Για«πλημμύρα» απειλών εναντίον της ομοσπονδιακής αστυνομίας μετά την έρευνά της τον περασμένο μήνα σε κατοικία του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ κάνουν λόγο αμερικανοί γερουσιαστές.
«Έχω πει πολλές φορές ότι η βία εναντίον των δυνάμεων επιβολής της τάξης δεν είναι ποτέ —ποτέ— αποδεκτή, ανεξαρτήτως ιδεολογίας ή κινήτρου», δήλωσε ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ντικ Ντέρμπιν, πρόεδρος της επιτροπής δικαστικών υποθέσεων.
«Αλλά ιδού η πραγματικότητα: τον περασμένο μήνα, μετά την έρευνα του FBI στο Μαρ-α-Λάγκο, την κατοικία του Ντόναλντ Τραμπ, η ομοσπονδιακή αστυνομία βρέθηκε αντιμέτωπη με πλημμύρα απειλών εναντίον των εργαζομένων της και των κτιρίων της, και οι απειλές αυτές ενθαρρύνθηκαν από τον πρώην πρόεδρο και συμμάχους του», συνέχισε.
Η Γερουσία ψήφισε —«ομόφωνα»— κείμενο που καταδικάζει τις απειλές, καταγράφοντας εν παρόδω σχόλια ορισμένων Ρεπουμπλικανών αιρετών στο Κογκρέσο, που κάλεσαν να «σταματήσει η χρηματοδότηση» του FBI, ή συνέκριναν την έρευνα με «ενέργειες της Γκεστάπο», της διαβόητης ασφάλειας της ναζιστικής Γερμανίας.
Την 8η Αυγούστου, το FBI προχώρησε σε έρευνα στην κατοικία του Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα και στην κατάσχεση μεγάλου αριθμού διαβαθμισμένων εγγράφων που ο Ρεπουμπλικάνος δεν είχε παραδώσει αφού εγκατέλειψε τον Λευκό Οίκο, παρότι του ζητήθηκε επανειλημμένα.
Ομοσπονδιακοί ερευνητές υποπτεύονται πως ο κ. Τραμπ παραβίασε την αμερικανική νομοθεσία περί κατασκοπείας, οι διατάξεις της οποίας για τα διαβαθμισμένα έγγραφα είναι εξαιρετικά αυστηρές.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, που φλερτάρει ολοένα πιο ανοικτά με την ιδέα να θέσει ξανά υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές του 2024, χαρακτήρισε «παράνομη και αντισυνταγματική» την έρευνα στο σπίτι του και είπε επανειλημμένα πως μπήκε στο στόχαστρο των αρχών για πολιτικούς λόγους.
Μετά την επιχείρηση αυτή, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Έρευνας και το υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας έκαναν λόγο περί ραγδαίας αύξησης των απειλών και των βίαιων ενεργειών εναντίον μελών της ομοσπονδιακής αστυνομίας.
Την 11η Αυγούστου, ένοπλος 42 ετών προσπάθησε για παράδειγμα να εισβάλει διά της βίας στα γραφεία του FBI στο Σινσινάτι, στην πολιτεία Οχάιο, αφού απηύθυνε «κάλεσμα στα όπλα» μέσω του ιστότοπου κοινωνικής δικτύωσης που ίδρυσε ο Ντόναλντ Τραμπ, του Truth Social. Ο άνδρας, ο οποίος σκοτώθηκε από τις δυνάμεις επιβολής της τάξης, θεωρούσε πως έπρεπε να «αντιδράσει με βία» στην έρευνα που έγινε στο σπίτι του Ντόναλντ Τραμπ, ήθελε να «πυροβολήσει πράκτορες του FBI».
Το κείμενο που υιοθετήθηκε από τη Γερουσία αναφέρεται και σε άλλες προσπάθειες εκφοβισμού, όπως η απειλή να τοποθετηθεί «βρόμικη βόμβα», κατασκευασμένη με κλεμμένα ραδιενεργά υλικά, μπροστά στην έδρα του Ομοσπονδιακού Γραφείου Έρευνας, ή ακόμη σε εκκλήσεις για «εμφύλιο πόλεμο» και «ένοπλη εξέγερση».
Τονίζει επίσης τις «επανειλημμένες επιθέσεις του πρώην προέδρου ο οποίος, μεταξύ άλλων ύβρεων, χαρακτήρισε μέλη του FBI ‘διεφθαρμένα τέρατα’».
Η ομάδα του κ. Τραμπ δεν απάντησε αμέσως όταν της ζήτησε σχόλιο το Γαλλικό Πρακτορείο.