Στη Σύνοδο που οργανώθηκε από τις ΗΠΑ και πραγματοποιήθηκε την 26 Απριλίου στην Αμερικανική Αεροπορική Βάση στο Ramstein στη Γερμανία με τη συμμετοχή 40 χωρών, προκειμένου να υποστηριχθεί το Κίεβο με νέα οπλικά συστήματα και «βαρέα μέσα», ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν δήλωσε ότι πιστεύει ότι η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει με τη βοήθεια της λεγόμενης Δύσης τον πόλεμο απέναντι στη Ρωσία.
Προσέθεσε μάλιστα με περίσσια ειλικρίνεια ότι στόχος της Ουάσιγκτον με την υποστήριξη της στην Ουκρανία είναι να αποδυναμώσει τη Ρωσία. Παράλληλα έσπευσε να καταστήσει εμφατικά σαφές ότι η συγκεκριμένη Σύνοδος δεν τελεί υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ προκειμένου να μην φανεί ότι επρόκειτο περί πρωτοβουλίας της Ατλαντική Συμμαχία κάτι που θα παρουσιαζόταν ως σημαντική κλιμάκωση από μέρους της και εμφανής πλέον εμπλοκή.
Αυτή η δήλωση του Αμερικανού ΥΠΑΜ, και με δεδομένη τη μέχρι ενός σημείου δικαιολογημένη ευφορία για τον επιτυχή αμυντικό αγώνα της 1ης φάσης της εισβολής στα περίχωρα του Κιέβου, πυροδότησε έναν νέο κύκλο συζητήσεων για το πόσο εφικτή είναι μία νίκη των Ουκρανών απέναντι στους Ρώσους που απρόκλητα εισέβαλαν στη χώρα τους τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου. Πρέπει να πούμε ότι σε έναν πόλεμο τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί αλλά το πιο βασικό είναι ότι η ιστορία βρίθει παραδειγμάτων από πολέμους όπου ουσιαστικά δεν υπήρξε κάποιος νικητής.
Ας εξετάσουμε πρώτα απ' όλα το πώς θα μπορούσαμε λοιπόν να ορίσουμε τη νίκη για τους Ουκρανούς και μετά θα επιχειρήσουμε να δούμε κατά πόσο αυτή η νίκη είναι εφικτή.
Ο πόλεμος κατά τον Κλαούζεβιτς είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα. Τον πόλεμο τον επέβαλε η Ρωσία η οποία διατηρεί την πρωτοβουλία σε πολιτικό, στρατηγικό και επιχειρησιακό-τακτικό επίπεδο και είναι αυτή που επιδιώκει να υλοποιήσει πολιτικούς σκοπούς με την επιβολή της θέλησης της στην Ουκρανία με όσο το δυνατόν μικρότερο κόστος.
Το πρώτο πράγμα που επισημαίνεται είναι ότι για να δημιουργηθούν συνθήκες μίας νίκης της Ουκρανίας θα πρέπει αυτή πρώτα απ’ όλα να εμποδίσει τη Ρωσία να επιβάλει τη θέληση της αποτυγχάνοντας στους πολιτικούς σκοπούς που έχει θέσει. Αυτό σημαίνει ότι η Ουκρανία σε πρώτο χρόνο θα πρέπει να απορροφήσει τη ρωσική επιθετική ισχύ στη «Μάχη της Ανατολικής Ουκρανίας» και να την αναχαιτίσει μην επιτρέποντας περαιτέρω εδαφικά κέρδη για τη Μόσχα.
Σε δεύτερο χρόνο να αναλάβει την πρωτοβουλία που τώρα δεν διαθέτει και με επιθετική επιστροφή να απωθήσει όλες τις ρωσικές δυνάμεις από τα εδάφη που έχουν καταλάβει κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων από την 24η Φεβρουαρίου και μετά των οποίων η έκταση είναι περίπου όση της Ελλάδος αλλά και να επανακτήσει τις αποσχισθείσες από το 2014 περιοχές στην Περιφέρεια Ντόνμπας ως ιδεατή εξέλιξη. Δεν αναφερόμαστε στην Κριμαία καθόσον εκεί η κατάσταση δεν αλλάζει και είναι εντελώς διαφορετική.
Τα κέρδη της Ρωσίας στην Ανατολική Ουκρανία όμως δεν αμφισβητούνται. Υπάρχει πλέον ένας παραθαλάσσιος διάδρομος στη θάλασσα του Αζόφ που συνδέει την Κριμαία μέσω της Χερσώνας και της Μαριούπολης με το Ντονμπάς και από εκεί με τη Ρωσία. Αυτός ο διάδρομος στερεί από την Ουκρανία πρόσβαση στην Αζοφική και ένα σημαντικό λιμάνι από όπου εξάγονται γύρω στο 50% των βιομηχανική, μεταλλευτικών και γεωργικών προϊόντων της. Οι ρωσικές δυνάμεις όπως εξηγήσαμε και στο άρθρο μας της 21 Απριλίου, επιχειρούν να προχωρήσουν δυτικά του Ντονμπάς και με υπερκέραση να εγκλωβίσουν τις τακτικές δυνάμεις του ουκρανικού στρατού που μάχονται στην Ανατολική Ουκρανία και εκτιμάται ότι αριθμούν περί τις 50.000 στρατιώτες.
Το πρώτο ζητούμενο λοιπόν για τους Ουκρανούς είναι να σταματήσει η αναμφίλεκτα αργή αλλά σταθερή προχώρηση των ρωσικών μονάδων και η αποφυγή περικύκλωσης τους. Μπορούν; Με ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσαν αλλά αυτό εκτιμάται ως εξαιρετικά δυσχερές.
Η μάχη της Ανατολικής Ουκρανίας θα κριθεί από τις δυνάμεις που μάχονται εκεί με τα μέσα που διαθέτουν τώρα και τις επόμενες 3-4 εβδομάδες. Τα άρματα μάχης, πυροβόλα, τεθωρακισμένα οχήματα διαφόρων τύπων, αντιαεροπορικά και άλλα βαριά όπλα με τα πυρομαχικά τους που προετοιμάζονται για να αποσταλούν στην Ουκρανία θα είναι επιχειρησιακά έτοιμα μετά από πολλές εβδομάδες και μάλλον μήνες για να χρησιμοποιηθούν στο πεδίο. Επειδή θα υπάρχει πανσπερμία υλικών και διαφόρων τύπων θα υπάρχουν σοβαρά προβλήματα στη διαλειτουργικότητα τους και στην τεχνική τους υποστήριξη που θα πρέπει να επιλυθούν πριν εξοπλίσουν τις μονάδες του ουκρανικού στρατού.
Ένας εξαιρετικός Αμερικανός Αναλυτής, o απόστρατος Αντισυνταγματάρχης Ντάνιελ Ντέιβις σχολιαστής σε μεγάλα αμερικανικά ειδησεογραφικά κανάλια όπως το Fox News, CNN, CNBC αλλά και στο BBC, εκτιμά ότι ναι μεν φαίνεται αυτονόητο ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να νικήσει τη Ρωσία εάν η Δύση παρείχε μεγάλο αριθμό αρμάτων μάχης στο μέτωπο αρκετά γρήγορα αλλά οι δυσκολίες και οι προκλήσεις της πολεμικής πραγματικότητας καθιστούν ένα τέτοιο αποτέλεσμα εξαιρετικά απίθανο. Στο καλύτερο σενάριο για την Ουκρανία είναι ότι θα χρειαζόταν περίπου ένα έτος για να μπορέσει να δημιουργήσει ισχυρές και αξιόμαχες τεθωρακισμένες μονάδες ώστε να εκδιώξει τον ρωσικό στρατό από τα ουκρανικά εδάφη που πλέον κατέχει.
Εξηγώντας το γιατί, ο κ. Ντέιβις επισημαίνει κατ' αρχήν την έλλειψη στρατηγικής εφεδρείας (κάτι που επανειλημμένα έχουμε επισημάνει στη σχετική αρθρογραφία μας εδώ στο Liberal) και την ανάγκη για μία εξ αρχής ολιστική εκπαίδευση στρατιωτών, αξιωματικών και διοικητών. Πώς όμως θα συγκεντρωθούν νέες δυνάμεις για μία εξ αρχής εκπαίδευση όταν ολόκληρος ο ουκρανικός στρατός βρίσκεται τώρα μπεπλεγμένος σε μάχες; Εδώ εμείς θα προσθέταμε ότι τα άρματα μάχης δεν είναι Α/Τ όπλα όπου με μία ολιγοήμερη εκπαίδευση άντε και μία βολή μπορεί να σταλθεί ο χειριστής στην μάχη.
Μετά την ατομική εκπαίδευση, απαιτείται συλλογική πληρώματος, τακτική εκπαίδευση σε επίπεδο Ουλαμού, Ίλης, Επιλαρχίας και τέλος σε επίπεδο Ταξιαρχίας. Απαιτείται ίσως και ένας χρόνος για κάτι τέτοιο. Εκτός και αν όπως είπε ο Αμερικανός ΑΓΕΕΘΑ (Πρόεδρος του Μικτού Επιτελείου) Στρατηγός Μαρκ Μιλλέι στην Αμερικανική Βουλή αναμένεται όντως μακροχρόνιος πόλεμος και αυτά τα οπλικά συστήματα που δίνονται σήμερα στην Ουκρανία αφορούν στο μακρό… μέλλον.
Μία καθοριστική απάντηση στον ερώτημα του τίτλου είναι δυστυχώς επισφαλής. Αυτό που θα τολμούσαμε όμως να πούμε είναι ότι για να έχουμε μία καταφατική απάντηση θα πρέπει η Ουκρανία να πετύχει όλα αυτά που προσδιορίσαμε στην τρίτη παράγραφο αυτού του κειμένου. Και …όλα αυτά για να επιτευχθούν με τις παρούσες συνθήκες, με την καθημερινή βελτίωση των ρωσικών θέσεων και με τις πυραυλικές προσβολές «απαγόρευσης» στην κεντρική και δυτική Ουκρανία σε συνδυασμό με την έλλειψη στρατηγικών εφεδρειών και με τις σημαντικές απώλειες (ευνόητο είναι ότι δεν έχουν μόνον οι Ρώσοι απώλειες) είναι εξαιρετικά δυσχερές.
Μπορεί κάποιος «ευσεβοποθιστικά» να σκεφθεί ότι αφού οι ΗΠΑ «ηττήθηκαν» στο Βιετνάμ ή στο Αφγανιστάν και στην ίδια χώρα και η Σοβιετική Ένωση, γιατί να μην συμβεί το ίδιο τώρα και με τη Ρωσία στην Ουκρανία. Θα αντιπαραθέσουμε σε αυτήν την υπεραπλουστευμένη προσέγγιση δύο στοιχεία. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Σοβιετική Ένωση δεν ηττήθηκαν στρατιωτικά στο πεδίο αλλά απέτυχαν να επιβάλουν τους πολιτικούς σκοπούς που είχαν θέσει και παράλληλα το κόστος του συνεχιζόμενου πολέμου γινόταν δυσβάσταχτο. Απλά οι αντίπαλοι τους κέρδισαν αφού κατόρθωσαν να μην…. ηττηθούν.
Εδώ όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο Πούτιν και το «siloviki» του φαίνεται ότι μπορεί να εγκατέλειψαν ως πολιτικό σκοπό του πολέμου την ανατροπή της πολιτικής καθεστηκυίας τάξης στο Κίεβο («αποναζιστικοποίηση» την ονόμασε). Εμμένουν όμως στον πολιτικό σκοπό της … «απελευθέρωσης» του Ντόνμπας και της Ανατολικής Ουκρανίας, στην ουσία στον ακρωτηριασμό της Ουκρανίας με τα ήδη σημαντικά κέρδη στο πεδίο και στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη καταστροφή των ουκρανικών δυνάμεων που θα του δώσει την ευκαιρία για να μιλήσει για «αποστρατικοποίηση» ως τον δεύτερο πολιτικό σκοπό που έθεσε με εκείνο το ιταμό διάγγελμα του τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου.
* Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Γεωστρατηγικός Αναλυτής και Εκτελεστικός Διευθυντής στο «Παρατηρητήριο Ευρωμεσογειακής Ασφάλειας και Συνεργασίας»