Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας δήλωσε σήμερα πως ανυπομονεί να επισκεφθεί τη Μόσχα για να συζητήσει την κράτηση του αντιπολιτευόμενου πολιτικού Αλεξέι Ναβάλνι και πως οι κυρώσεις στη Ρωσία για το θέμα αυτό δεν είναι η μοναδική δυνατή απάντηση.
«Δεν είμαστε εναντίον της πίεσης, αλλά η πίεση πρέπει να είναι σταδιακά», δήλωσε ο Μπορέλ σε συνέντευξη στο πρακτορείο Reuters.
«Έχουν υπάρξει κυρώσεις, μπορούν να υπάρξουν περισσότερες κυρώσεις. Αλλά οι κυρώσεις από μόνες τους δεν είναι πολιτική. Οι κυρώσεις είναι ένα εργαλείο, και εκτός από το να επιβάλλεις κυρώσεις, πρέπει να συνεχίσεις να απλώνεις το χέρι και να συζητάς και να εκφράζεις την άποψή σου».
Ο Μπορέλ είπε πως έχει ανοικτή πρόσκληση από τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ να επισκεφθεί τη Μόσχα, και οι τρέχουσες περιστάσεις καθιστούν ένα τέτοιο ταξίδι «πιο αναγκαίο από ποτέ».
Η 27μελής ΕΕ έχει ήδη επιβάλει οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία για την προσάρτηση το 2014 της χερσονήσου της Κριμαίας από την Ουκρανία οι οποίες (κυρώσεις) στοχεύουν τους ρωσικούς τομείς της ενέργειας, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και των όπλων.
Τον Οκτώβριο, η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις σε Ρώσους αξιωματούχους που ανήκουν στο στενό περιβάλλον του Βλαντίμιρ Πούτιν αντιδρώντας στη δηλητηρίαση του Ναβάλνι.
Ο Ναβάλνι υποστηρίζει πως ο Πούτιν ήταν πίσω από τη δηλητηρίασή του τον περασμένο Αύγουστο, εκδοχή που απορρίπτει το Κρεμλίνο. Το Κρεμλίνο υποστηρίζει πως δεν έχει δει αποδεικτικά στοιχεία ότι ο Ναβάλνι δηλητηριάστηκε και πως δεν θα ακούσει τις εκκλήσεις ορισμένων δυτικών χωρών για κυρώσεις λόγω της σύλληψης του Ναβάλνι επειδή η υπόθεσή του είναι εσωτερικό θέμα.
Η Λιθουανία, η Λετονία και η Εσθονία θέλουν η ΕΕ να επιβάλει και άλλες κυρώσεις μετά τη σύλληψη του Ναβάλνι προχθές, Κυριακή, κατά την επιστροφή του στη Ρωσία από τη Γερμανία για πρώτη φορά μετά τη δηλητηρίασή του με αυτό που γερμανικά στρατιωτικά τεστ έδειξαν πως ήταν ένας στρατιωτικού βαθμού νευροτοξικός παράγοντας.
Οι τρεις βαλτικές χώρες θέλουν οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ να συζητήσουν ενδεχόμενες κυρώσεις στην προγραμματισμένη συνάντησή τους την ερχόμενη Δευτέρα.
Αρκετές άλλες χώρες μέλη προειδοποίησαν να μην υπάρξει μια στενή σύνδεση με τη Ρωσία μετά την κατάληψη της Κριμαίας.
Όμως ο Μπορέλ είπε πως τάσσεται υπέρ της άμεσης διπλωματίας με τη Μόσχα.
«Οι κυρώσεις είναι ένα θέμα που κράτη μέλη θα θέσουν στο τραπέζι. Προς το παρόν κανείς δεν το έχει κάνει", είπε. "Όμως την ίδια στιγμή... η διεθνής πολιτική δεν είναι ένα θέμα απόδοσης κατηγοριών, είναι ένα θέμα επιδίωξης λύσεων», είπε.
«Να ανοικοδομηθούν οι διατλαντικές σχέσεις μετά την εποχή Τραμπ»
Στην ίδια συνέντευξη, ο Ζοσέπ Μπορέλ είπε πως ο κόσμος χρειάζεται την αμερικανική ηγεσία στη μάχη εναντίον της COVID-19 και κάλεσε τον εκλεγμένο πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να επιταχύνει τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της πανδημίας έπειτα από τις ευρείες επικρίσεις εναντίον της κυβέρνησης Τραμπ για την αργή απόκρισή της.
Καθώς οι πλούσιες χώρες κλείνουν συμφωνίες για πολύ περισσότερες δόσεις εμβολίων εναντίον του κορονοϊού σε σχέση με τις πιο φτωχές, ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ είπε πως εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες να ξαναπάρουν τη θέση τους ως «κινητήριος δύναμη του πλανήτη» και να βοηθήσουν.
«Ο κόσμος θα αντιμετωπίσει φέτος μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον εμβολιασμό της ανθρωπότητας. Αυτός θα απαιτήσει πολλή αλληλεγγύη, πολλή συνεργασία και ιδιαίτερα πολλούς πόρους», είπε ο Μπορέλ στη συνέντευξή του στο Ρόιτερς.
«Αυτή είναι η πρώτη παγκόσμια κρίση στην οποία έλειψε η αμερικανική ηγεσία και ο κόσμος χρειάζεται την αμερικανική ηγεσία», είπε, δεσμευόμενος για την υποστήριξη της ΕΕ στην Ουάσινγκτον.
Σε μια πανδημία που σκότωσε σχεδόν 400.000 Αμερικανούς και απείλησε την οικονομία των ΗΠΑ, η διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού από τον πρόεδρο Τραμπ επικρίθηκε στο εσωτερικό, αδυνατίζοντας οποιαδήποτε ευρεία διεθνή απόκριση.
Ο Μπορέλ πρότεινε επίσης να ανοικοδομηθούν οι διατλαντικές σχέσεις μετά την εποχή Τραμπ, χαρακτηρίζοντας την προσέγγισή του "Πρώτα η Αμερική" ως καθοδηγούμενη από το Twitter.
«Μόνο με δύο πράγματα, την επιστροφή των ΗΠΑ στη συμφωνία για το κλίμα και στην επανένταξή τους στην πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, ο κόσμος θα είναι πολύ καλύτερος και πιο ασφαλής», είπε ο Μπορέλ κατά την τελευταία ημέρα του Τραμπ στην προεδρία.
«Μετά τη διακυβέρνηση μέσω τουίτ, ίσως μπορούμε να μεταβούμε στη διακυβέρνηση με τη χρήση ενός άλλου τρόπου επικοινωνίας, καθορίζοντας θέσεις και λαμβάνοντας υπόψη τα προβλήματα και τα συμφέροντα των άλλων», είπε ο Μπορέλ από το γραφείο του στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ο Μπορέλ είπε ακόμη πως η Ουάσινγκτον θα κερδίσει χρόνο εάν επανενταχθεί στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν από την οποία αποχώρησε ο Τραμπ το 2018, αντί να επιδιώκει να διαπραγματευθεί μια νέα συμφωνία για τον έλεγχο των εξοπλισμών.
Απαντώντας σε ερώτηση ποια θα είναι τα πρώτα βήματα που θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση Μπάιντεν, ο Μπορέλ είπε: «Να σταματήσει να απειλεί με κυρώσεις όλους όσοι είναι μέρος της οικονομικής σχέσης με το Ιράν».
Οι κυβερνήσεις της ΕΕ, που χαιρέτισαν τη συμφωνία του 2015 χαρακτηρίζοντάς την κρίσιμης σημασίας προκειμένου το Ιράν να μην κατασκευάσει ατομική βόμβα, υποστηρίζουν πως οι ευρείες οικονομικές κυρώσεις του Τραμπ στο Ιράν προκάλεσαν την Τεχεράνη να παραβιάσει τους περιορισμούς που είχε θέσει η συμφωνία.
Ο 73χρονος Ισπανός Μπορέλ, ένας βετεράνος της ευρωπαϊκής πολιτικής, είπε πως θα προσκαλέσει τον υποψήφιο υπουργό Εξωτερικών του Μπάιντεν, Άντονι Μπλίνκεν, σε μια ανεπίσημη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις 4 και 5 Μαρτίου στη Λισαβόνα για μια επανέναρξη της συνεργασίας έπειτα από τέσσερα χρόνια στη διάρκεια των οποίων η κυβέρνηση Τραμπ επιδίωξε να βάλει στην άκρη την Ένωση.
Ο Μπορέλ παρέθεσε άλλα θέματα όπου η Ουάσινγκτον και οι Βρυξέλλες θα μπορούσαν να επιφέρουν αλλαγή, όπως η διαμόρφωση μιας ψηφιακής ρύθμισης, καθώς και για την Κίνα.
Υπεραμύνθηκε της απόφασης της ΕΕ να καταλήξει σε μια συμφωνία επενδύσεων με το Πεκίνο στα τέλη Δεκεμβρίου, προτού αναλάβει τα καθήκοντά του ο Μπάιντεν, λέγοντας ότι δεν πρέπει να θεωρηθεί διπλωματική νίκη από την Κίνα.
«Δεν είμαστε σε έναν μόνιμο ανταγωνισμό (με την Κίνα). Είμαστε την ίδια στιγμή εταίροι, πρέπει να μοιραζόμαστε, να εργαζόμαστε μαζί», είπε.