Του Μιχάλη Μαθιουλάκη *
Προ δεκαημέρου, κατά τη διάρκεια της επίσημης ελληνικής αποστολής στην Κίνα στο 2ο Φόρουμ Υψηλού Επιπέδου της κινεζικής πρωτοβουλίας για τον «Δρόμο του Μεταξιού» (Belt and RoadInitiative), ο Έλληνας πρωθυπουργός ανέφερε ότι η Ελλάδα δεν θα είναι το σύνορο αλλά η γέφυρα μεταξύ Κίνας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Η συγκεκριμένη δήλωση, με την επιλογή των συγκεκριμένων λέξεων περί «γέφυρας» έναντι «συνόρου»,δεν μπορεί παρά να προκαλεί προβληματισμό καθώς τοποθετεί την Ελλάδα απέναντι στους συμμάχους της και κόντρα στα στρατηγικά συμφέροντα των μεγάλων διεθνών δρώντων εκατέρωθεν του ατλαντικού.
Η ΕΕ αλλά και οι ΗΠΑ, οι δύο βασικότεροι σύμμαχοι και εταίροι της Ελλάδας σε οικονομικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο κινούνται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, αξιολογώντας την Ελλάδα, την Ανατολική Μεσόγειο και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη στο σύνολο της ως ένα σημαντικό σύνορο, ένα “frontier”, όπως -ειδικά οι ΗΠΑ- αναφέρουν, έναντι των απειλών που η Ευρώπη αντιμετωπίζει από αυταρχικές ιδεολογίες και τρόπους διακυβέρνησης.
Στις απειλές στον δημοκρατικό τρόπο διακυβέρνησης και τον δυτικό τρόπο σκέψης περιλαμβάνεται ο εξτρεμιστικός ισλαμισμός, οι ρωσικές υπόγειες παρεμβάσεις στις δημοκρατικές διαδικασίες σε ευρωπαϊκές χώρες, η εργαλειοποίηση της ενέργειας από τη Ρωσία ως όπλου ωμής παρέμβασης στα εσωτερικά θέματα ευρωπαϊκών κρατών και, πλέον, η αντίστοιχη εργαλειοποίηση οικονομικών και εμπορικών μέσων από την Κίνα για αύξηση της επιρροής της στο εσωτερικό της ΕΕ σε μια προσπάθεια να παρακαμφθούν οι δικλείδες ασφαλείας που πηγάζουν από το ευρωπαϊκό δίκαιο και τις ευρωπαϊκές συνθήκες.
Ειδικά για την περίπτωση της Κίνας, η στάση του Πεκίνου όσον αφορά τη θέση της χώρας στο διεθνές σύστημα προκαλεί εύλογες ανησυχίες στους συμμάχους της Ελλάδας. Μετά από δεκαετίες ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης, το Πεκίνο φιλοδοξεί πλέον να λάβει ηγεμονικό ρόλο στο διεθνές σύστημα εκτιμώντας ότι μπορεί να εκτοπίσει τις ΗΠΑ από τη θέση που κατέχουν μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου ως η μοναδική παγκόσμια ηγεμονική δύναμη.
Ο Κινέζος πρόεδρος κατά την ομιλία του την άνοιξη του 2018 στην ετήσια συνεδρίαση του Κοινοβουλίου της Κίνας επανάφερε τον σοσιαλισμό ως κεντρικό κινητήριο μοχλό της κινέζικης πολιτικής ατζέντας με το περίφημο «μόνο ο σοσιαλισμός μπορεί να σώσει την Κίνα» ενώ παράλληλα ξεκαθάρισε τις βλέψεις του δηλώνοντας ότι«έχουμε την ικανότητα να λάβουμε τη θέση που μας αξίζει στον κόσμο».
Η σοσιαλιστική ατζέντα του XiJinping αποτελεί απειλή για τις ΗΠΑ, ενώ για να πάρει «τη θέση που της ανήκει» στον κόσμο, η Κίνα θα πρέπει να θίξει οικονομικά, εμπορικά και γεωπολιτικά συμφέροντα σε πολλές ζώνες ενδιαφέροντος της Ουάσιγκτον, των Βρυξελλών, ακόμα και της Μόσχας.
Σε σχέση με τα παραπάνω, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας αποτελεί το μείζον στρατηγικό παίγνιο που θα διαμορφώνει τις διεθνείς εξελίξεις σε παγκόσμια κλίμακα για τις επόμενες δεκαετίες επηρεάζοντας και σε χαμηλότερα επίπεδα δρώντες όπως η Ρωσία και η ΕΕ, αλλά ακόμα και σε περιφερειακό επίπεδο όπως αυτό της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων, χώρες όπως η Ελλάδα, η Βουλγαρία, Σερβία κλπ.Τα ψήγματα εμπορικών τριβών που βλέπουμε τα τελευταία 2-3 χρόνια μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας αποτελούν προοίμιο του παραπάνω ανταγωνισμού η κλιμάκωση του οποίου σε βάθος και ένταση δείχνει να βρίσκεται ακόμα στο στάδιο της προετοιμασίας.
Για την ΕΕ και κατά συνέπεια για την Ελλάδα, όπως βεβαίως και για τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο δημοκρατικό κόσμο, η στόχευση της Κίνας για εξαγωγή του αυταρχικού, συγκεντρωτικού, σοσιαλιστικού τρόπου διακυβέρνησης και στον υπόλοιπο κόσμο ώστε «να πάρει τη θέση που της αξίζει» αποτελεί πλήγμα στα θεμέλια του δημοκρατικού τρόπου ζωής. Μπορεί το Πεκίνο να θεωρεί ότι η διακυβέρνηση μέσω της απόλυτης εξουσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος να είναι ο ιδεατός τρόπος ανάπτυξης της ανθρωπότητας αλλά οι δημοκρατικές κοινωνίες ανά τον κόσμο δεν συμμερίζονται αυτές τις απόψεις.
Θέλει λοιπόν όντως η Ελλάδα να είναι η γέφυρα απόβασης των βλέψεων του Πεκίνου στην ΕΕ εφόσον αυτές ξεπερνούν πλέον τις «απλές» οικονομικές συμφωνίες; Από τις εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα με βάση τους όρους και τις προβλέψεις του ευρωπαϊκού δικαίου και των ευρωπαϊκών συνθηκών, έως την προθυμία μας να είμαστε εμείς που θα αποτελέσουμε τη γέφυρα, τον δούρειο ίππο, που θα προσφέρει πρόσβαση στην Κίνα ώστε να αλώσει εκ των έσω τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής υπάρχει μεγάλος δρόμος.
Πέραν του ότι ο σχεδιασμός της Κίνας να «πάρει τη θέση που της αξίζει στον κόσμο»ανταγωνιζόμενη τις ΗΠΑ είναι αμφίβολης επιτυχίας, θα πρέπει πρώτα από όλα να σκεφτούμε αν θα θέλαμε να πετύχει το Πεκίνο τους σκοπούς του πριν βιαστούμε να διαλέξουμε θέση κόντρα στους έως τώρα συμμάχους μας.
Η Ελλάδα δεν δένεται μόνο με οικονομικούς, διπλωματικούς και στρατιωτικούς δεσμούς με την ΕΕ και τις ΗΠΑ, αλλά πριν, και πάνω απ' όλα, με δεσμούς κοινής πολιτικής, δημοκρατικής κουλτούρας και σεβασμού των δημοκρατικών θερμών και διαδικασιών για την εύρυθμη λειτουργία των ελεύθερων κοινωνιών μας.
Το μέγεθος του παραπάνω στρατηγικού παιγνίου μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ ακουμπά δομικά στοιχεία του τρόπου ζωής μας που καθιστούν αναγκαίο να διαλέξουμε ξεκάθαρα στο άμεσο μέλλον με ποια πλευρά θα συνταχθούμε και αν όντως θα αποτελέσουμε γέφυρα απόβασης ή πολύτιμο σύνορο ανάσχεσης της νέας εξάπλωσης του αυταρχισμού σε όλες του τις εκφάνσεις είτε αυτός προέρχεται από την Κίνα, τη Ρωσία ή ακόμα βεβαίως και από την Τουρκία.
* Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης ([email protected]) είναι Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum, Διευθυντής Επιστημονικής Έρευνας του Ελληνικού Ινστιτούτου Ενεργειακής Ρύθμισης και αναλυτής Ενεργειακής Στρατηγικής στην επιστημονική ομάδα της Έδρας «Θουκυδίδης» του Πανεπιστημίου Μακεδονίας υπεύθυνος για τα ενεργειακά θέματα της ΜΕΝΑ και Ανατολικής Μεσογείου.