Όσο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο ανορθόδοξων οικονομικών πολιτικών και γεωπολιτικών προκλήσεων και προσπαθεί να πείσει το εσωτερικό και διεθνές ακροατήριο ότι η τουρκική οικονομία τα πηγαίνει περίφημα, τόσο η επενδυτική κοινότητα βρίσκει… αφορμές να του γυρίσει την πλάτη. Την περασμένη εβδομάδα ο Τούρκος πρόεδρος δέχθηκε διαδοχικά χτυπήματα από δύο εκ των «τριών αδελφών», όπως λέγονται οι βασικοί οίκοι αξιολόγησης. Είναι γνωστή, εξάλλου, η κόντρα του Ερντογάν με τους οίκους αξιολόγησης και κυρίως με την Moody’ s.
Την Τετάρτη η Fitch προειδοποίησε για την κατάσταση των τουρκικών τραπεζών, τονίζοντας μάλιστα ότι τα προβληματικά δάνεια στο τουρκικό τραπεζικό σύστημα είναι περισσότερα από αυτά που παρουσιάζουν τα επίσημα στοιχεία. Που σημαίνει ότι οι συνθήκες για την τουρκική οικονομία μπορούν να επιδεινωθούν πολύ ταχύτερα απ’ ότι θέλει ο Ερντογάν να περνάει προς τα έξω. Και λέμε ο Ερντογάν γιατί αυτός είναι που ελέγχει όλα τα ρυθμιστικά και εποπτικά όργανα της χώρας που είναι υπεύθυνα για τα τραπεζικά και οικονομικά στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Δύο ημέρες αργότερα, ήρθε ένα πολύ μεγαλύτερο χτύπημα, αυτή τη φορά από την… συνήθη ύποπτη Moody’s, η οποία υποβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Τουρκίας στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ, χαρακτήρισε ανεπαρκή την κυβέρνηση σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της κρίσης και ταυτόχρονα έβαλε την τουρκική οικονομία στον προθάλαμο νέας υποβάθμιση, δίνοντας αρνητικό outlook.
Μία προσεκτική ανάγνωση των όσων αναφέρει στην έκθεσή της ο οίκος είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς τα «καρφιά» της Moody’ s κατά του Τούρκου προέδρου και των ανορθόδοξων οικονομικών πολιτικών που χρησιμοποιεί αλλά και των εντάσεων που προκαλεί σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Τα αρνητικά στοιχεία που για την τουρκική οικονομία σήμερα είναι, σύμφωνα με τη Moody’ s, τα πολύ χαμηλά συναλλαγματικά αποθέματα, η μεγάλη εξάρτηση από τις εισροές ξένων επενδυτικών κεφαλαίων και την επενδυτική εμπιστοσύνη καθώς και η σταδιακή διάβρωση των θεσμών και της διακυβέρνησης στη χώρα. Στα θετικά, ο οίκος επισημαίνει το γεγονός ότι πρόκειται για μία μεγάλη χώρα με ευνοϊκά δημογραφικά στοιχεία και χαμηλό δημόσιο χρέος.
Πως μπορεί να αναβαθμιστεί η Τουρκία; Το ενδεχόμενο αυτό στην παρούσα φάση θεωρείται απίθανο από τον οίκο και το μόνο που θα μπορούσε να συμβεί είναι η σταθεροποίηση του outlook, αν και εφόσον ο Ερντογάν κάνει στροφή 180 μοιρών στην οικονομική πολιτική που εφαρμόζει.
Η Moody’ δίνει μάλιστα έμφαση στον πολιτικό κίνδυνο δίνοντας τη χαμηλότερη βαθμολογία σε αυτό το πεδίο. Οι πολιτικές εντάσεις με την αμερικανική κυβέρνηση παραμένουν σε υψηλό επίπεδο εξαιτίας της αγοράς των S-400 από τη Ρωσία, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο νέων αναταράξεων στις αγορές και υποτίμησης της τουρκικής λίρας. Επιπρόσθετα, σημειώνει ο οίκος, υπάρχουν γεωπολιτικοί κίνδυνοι, που προέρχονται από τις διαφωνίες για την εξόρυξη αερίου και τα θαλάσσια σύνορα στη Μεσόγειο, οι οποίοι μπορούν επίσης να επιταχύνουν την όποια κρίση.
Όσο για την «απειλή» νέας υποβάθμισης που θα φέρει την Τουρκία κυριολεκτικά μία ανάσα από την χρεοκοπία, η Moody’ s κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, εκτιμώντας ότι η δημοσιονομική θέση της χώρας μπορεί να επιδεινωθεί πολύ ταχύτερα στα επόμενα χρόνια απ’ ότι αναμένουν σήμερα οι τουρκικές αρχές.Το αρνητικό outlook, επίσης, αντανακλά την ανεπαρκή αντίδραση των τουρκικών Αρχών, παράγοντας που καθιστά την Τουρκία ακόμα πιο ευάλωτη στον κίνδυνο γενικευμένης κρίσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2016 η Τουρκία απολάμβανε το investment grade από δύο οίκους και σήμερα οδεύει προς τη χρεοκοπία. Η αξιολόγηση «Β» που δίνει η Moody’ s είναι 5 σκαλοπάτια κάτω από το Investment grade, χαμηλότερη από της Ελλάδας και αντίστοιχη της Τζαμάικα και της Ρουάντα.
Η απάντηση, πάντως, του Ερντογάν ήταν άμεση και αναμενόμενη. Οι οίκοι αξιολόγησης είναι «άχρηστοι» και η αλήθεια είναι ότι η τουρκική οικονομία είναι σε φάση ανόδου και όχι πτώσης, είπε ο Τούρκος πρόεδρος, θυμίζοντας… 2018. Τότε ο Ερντογάν είχε απειλήσει ότι θα έκανε εκστρατεία κατά των οίκων αξιολόγησης καθώς και ότι θα προχωρούσε στην ίδρυση τουρκικού οίκου που θα αξιολογούσε την τουρκική οικονομία όπως… της άξιζε. Έτσι κι έγινε. Τον Νοέμβριο του 2019 το 85,05% του οίκου JCR Eurasia πέρασε στα χέρια του χρηματοοικονομικού κλάδου της Τουρκίας, με το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης να κατέχει μερίδιο 18,5% και μετόχους αρκετές κρατικές και ιδιωτικές τράπεζες όπως την Ziraat και την Garanti BBVA.