου κυρώσεις και εκβιάζοντας και τους Κινέζους και τους Ρώσους και τους Ευρωπαίους. Κι αυτό θα είναι πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτό. Ειδικά καθώς η υπερδύναμη αποδεικνύεται αλαζονική, ελάχιστα διαλλακτική και δημιουργεί διαρκώς νέους αντιπάλους -ακόμη και από τις τάξεις των πιστόρερων και πιο παραδοσιακών της συμμάχων, όπως είναι η ΕΕ και ο Καναδάς.
AP Photo/Wong Maye-E