Η κατάσταση στην παγκόσμια αγορά λιθίου παραμένει δύσκολη. Όλες οι απόπειρες ανάκαμψης που έχουν γίνει από τις αρχές του χρόνου έχουν αποτύχει και η spot τιμή του στην Κίνα βρίσκεται και πάλι ελάχιστα πάνω από τις 100.000 γιουάν/τόνο, δηλαδή κοντά στα επίπεδα των αρχών του 2021 και σχεδόν 85% κάτω από τα υψηλά που είχαν σημειωθεί στα μέσα του 2022 κοντά στις 600.000 γιουάν/τόνο (αναφερόμαστε στην τιμή του ανθρακικού λιθίου όπως διαμορφώνεται στην κινεζική αγορά).
Το γιατί έχει πέσει τόσο πολύ η τιμή δεν είναι καθόλου δύσκολο να εξηγηθεί και έχει άμεση σχέση, όπως είναι φυσικό, με το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης. Αυτή τη στιγμή η προσφορά υπερβαίνει τη ζήτηση, κόντρα σε προβλέψεις που γίνονταν πριν δύο χρόνια και αναφέρονταν στη μελλοντική αδυναμία εξεύρεσης αρκετού λιθίου για την κατασκευή μπαταριών για ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Η πολύ υψηλή τιμή που έπιασε το 2022 αποτέλεσε ένα πολύ ισχυρό κίνητρο για την επίσπευση των επενδύσεων για την αύξηση της παραγωγής που είχαν ήδη δρομολογηθεί αλλά και για τον σχεδιασμό ακόμα περισσότερων. Από την άλλη μεριά, η ζήτηση δεν έχει αυξηθεί με τον ρυθμό που ανέμεναν πολλοί αναλυτές και πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες. Το γιατί έχει γίνει αυτό είναι προφανές: οι καταναλωτές δεν βιάζονται να αγοράσουν ηλεκτρικά αυτοκίνητα πράγμα που σημαίνει πως δεν υπάρχει τόσο μεγάλη ανάγκη για παραγωγή μπαταριών και κατά συνέπεια για προμήθεια λιθίου.
Τα δελτία ειδήσεων είναι γεμάτα τον τελευταίο καιρό με νέα που επιβεβαιώνουν πως η ζήτηση για ηλεκτρικά οχήματα, μπαταρίες και λίθιο είναι πολύ χαμηλότερη από αυτήν που περιμέναμε έναν χρόνο πριν. Σε άρθρο της 23ης Ιουλίου στο Bloomberg, διαβάζουμε τις εκτιμήσεις της Γαλλικής εταιρείας κατασκευής εξαρτημάτων για αυτοκίνητα OPmobility SE (OPM PARIS).
Σύμφωνα με αυτές, οι αμερικανικές, γαλλικές και γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες παράγουν αυτή την περίοδο ηλεκτρικά αυτοκίνητα 40% έως 45% λιγότερα από όσα είχαν αρχικά προϋπολογίσει, ενώ πολλοί κατασκευαστές αυξάνουν αντίστοιχα την παραγωγή αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης, καθώς και των υβριδικών.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε δει ανακοινώσεις μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών οι οποίες μεταθέτουν χρονικά την αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων στο μέλλον και επικεντρώνονται στην παραγωγή παραδοσιακών αυτοκινήτων που τους δίνουν και μεγαλύτερα κέρδη.
Τέτοιες ανακοινώσεις έχουμε δει από τη Mercedes Benz Group (MBG XETRA), Porsche (P911 XETRA), Volkswagen (VOW3 XETRA), Stellantis (STLA NYSE), Ford (F NYSE), General Motors (GM NYSE) και άλλες, ενώ ακόμα και η Tesla (TSLA NASDAQ) βλέπει τις πωλήσεις της να μην ακολουθούν πλέον την ανοδική πορεία του παρελθόντος.
Σαν συνέπεια της σημαντικής αύξησης της παραγωγής και της αδυναμίας της ζήτησης να κινηθεί πιο ανοδικά, έχουν αλλάξει εντελώς οι προβλέψεις των αναλυτών για την εξέλιξη του ισοζυγίου προσφοράς – ζήτησης τα επόμενα χρόνια. Έκθεση της Benchmark Mineral Intelligence που περιλαμβάνεται σε άρθρο του Bloomberg από την 22α Ιουλίου προβλέπει πως η παραγωγή λιθίου θα υπερβαίνει την κατανάλωση μέχρι και το 2028, το 2029 θα υπάρχει ισορροπία και το 2030 θα δούμε τη ζήτηση να υπερισχύει για πρώτη φορά από το 2022.
Βέβαια, αυτές οι εκτιμήσεις γίνονται με τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας τώρα και τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν σημαντικά στο μέλλον. Αν όμως δεχθούμε το συμπέρασμα των αναλυτών της Benchmark Mineral Intelligence, θα πρέπει να υποθέσουμε πως η τιμή του λιθίου θα είναι πολύ δύσκολο να ανακάμψει από τα τωρινά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει πως αρκετές επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εξόρυξη και την επεξεργασία του μετάλλου θα δυσκολευθούν πολύ να επιτύχουν κερδοφόρα αποτελέσματα. Λογικά, κάποιες από αυτές θα πρέπει να περικόψουν μέρος της παραγωγής τους ή, στην περίπτωση μικρών επιχειρήσεων, να σταματήσουν τη λειτουργία τους ή να ψάξουν να βρουν κάποιον να τις εξαγοράσει.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μεταδίδει τους τελευταίους μήνες ο διεθνής Τύπος, υπάρχουν ήδη μερικές επιχειρήσεις μικρού μεγέθους που αποφάσισαν κάτι τέτοιο. Η αυστραλιανή Core Lithium και η κινεζική Zhicun Lithium Group είναι δύο επιχειρήσεις από αυτές, όπως αναφέρεται σε σχετικό άρθρο του Bloomberg. Τέτοιες κινήσεις όμως δεν πρόκειται να αλλάξουν και πολύ τη γενική κατάσταση στην βιομηχανία λιθίου. Τα πράγματα θα αλλάξουν αν δούμε κάποιες από τις μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου να ανακοινώνουν περικοπές στην παραγωγή, κλεισίματα ορυχείων ή «πάγωμα» επενδύσεων για αύξηση της παραγωγής.
Μία σχετική προειδοποίηση ήρθε στο τέλος Ιουνίου από την αμερικανική Albermarle (ALB NYSE), η οποία είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο. Ο διευθυντής του τομέα αποθήκευσης ενέργειας (δηλαδή του τομέα μπαταριών) είχε δηλώσει κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου πως οι χαμηλές τιμές του λιθίου δεν δικαιολογούν τη διενέργεια νέων επενδύσεων για την αύξηση της παραγωγής.
Τα πράγματα χειροτέρεψαν την 1η Αυγούστου, όταν η ίδια εταιρεία ανακοίνωσε πως θα μειώσει κατά 50% τις δραστηριότητες επεξεργασίας λιθίου στην Αυστραλία και πως θα «παγώσει» κάθε επένδυσή της εκεί εξαιτίας της πτώσης της τιμής του λιθίου, η οποία ευθύνεται για τη σημαντική πτώση του κύκλου εργασιών και της κερδοφορίας της εταιρείας στο δεύτερο τρίμηνο του 2024 σε σχέση με το 2023.
Δεν αποκλείεται να ακούσουμε σύντομα και άλλα παρόμοια νέα από τις ανταγωνίστριες της Albermarle καθώς βρισκόμαστε και σε περίοδο ανακοίνωσης οικονομικών αποτελεσμάτων και είναι βέβαιο πως θα υποβληθούν επίμονες ερωτήσεις για το ζήτημα από τους επενδυτές και τους αναλυτές.
Από την άλλη μεριά όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κάποιες από τις μεγάλες επιχειρήσεις θα διστάσουν να σταματήσουν τη λειτουργία ορυχείων φοβούμενες μεταξύ άλλων την απώλεια εξειδικευμένων εργαζομένων που θα αποφασίσουν να αλλάξουν εργοδότη και το μεγάλο κόστος επανέναρξης της λειτουργίας τους. Εδώ υπάρχει και ένας άλλος παράγων που περιπλέκει την κατάσταση και δυσκολεύει τη διατύπωση προβλέψεων. Το γεγονός πως πολλές μεγάλες επιχειρήσεις στον τομέα είναι κινεζικές. Οι εταιρείες αυτές ίσως να δυσκολευθούν να προβούν σε τέτοιες κινήσεις, δεδομένου πως η πολιτική ηγεσία της χώρας επιθυμεί τη διατήρηση του προβαδίσματος της Κίνας στον τομέα των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, κάτι που μπορεί να συμβεί αν οι εταιρείες αποφασίσουν να περιορίσουν τη δραστηριότητά τους.
Όπως έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια στον τομέα των φωτοβολταϊκών συστημάτων, η κινεζική κυριαρχία παραμένει ακόμα και αν οι εταιρείες τους είναι έντονα ζημιογόνες, καθώς ακόμα και αν βρεθούν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση βρίσκονται τρόποι για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων τους.
Αυτή η «υποψία» είναι πολύ πιθανόν να μεγαλώνει τους δισταγμούς των δυτικών επιχειρήσεων λιθίου να μειώσουν τις δραστηριότητές τους και να παραχωρήσουν ακόμα μεγαλύτερο ελεύθερο χώρο στους Κινέζους. Ανεξαρτήτως αυτών όμως, είναι βέβαιο πως θα δούμε πολλές επιχειρήσεις να αναγκάζονται να πάρουν μέτρα αντιμετώπισης της κατάστασης και κάποια από αυτά θα περιλαμβάνουν και τον περιορισμό των δραστηριοτήτων τους. Για να δούμε όμως ουσιώδη ανάκαμψη στην τιμή του λιθίου θα πρέπει να πρώτα να δούμε τέτοιες κινήσεις από τις μεγάλες εταιρείες του κλάδου και όχι μόνο από κάποιες «περιθωριακές».
Κοιτώντας μπροστά όμως, πιστεύουμε πως υπάρχει και ένα άλλο ενδεχόμενο, αυτό της αύξησης της ζήτησης πολύ παραπάνω απ’ όσο εκτιμούν τώρα οι ειδικοί. Αυτό θα μπορούσε να γίνει πολύ απλά γιατί η πτώση της τιμής του λιθίου κάνει πιο φθηνές τις μπαταρίες και φυσικά και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Καθώς ένας από τους λόγους για τον οποίον η ζήτηση για ηλεκτρικά αυτοκίνητα δεν «απογειώθηκε» είναι η σχετικά υψηλή τους τιμή για τους δυτικούς καταναλωτές, μπορούμε να πιθανολογήσουμε πως σε μερικούς μήνες που – λογικά – θα αρχίσουν να πέφτουν και οι τιμές των αυτοκινήτων θα αρχίσει να εκδηλώνεται μεγαλύτερη ζήτηση.
Η ζήτηση για λίθιο θα μπορούσε να αυξηθεί και για έναν ακόμα λόγο: εταιρείες όπως η LG Energy Solution, από τις μεγαλύτερες στον κόσμο στην παραγωγή μπαταριών, σκέφτονται ήδη να μετατρέψουν μέρος εργοστασίων μπαταριών αυτοκινήτου σε εργοστάσιο παραγωγής μπαταριών αποθήκευσης ενέργειας μεγάλης χωρητικότητας, σαν αυτές που χρησιμοποιούνται ήδη στις ΗΠΑ και αλλού για την αποθήκευση της ηλιακής και αιολικής ενέργειας που «περισσεύουν» σε κάποιες στιγμές της ημέρας και τελικά πάνε χαμένες.
Το τι θα γίνει τελικά με το λίθιο μας είναι πολύ δύσκολο να πούμε. Υποθέτουμε όμως πως ύστερα από μερικούς μήνες, όχι κατ’ ανάγκην μέσα στο 2024, θα δούμε έναν συνδυασμό μείωσης της προσφοράς και αύξησης της ζήτησης που θα βγάλει την τιμή του από το πολύ χαμηλό σημείο που βρίσκεται τώρα. Δεν μπορούμε όμως να φανταστούμε πως θα δούμε και κάποιο «τρελό ράλι», όπως αυτό που είχαμε ζήσει πριν δύο χρόνια.