Έκαστος εφ’ ω ετάχθη

Έκαστος εφ’ ω ετάχθη

Αν κάτι αντιπαθώ είναι οι επαναλήψεις.

Εξ’ ου και προσπαθώ η αρθρογραφία μου να περιέχει νέα στοιχεία κάθε φορά, ώστε να προσφέρω γνώση και προβληματισμό σε όποιον μου κάνει την τιμή να με διαβάζει.

Επειδή όμως το μήνυμα δε φαίνεται να περνάει και εφόσον ακόμα και οι ένδοξοι πρόγονοί μας είπαν το περίφημο «επανάληψη μήτηρ μαθήσεως» θα επιχειρήσω μια ακόμα φορά να θέσω το πλαίσιο της αστυνόμευσης και γενικά της έννομης Τάξης, σε αυτό που εγώ θεωρώ ορθή βάση.

Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τη νεανική παραβατικότητα. Αν και το φαινόμενο έχει σίγουρα ενταθεί τα τελευταία χρόνια, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί καινοφανές.

Η επιστήμη της εγκληματολογίας επί δεκαετίες προφέρει πανεπιστημιακά μαθήματα σε αυτό που διεθνώς ονομάζεται juvenile delinquency (παιδική παρεκκλίνουσα συμπεριφορά) και οι προβληματισμοί των ειδικών παγκοσμίως διατυπώνονται με κάθε τρόπο εδώ και πολλά χρόνια.

Σίγουρα η ένταση και οι μέθοδοι της νεανικής παραβατικότητας έχουν αλλάξει και ακολουθούν τον σταδιακό εθισμό στη βία που βιώνει ολόκληρη η κοινωνία αλλά και τον κυνισμό που συνεπάγεται η υπερέκθεση σε βίαιες πράξεις.

Η βία έχει απενοχοποιηθεί. Γι’ αυτό και εντείνεται.

Εδώ λοιπόν πρέπει να επαναλάβουμε κάποιες βασικές αλήθειες στον χώρο της εγκληματικότητας. Αλήθειες διαχρονικές που επιμένουμε να αγνοούμε είτε γιατί δεν τις κατανοούμε, είτε διότι μας αρέσουν πιο απλοϊκές προσεγγίσεις που δεν απαιτούν ιδιαίτερο προβληματισμό.

Πάμε λοιπόν:

Το έγκλημα δεν είναι αστυνομικό φαινόμενο, αλλά βαθύτατα κοινωνικό.

Τα αίτια της εγκληματογένεσης αποτελούν σημείο αντιπαράθεσης μεταξύ των εγκληματολόγων πολλά χρόνια. Οι θεωρίες εκτείνονται από την ψυχιατρική, περνούν - κυρίως - από την κοινωνιολογία και καταλήγουν στα οικονομικά και στην πολιτική. Αναλόγως της εκπαίδευσης και των πεποιθήσεων του κάθε επιστήμονα που ασχολείται με το θέμα.

Οι ρίζες της παραβατικότητας χάνονται στα βάθη των επιστημών και κάθε φορά αναλόγως της συγκεκριμένης εγκληματικής συμπεριφοράς, μια άλλη επιστήμη δίνει την απάντηση με συγκεκριμένη θεωρητική προσέγγιση και εξήγηση.

Όποια από τις παραπάνω επιστήμες και αν επιλέξει κάποιος όμως, κοινή συνισταμένη είναι η βαθιά κοινωνική διάσταση του φαινομένου.

Η κοινωνία παράγει το έγκλημα. 

Η αστυνομία καταστέλλει.

Τέλος!

Οι αστυνομικές αρχές δε μπορούν να κάνουν τίποτα για να μειωθούν οι παράγοντες που δημιουργούν την εγκληματικότητα.

Μπορούν μόνο να καταστέλλουν και οφείλουν να το κάνουν με επάρκεια για την προστασία του κοινωνικού συνόλου που είναι και η αποστολή τους.

«Καλά… και η περίφημη αποτροπή;» θα αναρωτηθεί κάποιος.

Αποτροπή μπορεί να υπάρξει μόνο σε δυο επίπεδα.

Η αστυνομία μπορεί -και πρέπει- να αποτρέπει την ΕΚΔΗΛΩΣΗ των παραβατικών πράξεων μέσω του δικτύου πληροφοριών που διαθέτει και μέσω της εμφανούς αστυνόμευσης. Επίσης μέσω της εξειδικευμένης αντιμετώπισης φαινομένων, εξ ου και έχω προτείνει εδώ και καιρό την ίδρυση υποδιεύθυνσης νεανικών συμμοριών.

Η δικαιοσύνη μπορεί -και πρέπει- να αποτρέπει τη μελλοντική εκδήλωση παραβατικών πράξεων μέσω της εφαρμογής των Νόμων ώστε οι κακοποιοί να έχουν αντικίνητρα για τις πράξεις τους.

Σύμφωνα με τον μέγιστο C. Beccaria, οι ποινές για να έχουν αποτρεπτικό χαρακτήρα πρέπει να έχουν τα εξής τρία γνωρίσματα: 

  • Να είναι άμεσες (μικρή χρονική απόσταση μεταξύ της τέλεσης της παραβατικής πράξης και της εφαρμογής της ποινής).
  • Η εφαρμογή τους να είναι βέβαιη (όχι αναστολές για σοβαρά αδικήματα, όχι «παραθυράκια»).
  • Και να είναι αρκετά σοβαρές (αυστηρές)  για να αποτρέψουν.

Δηλαδή, όσα προαναφέραμε: Εμφανής αστυνόμευση (που μειώνει και την εγκληματοφοβία), εκτεταμένο αστυνομικό δίκτυο πληροφοριών και εκτίσιμες ποινές από τη δικαιοσύνη.

Είναι αδύνατον εν έτει 2023 να προξενεί κάποιος θανατηφόρο τροχαίο δυστύχημα και να δέχεται ποινή με ανασταλτικό χαρακτήρα.

Δεν λειτουργεί καμία από τις συνθήκες της ποθούμενης αποτροπής.

Στις ΗΠΑ όσοι προξενούν θανατηφόρο τροχαίο (έστω και χωρίς να βρίσκονται σε μέθη) λαμβάνουν εκτίσιμες ποινές λίγων εβδομάδων ή λίγων μηνών.

Αναλογιστείτε αν θα σας απέτρεπε από την επανάληψη μιας παραβατικής πράξης ένα 2μηνο «φιλοξενίας» σε σωφρονιστικό ίδρυμα. Ακόμα και η ιδέα μιας διανυκτέρευσης σε φυλακή φαντάζει εφιαλτική…

Η αστυνομία λοιπόν και η δικαιοσύνη πρέπει να κάνουν τη δουλειά που τους επιβάλει η αποστολή τους και όχι να αναλώνονται σε κοινωνιολογικές αναλύσεις για το τι δημιουργεί το έγκλημα.

Η αστυνομία καταστέλλει και προλαμβάνει τη φυσική εκδήλωση συγκεκριμένων εγκληματικών πράξεων και η δικαιοσύνη προστατεύει την κοινωνία με τιμωρία και εγκλεισμό των παρανόμων καθώς και με τον αποτρεπτικό χαρακτήρα των ποινών που επιβάλει ανά περίπτωση.

Η ανάλυση των αιτιών είναι  για συναδέλφους κοινωνιολόγους, ψυχολόγους και λοιπούς κοινωνικούς επιστήμονες.

Και μιας και μιλήσαμε αρχικά για τους αρχαίους ημών προγόνους, ο Ηρόδοτος έγραψε και κάτι άλλο σημαντικό.

Έκαστος εφ’ ω ετάχθη…

*Ο Κωνσταντίνος Δούβλης είναι εγκληματολόγος, διδάκτωρ κοινωνιολογίας της αστυνόμευσης.