Στην πλήρη αποδόμηση των τουρκικών επιχειρημάτων και της επιστολής της Άγκυρας στον ΟΗΕ μέσω της οποίας επιχειρήθηκε η έμμεση κατάθεση στον Διεθνή Οργανισμό του κειμένου της Τουρκολυβικής Συμφωνίας και του αντίστοιχου χάρτη που περιλαμβάνει τις μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, προχώρησε η Κύπρος με επιστολή που κατέθεσε στον ΟΗΕ στις 24 Απριλίου.
Στην επιστολή που υπογράφει ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος Ανδρέας Μαυρογιάννης, η Κύπρος αναδεικνύει τον παράνομο τρόπο με τον οποίο η Τουρκία εφηύρε κοινά σύνορα με την Λιβύη επισημαίνοντας ότι το Μνημόνιο είναι τελικά ένα «παράνομο εργαλείο που κατασκευάζει ένα ανύπαρκτο θαλάσσιο σύνορο μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης εις βάρος των δικαιωμάτων και των συμφερόντων τρίτων κρατών». Στην επιστολή επισημαίνεται η προφανής παραβίαση των αρχών του συμβατικού και εθιμικού Δικαίου της Θάλασσας με την «διαγραφή» των νησιών από τον χάρτη , προκειμένου να «αναδιαμορφώσει την γεωγραφία».
Η Λευκωσία επίσης καταγγέλλει το γεγονός ότι η Τουρκία εμφανίζει χάρτη της Κύπρου με την αποσχιστική οντότητα του ψευδοκράτους («ΤΔΒΚ») να εμφανίζεται ως κράτος και προβάλλοντας όλες τις αποφάσεις του ΣΑ του ΟΗΕ και με την επίκληση και αποφάσεων διεθνών δικαστηρίων, επισημαίνει ότι η αποσχιστική οντότητα στην Βόρεια Κύπρο που είναι αποτέλεσμα της τουρκικής επίθεσης και προϊόν κατασκευασμένο από την Τουρκία δεν έχει δικαίωμα ούτε μπορεί να διεκδικήσει δικαιώματα επί των θαλασσίων ζωνών της Κύπρου, κάτι που έχει επικαλεσθεί η Τουρκία για τις παράνομές έρευνες της στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Η Κυπριακή Δημοκρατία μάλιστα καλεί την Τουρκία σε συνομιλίες για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ της Κύπρου και της Τουρκίας, ακόμη και με την σύνταξη συνυποσχετικού για την παραπομπή της οριοθέτησης στην Χάγη. Πρόταση που φυσικά η Τουρκία αρνείται μια και δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και θεωρεί ότι αρκεί η παράνομη συμφωνία που έχει συνάψει με το ψευδοκράτος.
«Σε σχεση με τις επιστολές της 27ης Φεβρουαρίου και της 18ης Μαρτίου 2020 του Μόνιμου Αντιπροσώπου της Τουρκίας προς τα Ηνωμένα Έθνη που απευθύνονται σε εσάς, που περιέχονται στα έγγραφα A/74/727 και A/74/757, αντίστοιχα, θα ήθελα να επαναλάβω ότι η θέση της κυβέρνησής μου σχετικά με τα ζητήματα που τέθηκαν σε αυτήν έχει καταγραφεί σε πολυάριθμες ανακοινώσεις, πιο πρόσφατα στην επιστολή μου της 20ής Ιανουαρίου 2020 (A/74/660-S/2020/50). Η Κυπριακή Δημοκρατία απορρίπτει την πρόσφατη απόπειρα κατάθεσης από την Τουρκία γεωγραφικών συντεταγμένων σχετικά με τα εξωτερικά όρια της υποτιθέμενης υφαλοκρηπίδας της στην Ανατολική Μεσόγειο Θάλασσα, καθώς και την παρουσίαση χάρτη στο έγγραφο A/74/757, το οποίο σαφώς καταπατά τις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου, καθώς και άλλων παράκτιων κρατών της περιοχής.
Αναφέρομαι στην επιστολή μου της 20ής Ιανουαρίου 2020, η οποία περιέχει την απόρριψη της κυβέρνησής μου σε σχέση με τις γεωγραφικές συντεταγμένες που απαριθμούνται σε όλα τα μέρη του παραρτήματος της προαναφερθείσας επιστολής και τη λεπτομερή θέση της όσον αφορά τους ισχυρισμούς της Τουρκίας.
Οι παράνομες αξιώσεις της Τουρκίας επεκτείνονται σε θαλάσσιες περιοχές όπου δεν θα μπορούσε να έχει κανένα απολύτως δικαίωμα βάσει του διεθνούς δικαίου και στόχευε να «οριοθετήσει» τα θαλάσσια σύνορα με ηπειρωτικά κράτη με τα οποία δεν έχει αντίθετες ή παρακείμενες ακτές και των οποίων οι θαλάσσιες περιοχές δεν εφάπτονται και δεν θα μπορούσαν να εφάπτονται.
Στην επιστολή μου της 5ης Δεκεμβρίου 2019 που απευθυνόταν σε εσάς (βλ. παράρτημα), μετέφερα επίσης τη θέση της Κύπρου σχετικά με το «Μνημόνιο Συνεννόησης μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας και της κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας της Λιβύης σχετικά με την οριοθέτηση των θαλάσσιων περιοχών δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο», που υπεγράφη στην Κωνσταντινούπολη στις 27 Νοεμβρίου 2019.
Η Κύπρος καταδικάζει την απόπειρα οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών μέσω του παρόντος Μνημονίου, το οποίο όχι μόνο δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου όσον αφορά τη σύναψη συνθηκών, αλλά αντιβαίνει και στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Το αποτέλεσμα είναι ένα παράνομο εργαλείο που κατασκευάζει ένα ανύπαρκτο θαλάσσιο σύνορο μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης εις βάρος των δικαιωμάτων και των συμφερόντων τρίτων κρατών. Σύμφωνα με το άρθρο 34 της Σύμβασης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών και το εθιμικό Διεθνές Δίκαιο η ρύθμιση αυτή δεν έχει έννομες συνέπειες για την Κύπρο ή για οποιοδήποτε τρίτο κράτος. Η δήθεν οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης καταπατά τα νόμιμα δικαιώματα των θαλάσσιων ζωνών άλλων παράκτιων κρατών της Ανατολικής Μεσογείου. Η Τουρκία βασίζει τους ισχυρισμούς της σχετικά με τα «δικαιώματά» της στις θαλάσσιες ζώνες στην ψευδή και εντελώς αβάσιμη θέση ότι τα νησιά δεν δικαιούνται θαλάσσιες ζώνες εκτός από απλά χωρικά ύδατα, σε αντίθεση με το άρθρο 121 παράγραφος 2 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας. Η ίδια προσέγγιση της Τουρκίας ακολουθείται σε σχέση με όλες τις αξιώσεις της στην περιοχή που επιχειρεί να οριοθετήσει τις θαλάσσιες ζώνες της με τα απέναντι ηπειρωτικά κράτη με βάση τη μέση γραμμή, σαν να «σβήστηκαν» εντελώς από τον χάρτη τα υπάρχοντα νησιά. Το άρθρο 121 παράγραφος 2 της σύμβασης προβλέπει ρητά το δικαίωμα των νησιών σε χωρικά ύδατα, σε παρακείμενη ζώνη, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Η διάταξη αυτή αποτελεί κανόνα του εθιμικού Διεθνούς Δικαίου και, ως εκ τούτου, αντιτάξιμη και σε κράτη που δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης, όπως η Τουρκία και η Λιβυη . είναι, πράγματι, αρκετά εκπληκτική η ευκολία με την οποία η Τουρκία επιλέγει να βασίσει τις θέσεις της με «επιλεκτικό» τρόπο, στις διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου και σε συγκεκριμένα άρθρα της Σύμβασης ως κανόνες του εθιμικού Διεθνούς Δικαίου. , εκδηλώνοντας για άλλη μια φορά την κυνική και αντιφατική στάση της χώρας απέναντι στις καθιερωμένες αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Καλώ, συνεπώς, τα Ηνωμένα Έθνη να καταδικάσουν τέτοιες δόλιες προσπάθειες της Τουρκίας να αγνοήσει το Διεθνές Δίκαιο και να αναδιαμορφώσει τη γεωγραφία. Θα ήθελα επίσης να επιστήσω την προσοχή σας στο ότι οι χάρτες που χρησιμοποίησε η Τουρκία, τόσο στο παράρτημα Ι του προαναφερθέντος Μνημονίου Συμφωνίας, το οποίο αναφέρεται ως αναπόσπαστο μέρος αυτού, όσο και στο παράρτημα της επιστολής της 18ης Μαρτίου 2020, απεικονίζουν ένα διαιρεμένο νησί της Κύπρου, με τα ονόματα της λεγόμενης «ΤΔΒΚ» και «GCASC» που εγγράφεται σε αυτό. , σε αντίθεση με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων των ψηφισμάτων 541 (1983) και 550 (1984). Το Συμβούλιο Ασφαλείας και τα διεθνή δικαστήρια έχουν αποφανθεί οριστικά για την παρανομία της προσπάθειας απόσχισης μέρους της Κύπρου και του παράνομου χαρακτήρα των αποτελεσμάτων της επίθεσης της Τουρκίας εναντίον της. Η Κυπριακή Δημοκρατία, το μοναδικό υποκείμενο του διεθνούς δικαίου στο νησί, έχει κυριαρχία σε όλο το νησί της Κύπρου και όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτό.
Η Κυβέρνηση της Δημοκρατίας είναι η μόνη νόμιμη και αναγνωρισμένη Κυβέρνηση του νησιού και θα συνεχίσει να προστατεύει όλα τα δικαιώματα και τα νόμιμα συμφέροντα της Κύπρου βάσει του Διεθνούς Δικαίου στο έδαφός της, τη θάλασσα και τον εναέριο χώρο, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων της επί της υφαλοκρηπίδας της. Η Τουρκία συνεχίζει να διεξάγει παράνομες γεωτρήσεις έρευνας υδρογονανθράκων και σεισμικές έρευνες στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου, παραβιάζοντας την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου, τόσο σε μια θαλάσσια περιοχή που διεκδικείται από την ίδια , όσο και εντός των υπόλοιπων θαλάσσιων ζωνών της Κύπρου, ενεργώντας «εξ ονόματος» της παράνομης αποσχιστικής οντότητας που έχει δημιουργήσει η ίδια η Τουρκία στο βόρειο τμήμα της νήσου. Η αυτοαποκαλούμενη «ΤΔΒΚ» δεν είναι έγκυρη(δεν υφίσταται) σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και δεν απολαμβάνει τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην Κύπρο, ούτε έχει καμία νομική υπόσταση να «εγκρίνει» ή να διεξάγει δραστηριότητες γεώτρησης σε σχέση με τους φυσικούς πόρους της Κύπρου. Η χρήση της «μη οντότητας», που η Τουρκία έχει κατασκευάσει η ίδια στην κατεχόμενη Κύπρο ως πρόσχημα για οποιεσδήποτε τουρκικές ενέργειες έναντι της Κύπρου δεν μεταβάλλει το γεγονός ότι η Τουρκία είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για αυτές τις ενέργειες βάσει του Διεθνούς Δικαίου. Θα ήθελα επίσης να υπενθυμίσω ότι η Κυπριακή Δημοκρατία κήρυξε ΑΟΖ το 2004 και έχει εγγενή δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα της νήσου Κύπρου, ενώ τα εξωτερικά όρια και των δύο ζωνών καθορίζονται με βάση τη διάμεση γραμμή μεταξύ των ακτών της Κύπρου και των ακτών των αντιθέτων κρατών, εν αναμονή σχετικών συμφωνιών για το αντίθετο. Εν προκειμένω, και σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, η
Κύπρος έχει υπογράψει συμφωνίες οριοθέτησης της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, το Λίβανο και το Ισραήλ με βάση τη μέθοδο της μέσης γραμμής. Η Τουρκία επαναλαμβάνει επανειλημμένως ότι οι ενέργειές της είναι σύμφωνες με το Διεθνές Δίκαιο και ότι υποστηρίζει τη δίκαιη οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών με όλα τα σχετικά παράκτια κράτη, ωστόσο εξακολουθεί να αρνείται την πρόσκληση της κυβέρνησής μου να ξεκινήσει τέτοιες διαπραγματεύσεις, ούτε αποδέχεται την πρόταση της κυβέρνησής μου για σύναψη ειδικής συμφωνίας (compromis) προκειμένου να αντιμετωπιστεί η θαλάσσια οριοθέτηση μεταξύ των σχετικών ακτών της Κύπρου και της Τουρκίας. , δηλαδή τα κοινά θαλάσσια σύνορα των δύο κρατών στο βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα της Κύπρου, ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου. Θα σας ήμουν ευγνώμων αν κυκλοφορούσατε την παρούσα επιστολή και το παράρτημά της ως έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης, σύμφωνα με τα θέματα 41 και 74 της ημερήσιας διάταξης, και του Συμβουλίου Ασφαλείας, και θα δημοσιευόσασταν στην ιστοσελίδα του Τμήματος Ωκεανών και Δικαίου της Θάλασσας και στην επόμενη έκδοση του Law Of the Sea Bulletin.
Ανδρέας Δ. Μαυρογιάννης»