Δύο μήνες μετά το σκαρφάλωμα του αμερικανικού φυσικού αερίου σε πολυετή υψηλά, η τιμή του έχει πέσει κατά 40%, επιστρέφοντας στα επίπεδα των αρχών του καλοκαιριού. Οι φόβοι της αγοράς για συνεχή μείωση των αποθεμάτων δεν φαίνεται να επαληθεύονται και οι υψηλές θερμοκρασίες χειροτερεύουν την κατάσταση για το φυσικό αέριο. Οι Αμερικανοί καταναλωτές αρχίζουν να ανακουφίζονται, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους, που προσεύχονται για καλό καιρό και ελπίζουν πως ο πρόεδρος Πούτιν θα αποδειχθεί φιλεύσπλαχνος.
Οι αγορές των ενεργειακών πρώτων υλών φημίζονται για τη μεταβλητότητά τους και τις συνεχείς εκπλήξεις που προσφέρουν στις αγορές, τους συναλλασσόμενους και τους καταναλωτές. Όταν, στην αρχή του Οκτωβρίου, το αμερικανικό φυσικό αέριο έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων επτά ετών, φθάνοντας το επίπεδο των 6,50 δολαρίων/mmBtu (mmBtu=εκατομμύρια βρετανικές θερμικές μονάδες, μονάδα θερμότητας), οι αμερικανοί πολίτες και οι αμερικανικές βιομηχανίες άρχισαν να τρέμουν, φοβούμενοι πως η διατήρηση αυτών των τιμών θα τίναζε στον αέρα τον χειμωνιάτικο προϋπολογισμό τους.
Αυτή τη στιγμή φαίνεται πως τα πράγματα μπορεί να μην εξελιχθούν τελικά τόσο άσχημα γι’ αυτούς. Από τα μέσα Νοεμβρίου και μετά έχει αρχίσει μία αποκλιμάκωση των τιμών, που αρχικά κατέβηκαν στα 5 δολάρια/mmBtu και στη συνέχεια, τις τελευταίες μέρες του μήνα, υποχώρησαν κάτω από αυτό το επίπεδο και πλησίασαν γρήγορα στα 4 δολάρια/mmBtu, κλείνοντας την προηγούμενη Παρασκευή στα 4,132 δολάρια, λίγο κάτω από τον κινητό μέσο όρο των 200 ημερών.
Χθες Δευτέρα μπορούμε να πούμε πως σχεδόν κατέρρευσε, αφού σημείωσε πτώση μεγαλύτερη από 10% κλείνοντας την συνεδρίαση στο χρηματιστήριο του Σικάγου κάτω από τα 3,70 δολάρια/mmBtu, φθάνοντας σε τιμές που είχαμε να δούμε από τις αρχές του περασμένου Ιουλίου.
Η απότομη αλλαγή πορείας του πιο σημαντικού ορυκτού καυσίμου για την οικονομία των ΗΠΑ είναι πολύ εντυπωσιακή αλλά μπορεί να εξηγηθεί σχετικά εύκολα. Όπως λένε παράγοντες της αγοράς φυσικού αερίου μιλώντας στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, και μέχρι και τον Οκτώβριο, υπήρχε μία σημαντική ανησυχία σχετικά με το κατά πόσο θα μπορούσε η παραγωγή φυσικού αερίου να επανέλθει εγκαίρως στα προ πανδημίας επίπεδα, έτσι ώστε να μην αρχίσει η εξάντληση των αποθεμάτων.
Αυτός ο φόβος ήταν η κύρια αιτία για τη συνεχή άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου από τον Ιούλιο μέχρι και τα μέσα Οκτωβρίου, όταν φθάσαμε στη (όπως αποδείχθηκε τελικά) κορυφή των 6,5 περίπου δολαρίων/mmBtu. Αποδείχθηκε όμως πως οι φόβοι ήταν εντελώς αβάσιμοι. Η παραγωγή όχι μόνον επέστρεψε στα προ πανδημίας επίπεδα, αλλά από τις αρχές του Νοεμβρίου μέχρι και τώρα βρίσκεται σταθερά πάνω από τις αντίστοιχες επιδόσεις για το 2020 και τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας, σημειώνοντας ρεκόρ μέσης ημερήσιας παραγωγής για τον μήνα Νοέμβριο.
Έτσι τα αποθέματα βρίσκονται, σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv, στα 3.515 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια, μόνο 2,2% κάτω από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας για αυτή την περίοδο του χρόνου. Αυτή όμως δεν είναι η μοναδική αιτία για τη χθεσινή μεγάλη πτώση του φυσικού αερίου.
Ο πολύ ζεστός καιρός έπαιξε, και μάλλον θα συνεχίζει να παίζει, σημαντικό ρόλο. Όπως διαβάζουμε στο Bloomberg, οι θερμοκρασίες στο μεγαλύτερο μέρος των ΗΠΑ είναι εξαιρετικά υψηλές για την εποχή, περιορίζοντας τη ζήτηση για το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται κατά κόρον για τη θέρμανση των σπιτιών και των γραφείων στη χώρα.
Σύμφωνα με μετεωρολόγους, ο φετινός Δεκέμβριος αναμένεται να είναι ο τρίτος πιο θερμός από το 1950 μέχρι τώρα, ενώ, μόνο τις τελευταίες επτά μέρες έχουν σημειωθεί 4.000 ρεκόρ υψηλών για την εποχή θερμοκρασιών, σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Η αλλαγή της κατάστασης στην αγορά φυσικού αερίου δεν φαίνεται μόνο από τη σημαντική πτώση της τιμής του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης της πιο κοντινής λήξης. Ένας από τους σημαντικότερους δείκτες της αγοράς είναι η διαφορά μεταξύ της τιμής του συμβολαίου που λήγει τον Μάρτιο και αυτής του συμβολαίου που λήγει τον Απρίλιο. Συνήθως η τιμή του συμβολαίου του Μαρτίου είναι υψηλότερη από αυτήν του Απριλίου, γιατί ο Μάρτιος είναι ο τελευταίος μήνας του χειμώνα και μετά η ζήτηση για φυσικό αέριο μειώνεται σημαντικά.
Ανάλογα με τις εκτιμήσεις των παραγόντων της αγοράς για το επίπεδο των αποθεμάτων στο τέλος της χειμερινής περιόδου διαμορφώνεται και η διαφορά μεταξύ της τιμής των δύο συμβολαίων. Όταν η αγορά υποθέτει πως τον Μάρτιο δεν θα υπάρχουν αρκετά αποθέματα, η διαφορά αυτή είναι μεγάλη, ενώ είναι μικρή όταν υπάρχει η εκτίμηση πως τα αποθέματα θα είναι επαρκή.
Τον Οκτώβριο που μας πέρασε, η διαφορά είχε πλησιάσει τα δύο δολάρια, δηλαδή το συμβόλαιο λήξης Μαρτίου ήταν κατά 2 δολάρια/mmBtu ακριβότερο από αυτό του Απριλίου, καθώς πολλοί συναλλασσόμενοι φοβήθηκαν πως τα αποθέματα θα μειώνονταν πολύ. Αυτή τη στιγμή η διαφορά έχει σχεδόν μηδενιστεί, πράγμα που δείχνει πως η αγορά εκτιμά πλέον πως τα αποθέματα θα είναι επαρκή για όλη τη χειμερινή περίοδο, ενώ και τα «πονταρίσματα» των hedge funds υπέρ της μελλοντικής ανόδου της τιμής του φυσικού αερίου βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο.
Η σημαντική ανακούφιση των αμερικανών καταναλωτών, οικιακών και βιομηχανικών, λόγω της εξομάλυνσης της κατάστασης στην αγορά του αμερικανικού φυσικού αερίου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη συνεχιζόμενη αγωνία των Ευρωπαίων πολιτών και επιχειρηματιών, καθώς η τιμή των αντίστοιχων συμβολαίων, ιδίως του ολλανδικού, δεν λέει να αποκλιμακωθεί σημαντικά, συντηρώντας και τις ανεβασμένες τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος.
Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, το επίπεδο των αποθεμάτων είναι σχεδόν κατά 20% χαμηλότερο του συνήθους για την εποχή και οι φόβοι για εμφάνιση προβλημάτων επάρκειας στην περίπτωση που οι «πολικές αέριες μάζες» αποφασίσουν να τιμήσουν με την παρουσία τους μεγάλες περιοχές της ηπείρου μας για μεγάλα χρονικά διαστήματα δεν είναι εντελώς αβάσιμοι. Δεν είναι αβάσιμοι γιατί, όπως ξέρουμε πολύ καλά, το επίπεδο αποθεμάτων φυσικού αερίου εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη ροή του αερίου μέσα από τους αγωγούς που το μεταφέρουν από την Ρωσία και τις άλλες χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Όπως επίσης ξέρουμε, αυτή η ροή έχει την τάση να αυξομειώνεται ή ακόμα και να εξαφανίζεται ανάλογα με τις διαθέσεις της Ρωσικής ηγεσίας και ειδικότερα του προέδρου Πούτιν. Επειδή λοιπόν, ούτε οι προσευχές για καλό καιρό, ούτε οι ελπίδες πως ο πρόεδρος Πούτιν θα έχει κέφια, είναι σίγουρο πως θα μας ζεσταίνουν τα επόμενα χρόνια, σημειώνουμε το γεγονός πως σημαντικός αριθμός πελατών εκτός ΗΠΑ επιδιώκει τη σύναψη μακροχρόνιων συμβολαίων για μεταφορά φορτίων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) με αμερικανικές επιχειρήσεις. Κάτι τέτοιο ακούσαμε από τον Μάικλ Σμιθ, διευθύνοντα σύμβουλο της Freeport LNG, ο οποίος δήλωσε στην τηλεόραση του Bloomberg πως η ζήτηση για αμερικανικό φυσικό αέριο θα είναι πολύ ισχυρή για δεκαετίες ακόμα.
Ο ίδιος δήλωσε πως, λόγω της πολύ ισχυρής ζήτησης και της ανάγκης πολλών χωρών εκτός ΗΠΑ για αξιόπιστες πηγές φυσικού αερίου, έχει αρχίσει ο σχεδιασμός για την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων για τη φόρτωση μεγάλων ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου στα ειδικά πλοία μεταφοράς LNG. Δεν θα νοιώθαμε καμία έκπληξη αν μαθαίναμε πως ένα μεγάλο μέρος της ζήτησης προέρχεται από ευρωπαϊκές χώρες που δεν τους αρέσει και πολύ να εξαρτώνται από τον καιρό και τις διαθέσεις ενός «ημιδικτάτορα».
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.