Ίσως είναι δύσκολο να βρει κάποιος ιστορικό διάστημα - μετά τη δεκαετία του 1930- κατά το οποίο να έχουν εξαπολυθεί τόσες δυνάμεις αναθεωρητισμού της διεθνούς έννομης και συνοριακής τάξης και να έχουν συγκεντρωθεί τόσα και τόσο μαύρα σύννεφα πάνω από τον ουρανό ενός πλανήτη που έχει ήδη αρχίσει να αναπολεί με νοσταλγία τα ¾ αιώνα τα οποία έζησε σε σχετικώς ειρηνικό κλίμα, πρωτίστως στο αναπτυγμένο τμήμα του.
Δυστυχώς δε τη στιγμή αυτή η Δύση δεν είναι απλώς διχασμένη ως προς την ακολουθητέα συνταγή για την αντιμετώπιση της κυριότερης απειλής που αντιμετωπίζει, δηλαδή του αιμοσταγούς «νεοτσάρου» και του εδαφικού αναθεωρητισμού του, ο οποίος μάλιστα υποκρύπτει και προσπάθεια εξάλειψης κάθε δημοκρατικού αντι-παραδείγματος στις παρυφές της αχανούς πατρίδας του. Με τους μεν εκ των Δυτικών να θεωρούν απαραίτητο να αφεθεί στο ημι-ολοκληρωτικό καθεστώς της Ρωσίας μια οδός ή μια γέφυρα οπισθοχώρησης, ένα περιθώριο συμβιβασμού, και τους δε να θεωρούν πως τώρα είναι η μεγάλη ευκαιρία για να δοθεί το αποφασιστικό χτύπημα σε ό,τι ο Μαρξ αποκαλούσε «η ανατολική βαρβαρότητα».
Τη στιγμή αυτή -επιπρόσθετα της απουσίας ενιαίας γραμμής- η Δύση δεν διαθέτει καν την ηγεμονική δύναμη η οποία θα την καθοδηγεί με αποφασιστικότητα και συνεκτικότητα στην εφαρμογή της όποιας πολιτικής αποφασιστεί (αν αποφασιστεί κάποια): Είναι περίπου βέβαιο πως από τον Νοέμβριο οι ΗΠΑ δεν θα διαθέτουν απλώς ρεπουμπλικάνικη πλειοψηφία στο Κογκρέσο, πιθανότατα και στα δύο σώματά του, αλλά πλειοψηφία σκληρών τραμπικών. Ο δε, Μπάιντεν δεν θα είναι απλώς αποδυναμωμένος παίκτης, αλλά ένας πολιτικός ηγέτης που θα ακούει το ρολόι της αντίστροφης μέτρησης, καθιστάμενος κάθε μέρα που θα περνάει όλο και πιο αδύναμος. Το Ηνωμένο Βασίλειο, από την πλευρά του, ο δεύτερος μεγάλος του αγγλοσαξονικού κόσμου, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα μπορέσει να διατηρήσει για πολύ ακόμη το πρώτο συνθετικό του ονόματός του και πάντως θα είναι πολύ στραμμένο στα εσωτερικά προβλήματά του για να μπορεί να έχει σοβαρό διεθνή ρόλο. (Πέραν του ότι στον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου, η στάση του προκάλεσε μια σειρά από αρνητικές παρενέργειες). Ισπανία και Βέλγιο επίσης αγωνιούν για τη διατήρηση της συνοχής τους. Η Ιταλία, ως προς την κυβερνησιμότητά της, εξαρτάται από την πολιτική ισορροπητική ικανότητα ενός τραπεζίτη. Τέλος η Γαλλία –παρά την ύπαρξη ενός θεσμικού συστήματος φτιαγμένου για να διασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα- βρίσκεται πλέον στο χειρότερο ως προς το σημείο αυτό σημείο των πολλών τελευταίων δεκαετιών της ιστορίας της. Πολύ χειρότερο από αυτό στο οποίο την οδήγησε το 1986 με την απλή αναλογική του ο Φρανσουά Μιτεράν.
Ως προς τη Γαλλία ειδικότερα: Ο Μακρόν πλέον θα αναγκαστεί να αναζητεί περιστασιακές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες για να περνάει κάποια άτολμα νομοσχέδια, αλλά ακόμη και αυτές δεν θα είναι πάντα δεδομένο πως θα τις βρίσκει. Ακόμη δυσκολότερη θα είναι η εξεύρεση κυβερνητικών συμμάχων ικανών να του προσφέρουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία (η οποία ούτως ή άλλως θα είναι εύθραυστη και κλυδωνιζόμενη: οι Γάλλοι δεν έχουν την πολιτική κουλτούρα των Γερμανών): Οι 25 σοσιαλιστές βουλευτές δεν φτάνουν, στους οικολόγους είναι ισχυρή η αριστερίστικη τάση της Κριστίν Ρουσώ, ενώ οι μεγάλες φιγούρες των Republicains –εν πολλοίς κυριαρχούμενων πλέον από τον ακροδεξιό Σιοτί-απέκλεισαν κάθε ενδεχόμενο συγκυβέρνησης με τον πρόεδρο. Κάτι που ουσιαστικά αφήνει ένα μόνο περιθώριο για δημιουργία μιας οριακής προεδρικής πλειοψηφίας στην Εθνική Αντιπροσωπεία: οι Republicains να διασπαστούν και η υπό τον Κοπέ μετριοπαθής τάση τους να δεχθεί να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες από κοινού με τα τρία φιλοπροεδρικά κόμματα (του Μακρόν, του Μπαϊρου και του Φιλίπ), αλλά και τους σοσιαλιστές, στην περίπτωση που οι τελευταίοι απεγκλωβιστούν από τον πνιγηρό εναγκαλισμό του ακροαριστερού Μελανσόν. Το πόσο βιώσιμη θα είναι μια τέτοια συμμαχία και πόσο πολιτική ισχύ θα διασφαλίζει στον πρόεδρο, ώστε αυτός να μπορεί να λειτουργεί ως μεγάλος διεθνής παίκτης ο καθένας μπορεί να το φανταστεί…
Συμπέρασμα: Αυτή τη στιγμή, πιστεύω, ο Πούτιν και οι λοιπές αντιδυτικές δυνάμεις έχουν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν. Ο δυτικός κόσμος, ας μην μαυρίσουμε την ψυχή μας με περαιτέρω αναλύσεις…
*Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του βιβλίου «Ο Εθνικός Διχασμός και η κορύφωσή του. Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ 'ΕΞΙ'. Εξιλασμός ή δικαστικός φόνος;», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη