Η Rivian μπήκε στο χρηματιστήριο τον Νοέμβριο του 2021, αντλώντας πάνω από 10 δισ. δολάρια. Στην αρχή οι επενδυτές δεν προλάβαιναν να την αγοράσουν, σύντομα όμως τα πράγματα άλλαξαν. Η τιμή της φιλόδοξης νέας εταιρείας παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων έχει υποχωρήσει κατά 80%, εξαιτίας δικών της προβλημάτων και της αλλαγής του χρηματιστηριακού κλίματος. Τώρα που η αποτίμησή της έχει προσγειωθεί απότομα, ίσως έχει έρθει η ώρα για να ρίξουμε μία νέα ματιά.
Η είσοδος της νεαρής αυτοκινητοβιομηχανίας Rivian (RIVN NASDAQ), στο αμερικανικό χρηματιστήριο ήταν ένα από τα σημαντικότερα επενδυτικά γεγονότα του 2021 (Η Rivian ξεκίνησε να παραδίδει ηλεκτρικά αυτοκίνητα και πατάει γκάζι για τη Wall Street με αποτίμηση 65 δισ. δολάρια). Η εταιρεία άντλησε από τους επενδυτές ένα πάρα πολύ σημαντικό ποσό, σχεδόν 13,5 δισεκατομμύρια δολάρια, πουλώντας 173 εκατομμύρια μετοχές προς 78 δολάρια την κάθε μία. Σε αυτή την τιμή, η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας ήταν λίγο πάνω από 66 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο ενθουσιασμός των επενδυτών ήταν τόσο μεγάλος που οδήγησε την τιμή της Rivian σε ακόμα υψηλότερη τιμή μόλις άρχισε η διαπραγμάτευση των μετοχών στο χρηματιστήριο Nasdaq. Μέσα σε λίγες μέρες η τιμή της υπερδιπλασιάστηκε και τελικά έφθασε τα 179,47 δολάρια.
Εκείνη τη στιγμή, το σύνολο των μετοχών της εταιρείας άξιζε περίπου 153 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή περίπου όσο οι δύο μεγάλες παραδοσιακές αυτοκινητοβιομηχανίες των ΗΠΑ, η Ford και η General Motors, μαζί. Όλα αυτά, τη στιγμή που οι επενδυτές γνώριζαν πως η εταιρεία θα άρχιζε τις μαζικές πωλήσεις οχημάτων κάποια στιγμή το 2023 και πως, για αρκετά χρόνια ακόμα, δεν θα μπορούσε να πετύχει κερδοφόρα οικονομικά αποτελέσματα. Η μετοχή έφθασε τα 179,47 δολάρια την 16η Νοεμβρίου.
Ακριβώς τέσσερις μήνες μετά, τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά. Κατά τη συνεδρίαση της Τρίτης, η μετοχή σημείωσε νέο χαμηλό, στα 33,47 δολάρια, δηλαδή 81,35% χαμηλότερα από τα 179,47. Στη συνέχεια ανέκαμψε σημαντικά και στη συνεδρίαση της Τετάρτης ξεπέρασε και πάλι τα 40 δολάρια, ανεβάζοντας τη χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας κοντά στα 36 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή περίπου στα μισά από την αντίστοιχη αξία της Ford ή της General Motors (χωριστά, όχι μαζί).
Το τι οδήγησε τη μετοχή σε αυτή την πάρα πολύ αρνητική πορεία είναι μάλλον ξεκάθαρο. Πρώτα απ’ όλα, το χρηματιστηριακό κλίμα έχει αλλάξει πολύ προς το χειρότερο. Η άνοδος του πληθωρισμού, η βεβαιότητα πως η Κεντρική Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα ανεβάσει κατά πολύ τα επιτόκια μέσα στο 2022, τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, η σημαντική αύξηση του κόστους των πρώτων υλών και βέβαια ο πόλεμος στην Ουκρανία, έχουν κάνει τους επενδυτές πολύ λιγότερο πρόθυμους να αγοράζουν μετοχές νέων εταιρειών. Πάρα πολλές εταιρείες που βρίσκονται σε παρόμοιο στάδιο ανάπτυξης με τη Rivian έχουν δει τις μετοχές τους να πέφτουν με ανάλογο τρόπο. Κάποια συγκεκριμένα δικά της προβλήματα, χειροτέρεψαν τα πράματα ακόμα περισσότερο.
Πρώτα απ’ όλα, η εταιρεία πέτυχε για το 2021 λιγότερες πωλήσεις από αυτές που είχε προβλέψει τον Νοέμβριο όταν ενημέρωσε τους επενδυτές για τα σχέδιά της. Επειδή όμως επρόκειτο μόνο για μερικές εκατοντάδες αυτοκίνητα, κανείς δεν πήρε στα σοβαρά αυτή την υστέρηση. Αυτό που ενόχλησε όμως τους αναλυτές και τις αγορές ήταν η παραδοχή της εταιρείας πως δεν θα καταφέρει να πετύχει τους στόχους της για το 2022. Συγκεκριμένα, με την ανακοίνωση των ετήσιων αποτελεσμάτων της, την προηγούμενη εβδομάδα, η διοίκηση δήλωσε πως αναμένει πως θα κατασκευάσει περίπου 25.000 οχήματα μέσα στο 2022, ενώ η αγορά περίμενε κοντά στις 40.000. Η διοίκηση απέδωσε αυτή την υστέρηση στα γνωστά προβλήματα των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων και στη δυσκολία της να προμηθευθεί εγκαίρως κάποια σημαντικά εξαρτήματα. Η εξήγηση θεωρήθηκε πειστική από τους περισσότερους αναλυτές της Wall Street, αλλά σίγουρα δεν έκανε καλό στη μετοχή.
Αυτό που σίγουρα έκανε μεγάλο κακό στην εικόνα της εταιρείας, και στη μετοχή, ήταν η ανακοίνωσή της, την 2α Μαρτίου, για μία σημαντική αύξηση της τιμής πώλησης των αυτοκινήτων της. Σύμφωνα με αυτή την ανακοίνωση, οι αυξήσεις των τιμών των πρώτων υλών, ανάγκασαν την εταιρεία να ανεβάσει τις τιμές κατά περίπου 20%. Η ανακοίνωση από μόνη της δεν αποτέλεσε έκπληξη, αφού όλες οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν ήδη ανεβάσει τις τιμές τους, παραπάνω από μία φορά. Αυτό που έκανε αρνητική εντύπωση ήταν το γεγονός ότι οι αυξήσεις θα αφορούσαν και στα αυτοκίνητα που έχουν ήδη παραγγείλει οι υποψήφιοι πελάτες εδώ και πολύ καιρό, ακόμα και από το 2018.
Η κατακραυγή ανάγκασε την εταιρεία να τροποποιήσει την απόφασή της, και έτσι οι ανεβασμένες τιμές θα ισχύσουν μόνο για όποιους θα έχουν παραγγείλει τα αυτοκίνητά τους μετά την ανακοίνωση. Δεδομένου πως οι παραγγελίες για το ημιφορτηγό και το SUV της Rivian είναι περίπου 83.000 και η αρχική τιμή των οχημάτων ήταν κοντά στα 70.000 δολάρια, φαίνεται πως η εταιρεία θα χάσει έσοδα της τάξης του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων, αφού η αύξηση της τιμής κάθε αυτοκινήτου είναι κοντά στα 14.000 δολάρια. Αυτή η ιστορία έκανε κακό στη μετοχή, και λόγω της αρνητικής δημοσιότητας και γιατί σημαίνει πως τα οικονομικά της αποτελέσματα θα είναι ακόμα πιο ζημιογόνα από το αρχικώς αναμενόμενο.
Η κακή δημοσιότητα όμως δεν σταμάτησε εκεί. Όπως μάθαμε πριν μερικές μέρες από το Black Box (Black Box: Οι Βρετανοί έκαναν τον Δένδια...Βέρτη. Ώρα Κόκκαλη, σχέδιο Καραμανλή, ο Ινδός φούρναρης, το πλάνο Σάλλα, τρέχει το Ελληνικό και το πράσινο νομοσχέδιο), τα σχέδια για την ανέγερση του δεύτερου εργοστασίου της εταιρείας, στην πολιτεία της Γεωργίας έχουν σκοντάψει στις αντιρρήσεις των κατοίκων της περιοχής οι οποίοι φοβούνται την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και στη διαμάχη μεταξύ των ρεπουμπλικανών πολιτικών της περιοχής. Οποιαδήποτε σημαντική καθυστέρηση στο χρονοδιάγραμμα για τη λειτουργία του νέου εργοστασίου, το οποίο αναμένεται να λειτουργήσει μέσα στο 2024, θα δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα στην εταιρεία, αφού ο υπερδιπλασιασμός της παραγωγικής της δυναμικότητας είναι πολύ βασικό μέρος του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού της.
Όλα αυτά τα αρνητικά είναι ήδη γνωστά στους επενδυτές, και έχουν παίξει μεγάλο ρόλο στη συνεχή πτώση της μετοχής της εταιρείας. Η Rivian όμως δεν βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση, για την ακρίβεια είναι σε πολύ καλή οικονομική κατάσταση. Στο τέλος του 2021 τα χρηματικά της διαθέσιμα στις τράπεζες ήταν πάνω από 18,5 δισεκατομμύρια δολάρια, πράγμα που σημαίνει πως έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει όλες τις απαραίτητες επενδύσεις προκειμένου να μπορέσει να φθάσει στο επιθυμητό επίπεδο παραγωγής και πώλησης οχημάτων μέχρι το 2025.
Τη Δευτέρα που μας πέρασε ανακοίνωσε την πρόσληψη του Frank Klein, υψηλόβαθμου στελέχους της Magna, καναδικής βιομηχανίας που κατασκευάζει αυτοκίνητα καθώς και ανταλλακτικά και εξαρτήματα αυτοκινήτων. Ο Klein, ο οποίος έχει δουλέψει για πολλά χρόνια και σε μεγάλη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, θεωρείται πολύ ικανός, και εκτιμάται πως θα μπορέσει να βοηθήσει στην καλύτερη οργάνωση της Rivian καθώς προσπαθεί να ξεκινήσει τη μαζική παραγωγή αυτοκινήτων. Μπορεί λοιπόν η χρηματιστηριακή αγορά να μην είναι πλέον «ερωτευμένη» με την Rivian, αλλά η αλήθεια είναι πως, αυτή την στιγμή, η αγορά μετοχών της εταιρείας έχει πολύ περισσότερο επενδυτικό νόημα απ’ ότι τον περασμένο Νοέμβριο.
Προφανώς υπάρχουν κίνδυνοι. Μεγαλύτερος από αυτούς είναι η πιθανή υπέρμετρη καθυστέρηση στην εφαρμογή του προγράμματός της, τη στιγμή που πολλοί ανταγωνιστές, παλαιοί και νέοι, τρέχουν στον ίδιο αγώνα για την κατάκτηση της δεύτερης θέσης (μετά την Tesla βέβαια) στην αναπτυσσόμενη αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Μέχρι τώρα, η Rivian είχε ένα πλεονέκτημα απέναντι στην Ford και την General Motors, καθώς είναι η πρώτη που ξεκίνησε τις πωλήσεις αμιγώς ηλεκτρικών ημιφορτηγών και SUV. Αν καταφέρει να διατηρήσει αυτό το πλεονέκτημα, μπορεί να δώσει μεγάλες αποδόσεις σε όσους την εμπιστευθούν, όταν με το καλό επανέλθει η διάθεση για ανάληψη ρίσκου στις αγορές.