Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Το κλίμα αλλάζει και αυτό φαίνεται σε όλα τα επίπεδα. Μία χώρα που μέχρι πρότινος ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές… αναγκάζει σήμερα τους επενδυτές να την πληρώσουν για να την δανείσουν. Μπορεί οι αποδόσεις των ομολόγων να βυθίζονται τους τελευταίους μήνες σε ολόκληρη την Ευρωζώνη όμως η μεγάλη αποκλιμάκωση για την Ελλάδα ξεκίνησε το βράδυ των ευρωεκλογών. Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι οι αγορές στην αρχή έδιναν ψήφο εμπιστοσύνης στις προθέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και στη συνέχεια στις πρώτες κινήσεις της νέας κυβέρνησης.
Επι της ουσίας οι αγορές επικροτούν τις φιλελεύθερες πολιτικές, την επιτάχυνση των επενδύσεων, τον καθορισμό κανόνων αλλά και την εφαρμογή τους, την λήψη και την προαναγγελία μέτρων που στηρίζουν το επιχειρείν. Και το δείχνουν μέσα από τα ιστορικά χαμηλά στα επιτόκια και τον χθεσινό δανεισμό με αρνητικό επιτόκιο.
Μπορεί για τον περισσότερο κόσμο η μείωση του κόστους δανεισμού σε μία δημοπρασία κρατικών ομολόγων να μη σημαίνει κάτι στην παρούσα φάση αφού οι αλλαγές που συντελούνται δεν έχουν προς το παρόν απτά αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία, εν τούτοις οι εξελίξεις των τελευταίων δύο ημερών, τόσο η επανέκδοση του 10ετούς ομολόγου με ιστορικά χαμηλό επιτόκιο, όσο και το αρνητικό επιτόκιο στα έντοκα τριμήνου, έχουν αξία για τις ζωές και το μέλλον όλων.
Η υπέρβαση της 10ετούς κρίσης και το αρνητικό, για το επιχειρείν, κλίμα των τελευταίων ετών δεν μπορεί να ξεπεραστεί εν μια νυκτί. Όμως οι αγορές βλέπουν την προοπτική που διαμορφώνεται και μάλιστα με ιδιαίτερη αποφασιστικότητα. Και όσο βλέπουν να εφαρμόζονται φιλικές προς την επιχειρηματικότητα, την ανάπτυξη και τις επενδύσεις πολιτικές τόσο θα στηρίζουν την ανάκαμψη της Ελλάδας. Σταδιακά, η αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνης, η πραγματική και συνεχής επιστροφή στις αγορές και το εξαιρετικά χαμηλό κόστος δανεισμού θα περάσουν στην πραγματική οικονομία.
Πιθανές μειώσεις φόρων στο μέλλον ή κάποια ανοδική κίνηση στο χρηματιστήριο, η υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων ή ακόμη και η αύξηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, θα φαίνονται ενέργειες που θα σχετίζονται με το κλίμα της περιόδου κατά την οποία θα λαμβάνουν χώρα, όμως θα έχουν άμεση σύνδεση και με τις δύο αυτές εκδόσεις. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι βέβαια να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα αξιόπιστο και αποτελεσματικό που θα δίνει λύσεις στα χρόνια προβλήματα της οικονομίας, από τη γραφειοκρατία έως το κράτος δικαίου.
Η Ελλάδα ξαναμπαίνει στον επενδυτικό χάρτη και το κλίμα που αρχίζει να διαμορφώνεται θα επιτρέψει στην οικονομία να τρέξει πολύ πιο γρήγορα και στην κυβέρνηση να εφαρμόσει ακόμη πιο χαλαρές πολιτικές. Το επιτόκιο του 1,5%, για παράδειγμα, είναι το πρώτο λιθαράκι για την προς όφελός μας αναθεώρηση της βιωσιμότητας του χρέους, η οποία θα επιτρέψει τη μείωση των πλεονασμάτων και την αναβάθμιση της οικονομίας. Έτσι οι επιχειρήσεις θα δανείζονται φθηνότερα και θα πυροδοτήσουν ένα ντόμινο βελτίωσης της ρευστότητας στην αγορά.
Η χθεσινή δημοπρασία εντόκων γραμματίων διάρκειας 13 εβδομάδων με το ιστορικό επιτόκιο του -0,02% αποτελεί το εισιτήριο για να εισέλθει η Ελλάδα στο κλαμπ των αρνητικών επιτοκίων. Πλέον, στα 16 τρισ. δολάρια των τίτλων σταθερού εισοδήματος με αρνητικά επιτόκια συγκαταλέγονται και τα ελληνικά έντοκα.
Ωραίες οι τυμπανοκρουσίες και το αίσθημα επιστροφής στην κανονικότητα, όμως τι πραγματικά σημαίνει το -0,02% με το οποίο δανείστηκε το ελληνικό δημόσιο και γιατί βγήκαμε στις αγορές με το 10ετές αφού δεν χρειαζόμαστε χρήματα και το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» μετριέται σε δεκάδες δισεκατομμύρια;
Και οι δύο δημοπρασίες είναι ιστορικές και ανοίγουν το δρόμο για πολύ θετικές εξελίξεις τόσο για τις ελληνικές επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά. Εξελίξεις που θα δούμε σταδιακά και οι οποίες θα κορυφωθούν αμέσως μετά την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε «επενδυτική βαθμίδα». Θα βελτιωθούν επίσης, πάντα σε συνδυασμό με την αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων, οι προοπτικές αύξησης των εισροών κεφαλαίων στο ελληνικό χρηματιστήριο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ από τις ευρωεκλογές μέχρι το τέλος Ιουλίου ο Γενικός Δείκτης σημείωσε κέρδη της τάξης του 23%, δεν έχει καταφέρει να σηκώσει κεφάλι από την πτώση του Αυγούστου, καθώς έχει ενισχυθεί μόλις κατά 5%. Οι επενδυτές κρατούν στάση αναμονής θέλοντας αφενός να κρίνουν το κυβερνητικό έργο σε βάθος τουλάχιστον ενός εξαμήνου και αφετέρου να διασφαλίσουν ότι η χώρα πραγματικά αλλάζει σελίδα και λύνει προβλήματα όπως των επενδύσεων και των τραπεζών.