Μία εβδομάδα που θα μπορούσε να φέρει σημαντικά γεγονότα ξεκινά καθώς οι αποφάσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε γεωπολιτικό επίπεδο ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομία της Τουρκίας και ειδικότερα στην πορεία του τουρκικού νομίσματος. Λίγες ημέρες πριν τις αμερικανικές εκλογές, το προβάδισμα του Τζο Μπάιντεν στις δημοσκοπήσεις αυξάνει, σύμφωνα με αναλυτές, τις πιθανότητες επιβολής κυρώσεων. Η επενδυτική κοινότητα, από την πλευρά της, έχει ήδη στείλει ηχηρό μήνυμα, οδηγώντας την τουρκική λίρα σε 9 διαδοχικές εβδομάδες πτώσης, στο χειρότερο πτωτικό σερί από το 1999.
Η κατάσταση είναι εύφλεκτη. Ενώ η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Τουρκία εξέδωσε προειδοποίηση προς τους Αμερικανούς πολίτες, αναφέροντας ότι υπάρχει κίνδυνος τρομοκρατικών επιθέσεων και απαγωγών, η ένταση μεταξύ Τουρκίας-Γαλλίας κλιμακώνεται. Ο Ερντογάν μοιάζει αμετακίνητος, αν κρίνουμε και από τις επιλογές του στην οικονομία. Με την απόφαση της κεντρικής τράπεζας την περασμένη Πέμπτη, ο Τούρκος πρόεδρος απέδειξε ότι δεν έχει καμία διάθεση να αλλάξει κατεύθυνση στην οικονομική πολιτική που εφαρμόζει και πλέον προσπαθεί να κρατήσει με… νύχια και με δόντια την ισοτιμία λίρας/δολαρίου κάτω από τις 8 λίρες.
Υπό τις εντολές του Ερντογάν η CBRT επιδιώκει να συγκρατήσει τον πληθωρισμό χωρίς να αυξήσει επίσημα τα επιτόκια, ενδεχομένως για να καυχηθεί μετά ο Τούρκος πρόεδρος ότι νίκησε τον πληθωρισμό ακολουθώντας τη δική του οικονομική θεωρία και όχι των «κακών» αγορών. Οι επενδυτές βλέπουν τον εμπαιγμό και εγκαταλείπουν τη λίρα.
Το τουρκικό νόμισμα ολοκλήρωσε την περασμένη εβδομάδα κοντά στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών και ταυτόχρονα συμπλήρωσε 9 διαδοχικές εβδομάδες πτώσης, 5 συνεχόμενους μήνες, ενώ το 2020 είναι το ένατο διαδοχικό έτος απωλειών. Σε αυτά τα χρόνια ο Ερντογάν έχει κάνει πολλά λάθη τα οποία πλέον συσσωρεύονται και οδηγούν στην εξαΰλωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων και στις διαδοχικές πιέσεις προς τη λίρα. Ένα νόμισμα που στις αρχές του 21ου αιώνα ήταν κοντά στην πλήρη ισοτιμία με το δολάριο έχει φτάσει να χάνει πάνω από το 80% της αξίας του.
Ο Τούρκος πρόεδρος δείχνει αποφασισμένος να συνεχίσει να… επιτρέπει την πιστωτική επέκταση για να μην γονατίσουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά από την οικονομική κρίση, ωστόσο ο χρόνος τελειώνει. Η κίνηση αυτή χειροτερεύει την κατάσταση και προκαλεί αλυσιδωτές αντιδράσεις. Όσο περισσότερο χρήμα διοχετεύεται στην αγορά τόσο αυξάνεται ο πληθωρισμός και με τα επιτόκια χαμηλά καταθέτες και επενδυτές δεν έχουν κανένα κίνητρο να κρατούν λίρες και προφανώς τις μετατρέπουν σε δολάρια.
Στο σημείο που έχουμε φτάσει οι εξελίξεις στο γεωπολιτικό μέτωπο αναμένεται να καθορίσουν το κατά πόσο η τουρκική λίρα θα βρει αντιστάσεις ή θα αφεθεί στη μοίρα της, προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στην οικονομία. Ένα από αυτά θα είναι η μαζική φυγή επενδυτών. Σύμφωνα με το Bloomberg, οι ξένοι επενδυτές έχουν ήδη πουλήσει τουρκικές μετοχές και ομόλογα συνολικού ύψους 13,3 δισ. δολαρίων μέσα στο 2020, που είναι η χειρότερη επίδοση από το 2005.
Αυτό συνέβη γιατί πολύ απλά οι επενδυτές δεν νιώθουν πλέον ασφάλεια στην Τουρκία, πόσω μάλλον την ασφάλεια που ένιωθαν πριν 10 χρόνια όταν το ΑΕΠ κάλπαζε με ρυθμούς Κίνας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απειλούν με κυρώσεις για το θέμα των S-400, η Ευρώπη δέχεται ασφυκτικές πιέσεις μετά την κλιμάκωση της έντασης μεταξύ Γαλλίας-Τουρκίας, ενώ συνεχίζονται οι προκλήσεις κατά της Ελλάδας και της Κύπρου. Γιατί να συνεχίσουν να επενδύουν, λοιπόν, σε μία χώρα που απειλείται με κυρώσεις από τις δύο ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη, ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος από τα επιτόκια, το εμπορικό έλλειμμα διογκώνεται και η ανεργία καλπάζει;
Η απάντηση θα δοθεί στο αμέσως προσεχές διάστημα. Πάντως, αν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλουν αυστηρές κυρώσεις ο Ερντογάν δεν θα έχει κανένα εργαλείο άμυνας για να αποσοβήσει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας. Το θέμα είναι πως θα αντιμετωπιστούν οι αλυσιδωτές αντιδράσεις μιας τέτοιας εξέλιξης, όπως η έκθεση ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και τραπεζών.