«Θέλουμε να είμαστε ενεργειακοί προμηθευτές για τις βαλκανικές χώρες και αν είναι δυνατό να γίνουμε εξαγωγείς πράσινης ενέργειας», επισήμανε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε πάνελ συζήτησης με τίτλο «European Green Deal, Anyone?» με θέμα τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του οικονομικού φόρουμ στο Νταβός.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο θέμα της ενέργειας σημειώνοντας αρχικά ότι «Θέλουμε να είμαστε ενεργειακοί προμηθευτές για τις βαλκανικές χώρες μέσω ισχυρών διασυνδέσεων, αγωγών, μονάδων αποθήκευσης και υγροποίησης και αν είναι δυνατό να γίνουμε εξαγωγείς». Επισήμανε πως η γεωγραφική θέση της Ελλάδας της δίνει αυτή τη δυνατότητα, ενώ δεν απέκλεισε την πιθανότητα να μπορεί η χώρα μας, πιθανώς, να εξάγει φυσικό αέριο μέχρι και την Ουκρανία.
Ανέφερε πως επί του παρόντος «εμείς είμαστε ένας καθαρός εισαγωγέας ενέργειας» και σημείωσε πως «όταν η Ελλάδα αποφάσισε πριν από τέσσερα χρόνια να απομακρυνθεί από τον άνθρακα, αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε το φυσικό αέριο ως ένα καύσιμο μετάβασης». «Δεν έχουμε πυρηνική ενέργεια», συνέχισε και πρόσθεσε: «οπότε, όπως καταλαβαίνετε, ήταν η μόνη προφανής επιλογή. Ξοδέψαμε 7 δισ. ευρώ το 2022 για να εισάγουμε φυσικό αέριο και κανονικά το ποσό που απαιτείται είναι 1 δισ. ευρώ.».
Στο σημείο αυτό συμπλήρωσε πως «στο βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα θέλουμε να γίνουμε εξαγωγείς πράσινης ενέργειας, εκμεταλλευόμενοι τα πλεονεκτήματα που έχουμε, κυρίως όσον αφορά την αιολική ενέργεια».
«Αν δείτε τον χάρτη της Μεσογείου, θα δείτε ότι η τοποθεσία όπου παρατηρείται μόνιμος άνεμος και αέρας είναι στην Ελλάδα. Άρα θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε την αιολική ενέργεια, αλλά για να το κάνουμε αυτό θα πρέπει να διασφαλίσουμε τις απαιτούμενες διασυνδέσεις» και υπογράμμισε «αν θέλουμε να έχουμε μια ευρωπαϊκή αγορά Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας που στέλνει ενέργεια σε όλη την Ευρώπη πρέπει να εστιάσουμε περισσότερο σε αυτές».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμπλήρωσε ακόμα ότι «έχουμε υπερπλεονάσματα αιολικής ενέργειας τον χειμώνα στον βορρά και ηλιακής ενέργειας στον νότο το καλοκαίρι αλλά ακόμα δεν έχουμε βρει την ισορροπία».
Ακολούθως αναφέρθηκε και στις συνομιλίες της Ελλάδας με την Αίγυπτο για την ηλεκτρική διασύνδεση των δύο χωρών για την οποία - όπως είπε - πρέπει να τύχει ενδιαφέροντος και από την Ευρώπη, ενώ εξέφρασε την αισιοδοξία του για την πράσινη μετάβαση της χώρας μας λέγοντας ότι είμαστε πρωταγωνιστές στην παραγωγή ενέργειας από τις ΑΠΕ.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στη ρύθμιση της αγοράς ενέργειας στην ΕΕ. Όπως είπε «όταν μας λέτε ότι χρειάζεται δύο χρόνια για να πάρει κανείς τις απαιτούμενες άδειες στις ΗΠΑ έναντι έξι χρόνων στην ΕΕ αυτό θα πρέπει να το λάβουμε υπόψη, διότι ναι μιλάμε πάρα πολύ για την ενιαία αγορά», τονίζοντας ότι «είναι το βασικό μας πλεονέκτημα όσον αφορά την ικανότητα που έχουμε να πείθουμε τις εταιρείες να επενδύουν στην Ευρώπη, αλλά αν έχουμε αυτούς τους γραφειοκρατικούς περιορισμούς τότε δεν θα έχουμε πλεονεκτική θέση».
Αναφέρθηκε στη συνέχεια της συζήτησης και στο γεγονός ότι η ΕΕ πολές φορές ήταν διστακτική να χρησιμοποιήσει το ειδικό βάρος που έχει φέρνοντας ως παράδειγμα την ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου της Ουκρανίας όπου, όπως είπε, μας πήρε μήνες να συμφωνήσουμε και να βάλουμε τελικά πλαφόν ως μεγάλοι αγοραστές απέναντι σε έναν εκβιασμό της αγοράς ενώ την περίοδο του κορονοϊού «ήμασταν εξαιρετικά αποτελεσματικοί»
Παρατήρησε ότι υπάρχουν χώρες που έχουν τη δημοσιονομική ισχύ να στηρίξουν τις επιχειρήσεις τους και άλλες, που δεν την έχουν. «Εάν θέλεις να αποσπάσεις τη στήριξη των πολιτών για την πράσινη ενέργεια, πρέπει να επιστρατεύσεις αμοιβαία επωφελείς λύσεις, όπως αυτό, που κάναμε σε μικρά νησιά της χώρας μας, όπου εξηγήσαμε στους κατοίκους τα πλεονεκτήματα της ηλεκτρικής ενέργειας, πρέπει να ξεκινήσεις με μικρές νίκες», είπε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός εν όψει των ευρωεκλογών υπογράμμισε την ανάγκη να επικεντρωθούμε στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και στην εξάλειψη όλων των γραφειοκρατικών εμποδίων. «Θα πρέπει αυτό να αποτελέσει μία βασική προτεραιότητα στις επερχόμενες εκλογές», συμπλήρωσε.
Αναλυτικά οι τοποθετήσεις του πρωθυπουργού:
Για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας
«Συνεχίζω να είμαι βαθιά αισιόδοξος για το μέλλον της Πράσινης Συμφωνίας, διότι όταν ξεκίνησε αυτή η συζήτηση πριν από μερικά χρόνια, το κύριο επιχείρημα υπέρ της Πράσινης Συμφωνίας είχε να κάνει κυρίως με τη σημασία της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για την προστασία του περιβάλλοντος. Αντιμετωπίσαμε καταστροφικές πλημμύρες, για παράδειγμα, αυτό το καλοκαίρι, την ανάγκη να διαδραματίσουμε πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή τη μετάβαση. Έκτοτε, υποστήκαμε ένα γεωπολιτικό σοκ, και ήταν επίσης απόλυτα σαφές ότι ορισμένες από τις λύσεις που προσφέρει η Πράσινη Συμφωνία έχουν επίσης βαθύτατη οικονομική σημασία.
Κοιτάξτε, για παράδειγμα, στην Ελλάδα, τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ενεργειακό μας μείγμα, το πόσο φθηνές είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Θέλω να πω, υπάρχουν ώρες κατά τη διάρκεια της ημέρας που έχουμε πραγματικά αρνητικές τιμές.
Πιστεύω λοιπόν ότι υπάρχει μια γενική κατανόηση ότι πρέπει να προωθήσουμε αυτή την ατζέντα και ουσιαστικά να την κατατμήσουμε πιθανώς σε τρεις τομείς: σε εκείνες τις τεχνολογίες που είναι ήδη ώριμες και ανταγωνιστικές, όπου μπορούμε να διαδραματίσουμε πραγματικά ηγετικό ρόλο, σε εκείνες τις τεχνολογίες που μπορεί να χρειαστούν κάποια πρόσθετη βοήθεια, πρόσθετες επιδοτήσεις, προκειμένου να μπορέσουν πραγματικά να γίνουν αποτελεσματικές, και σε εκείνες τις τεχνολογίες που ανήκουν ακόμη στο μακρινό μέλλον, όπου πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι τουλάχιστον η Ευρώπη θα διαδραματίσει ηγετικό ρόλο όσον αφορά στην πραγματική ανάπτυξή τους.
Επομένως, από την πλευρά της Ελλάδας, και πάλι, ως χώρα που διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές, συνεχίζω να είμαι πολύ αισιόδοξος για την Πράσινη Συμφωνία και να υποστηρίζω θερμά τις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Βεβαίως, αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να αντικατοπτρίζει την πολιτική πραγματικότητα σε όλα τα κράτη μέλη, αλλά θεωρώ ότι είναι σημαντικό να τονίσουμε την πρόοδο που έχουμε σημειώσει και να προσθέσουμε σε αυτό τους σημαντικούς πόρους που παρέχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας σχετικά με την πράσινη μετάβαση. Για την Ελλάδα, το συνολικό κονδύλι υπερβαίνει τα 36 δισεκατομμύρια ευρώ. Περισσότερο από το 25% αυτού κατευθύνεται προς την πράσινη μετάβαση. Άρα θα έλεγα ότι έχουμε και σημαντική οικονομική δύναμη πυρός από την Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να το πετύχουμε αυτό».
Για την ενεργειακή ασφάλεια και τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας
«Αυτή τη στιγμή είμαστε καθαρός εισαγωγέας ενέργειας. Και για να το θέσουμε σε ένα πλαίσιο, όταν η Ελλάδα αποφάσισε πριν από τέσσερα χρόνια να απομακρυνθεί από τον άνθρακα, αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε το φυσικό αέριο ως μεταβατικό καύσιμο. Δεν έχουμε πυρηνική ενέργεια, οπότε ήταν η μόνη προφανής επιλογή. Δαπανήσαμε επτά δισεκατομμύρια ευρώ το 2022 για την εισαγωγή φυσικού αερίου, ενώ δαπανούσαμε κανονικά ένα δισεκατομμύριο, για να βάλουμε τα πράγματα σε ένα πλαίσιο.
Επομένως, είπαμε ότι βραχυπρόθεσμα θέλουμε να γίνουμε πάροχος ενέργειας τουλάχιστον για τα Βαλκάνια, με την κατασκευή ισχυρών διασυνδέσεων, αγωγών, πλωτών μονάδων αποθήκευσης και επαναεριοποίησης στη Βόρεια Ελλάδα. Να αξιοποιήσουμε τις μοναδικές γεωγραφικές μας δυνατότητες, ενδεχομένως ακόμη και, αν χρειαστεί, να εξάγουμε φυσικό αέριο μέχρι την Ουκρανία. Διότι αν κοιτάξετε τον χάρτη, η απόσταση δεν είναι τόσο μεγάλη. Αλλά μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, φιλοδοξούμε να γίνουμε εξαγωγείς πράσινης ενέργειας, αξιοποιώντας το σημαντικό δυναμικό που διαθέτουμε, ιδίως όσον αφορά την υπεράκτια αιολική ενέργεια.
Αν κοιτάξετε τον χάρτη της Μεσογείου, το μέρος όπου επικρατούν οι περισσότεροι συνεχείς, σταθεροί και ισχυροί άνεμοι είναι το Αιγαίο Πέλαγος. Επομένως, μέρος του μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού μας είναι να κάνουμε πραγματικά μια σημαντική τομή όσον αφορά την υπεράκτια αιολική ενέργεια. Αλλά για να το κάνουμε αυτό, πρέπει επίσης να υλοποιήσουμε τις απαραίτητες διασυνδέσεις.
Αν θέλουμε να έχουμε μια ευρωπαϊκή αγορά ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που να στέλνει απρόσκοπτα ενέργεια σε όλη την ήπειρο, πρέπει να επικεντρωθούμε περισσότερο στα δίκτυα και στις διασυνδέσεις. Πιστεύω ότι συνειδητοποιήσαμε με κάποια καθυστέρηση ότι αυτή είναι μια αναγκαία επένδυση που μπορούμε να κάνουμε. Και αν κοιτάξετε τη συνολική εικόνα του τρόπου με τον οποίο παράγεται η ευρωπαϊκή ανανεώσιμη ενέργεια, θα διαπιστώσετε ότι έχουμε πλεόνασμα αιολικής ενέργειας στο βορρά το χειμώνα και πλεόνασμα ηλιακής ενέργειας στο νότο το καλοκαίρι. Ωστόσο, ακόμη δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε αυτή τη γεωγραφική πραγματικότητα.
Φιλοδοξούμε λοιπόν να διαδραματίσουμε βραχυπρόθεσμα ηγετικό ρόλο ως πάροχοι ενεργειακής ασφάλειας, βοηθώντας επίσης κάποιους από τους βαλκάνιους φίλους μας να απαλλαγούν ταχύτερα από τον άνθρακα. Όμως, ευελπιστούμε ότι θα γίνουμε επίσης καθαρός εξαγωγέας πράσινης ενέργειας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Και μπορώ να σας πω ότι υπάρχει ήδη μεγάλο ενδιαφέρον για επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα.
Τέλος, θα πρέπει επίσης να εξετάσουμε τις διασυνδέσεις με την Αφρική. Η Αφρική έχει σημαντικό, αν όχι απεριόριστο, δυναμικό για την παραγωγή πράσινης ενέργειας, ιδίως από την ηλιακή ενέργεια. Βρισκόμαστε σε συζητήσεις με την Αίγυπτο για την κατασκευή μιας διασύνδεσης που θα συνδέει την Ελλάδα με την Αίγυπτο. Και φυσικά, θεωρώ ότι όλα αυτά είναι έργα που θα πρέπει να εντάσσονται στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Διότι δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικά μόνο για την Ελλάδα, είναι σημαντικά για την Ευρώπη συνολικά».
Για την κατανομή των κονδυλίων της ΕΕ
«Πρώτα απ’ όλα -και για να συνεχίσω αυτό που είπατε σχετικά με το μοχλό πίεσης που έχουμε τον οποίο μερικές φορές φαίνεται να διστάζουμε να χρησιμοποιήσουμε- είχαμε συζητήσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά τη διάρκεια της μεγάλης ενεργειακής κρίσης του 2022, και μας πήρε μήνες μέχρι να συμφωνήσει το Συμβούλιο, με την υποστήριξη της Επιτροπής, ενώ στην πραγματικότητα είχε ταχθεί υπέρ της λύσης πολύ πριν οι άλλοι συνειδητοποιήσουν ότι είναι σημαντικό να θέσουμε, για παράδειγμα, ένα ανώτατο όριο στο φυσικό αέριο και να χρησιμοποιήσουμε τη δύναμή μας ως μεγάλοι αγοραστές φυσικού αερίου για να αντιμετωπίσουμε αυτό που ήταν σαφώς μια προφανής στρέβλωση της αγοράς. Το κάναμε λοιπόν, αλλά δεν το κάναμε αρκετά γρήγορα.
Από την άλλη πλευρά, όταν επρόκειτο για τον Covid, τα εμβόλια και το Ταμείο Ανάκαμψης, υπήρξαμε απίστευτα αποτελεσματικοί. Όσον αφορά τη στήριξη των επιχειρήσεών μας και τη βελτίωση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, επιτρέψτε μου να επισημάνω μια ανησυχία, την οποία έχω εκπροσωπώντας μια μεσαίου μεγέθους ευρωπαϊκή χώρα που μόλις τώρα βγαίνει από μια πολύ επώδυνη δεκαετή κρίση: έχουμε κάνει πολλά σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να συγκεντρώσουμε ευρωπαϊκά κονδύλια για να στηρίξουμε στρατηγικές προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Πράσινη Συμφωνία είναι μία από αυτές, και αυτή είναι μια προτεραιότητα για την ΕΕ της επόμενης γενιάς. Και μπορώ να σας πω ότι οι περιορισμοί και οι όροι που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι απίστευτα αυστηροί. Επομένως, ως μεγάλοι αποδέκτες κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, πρέπει να κάνουμε τη δική μας προετοιμασία και να είμαστε εξαιρετικά επιμελείς όσον αφορά τη διασφάλιση ότι αυτό που υποβάλλουμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανταποκρίνεται στους αυστηρούς κανονισμούς που έχουν τεθεί σε ισχύ.
Αυτή όμως είναι μια ευρωπαϊκή λύση, και έχουμε κατανείμει τα κονδύλια με γνώμονα δοκιμασμένες ευρωπαϊκές αρχές. Από την άλλη πλευρά, εξακολουθούμε να έχουμε τις κρατικές ενισχύσεις, τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι χαλαρώσαμε τους σχετικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις κατά τη διάρκεια του Covid και θεωρώ ότι μάλλον προφανώς κάναμε το σωστό.
Επιτρέψτε μου όμως να πω ότι η λύση δεν μπορεί να είναι μια σημαντική χαλάρωση των κανόνων σε ό,τι αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη στήριξη των εταιρειών σε χώρες που έχουν το δημοσιονομικό περιθώριο να το πράξουν πραγματικά. Διότι αν δείτε πού πήγαν τα χρήματα των κρατικών ενισχύσεων, το 75% αφορά δύο χώρες, και αυτό στρεβλώνει την ενιαία αγορά υπέρ των χωρών που έχουν πραγματικά ισχυρότερες οικονομίες. Θα μας παρότρυνα λοιπόν, ως ΕΕ, να διατηρήσουμε τη σωστή ισορροπία.
Δεν λέω ότι δεν πρέπει να επανεξετάσουμε τους κανόνες ανταγωνισμού, αλλά πρέπει να έχουμε επίγνωση του γεγονότος ότι υπάρχουν χώρες που διαθέτουν το δημοσιονομικό περιθώριο για να στηρίξουν τις εταιρείες τους, τη στιγμή όμως που υπάρχουν και άλλες χώρες οι οποίες απλώς δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα -και αυτό είναι κάτι που πρέπει να αναγνωριστεί».