Στις αρχές του Μαρτίου δημοσιεύθηκε ένα αποκλειστικό ρεπορτάζ του Reuters το οποίο υποστήριζε πως η μεγαλύτερη κρατική πετρελαϊκή εταιρεία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, η ADNOC, και η μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία στον κόσμο, η Σαουδαραβική Saudi Aramco (2222 RIYADH) συζητούσαν (ανεξάρτητα η μία από την άλλη) με αμερικανικές επιχειρήσεις προκειμένου να αποκτήσουν συμμετοχή σε projects LNG.
Η επίσημη ανακοίνωση της Adnoc επιβεβαίωσε πλήρως το πρώτο σκέλος των πληροφοριών του διεθνούς πρακτορείου. Σύμφωνα με αυτήν, η εταιρεία από τα ΗΑΕ αγόρασε το 11,70% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας που κατασκευάζει και πρόκειται να διαχειριστεί την πρώτη φάση του Rio Grande LNG, ενός συγκροτήματος τερματικών σταθμών υγροποίησης φυσικού αερίου που βρίσκεται στις ακτές της πολιτείας του Τέξας.
Η πρώτη φάση περιλαμβάνει την κατασκευή τριών τερματικών σταθμών και προβλέπεται να ολοκληρωθεί περίπου το 2029. Η αραβική εταιρεία απέκτησε επίσης το δικαίωμα να αποκτήσει μετοχική συμμετοχή και στην εταιρεία που θα κατασκευάσει και θα διαχειριστεί τον τέταρτο και τον πέμπτο τερματικό σταθμό.
Η απόφαση για το αν θα προχωρήσει η κατασκευή των δύο αυτών σταθμών αναμένεται να ληφθεί μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2024. Στην περίπτωση που η απόφαση είναι θετική, η Adnoc έχει εξασφαλίσει για την ίδια μία σημαντική ποσότητα LNG ετησίως για είκοσι χρόνια.
Το μεγάλο project Rio Grande LNG έχει ως βασικό οργανωτή και σημαντικό μέτοχο την αμερικανική ενεργειακή εταιρεία Next Decade (NEXT NASDAQ). Η Next Decade έλαβε την τελική απόφαση για την κατασκευή της πρώτης φάσης τον Ιούλιο του 2023 και εξασφάλισε την απαραίτητη χρηματοδότηση που ανήλθε στα 18,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Την κατασκευή έχει αναλάβει η κορυφαία αμερικανική κατασκευαστική εταιρεία Bechtel, έναντι 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων, και οι εργασίες άρχισαν τον περασμένο Οκτώβριο.
Σύμφωνα με το Bloomberg, στο μετοχικό κεφάλαιο της Next Decade συμμετέχει με περίπου 17,40% η γαλλική ενεργειακή εταιρεία Total Energies (TTE PARIS) και με περίπου 5,50% η Mubadala, κρατική επενδυτική εταιρεία του Abu Dhabi. Πάλι σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg, στην εταιρεία που κατασκευάζει την πρώτη φάση του Rio Grande LNG συμμετέχουν η Next Decade, η Total Energies και η εταιρεία private equity Global Infrastructure Partners (GIP) {πρόσφατα συμφώνησε να εξαγοραστεί από την Blackrock (BLK NYSE)}. Η GIP είναι αυτή που πούλησε μέρος του μεριδίου της στην Adnoc.
Οι οικονομικές λεπτομέρειες της συμφωνίας δεν γνωστοποιήθηκαν, είναι όμως βέβαιο πως πρόκειται, με διαφορά, για την μεγαλύτερη μέχρι τώρα επενδυτική κίνηση της Adnoc στις ΗΠΑ. Όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Next Decade, εγκαινιάζεται μία συνεργασία που θα κρατήσει πολλές δεκαετίες, με έναν από τους μεγαλύτερους παίκτες της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας. Και όντως, έτσι είναι τα πράγματα.
Η Adnoc είναι ήδη μία παγκόσμια δύναμη στον τομέα του πετρελαίου και των προϊόντων διύλισής του. Αυτή την εποχή προσπαθεί να επεκταθεί δυναμικά στον τομέα των πετροχημικών ενώ έχει ξεκινήσει και μία πολύ φιλόδοξη προσπάθεια και στον τομέα του υγροποιημένου φυσικού αερίου. Η εταιρεία σχεδιάζει την κατασκευή σταθμού υγροποίησης μέσα στο έδαφος των ΗΑΕ ενώ αποκτά συμμετοχή και σε διάφορα projects ανά τον κόσμο. Είναι φανερό πως η γιγαντιαία αυτή επιχείρηση πιστεύει πως το μέλλον βρίσκεται (και) στο LNG και έχει αποφασίσει να συμμετάσχει δυναμικά στην ανάπτυξη του κλάδου ανά τον κόσμο.
Παρόμοια απόφαση έχει πάρει και η μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία στον κόσμο, η Saudi Aramco. Εκτός από τα μεγάλα σχέδιά της για την εξόρυξη σημαντικών ποσοτήτων φυσικού αερίου από το υπέδαφος της χώρας της, η επιχείρηση έχει ήδη αρχίσει την δραστηριοποίησή της εκτός Σαουδικής Αραβίας, όπως είχαμε δει τον περασμένο Οκτώβριο.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του Reuters στο οποίο αναφερθήκαμε στην αρχή, ο σαουδαραβικός κολοσσός βρίσκεται σε συζητήσεις για την απόκτηση συμμετοχής στην δεύτερη φάση της ομάδας τερματικών σταθμών Port Arthur LNG στην πολιτεία του Τέξας. Δεν ξέρουμε αν θα επιβεβαιωθεί πανηγυρικά και αυτό το μέρος του ρεπορτάζ του διεθνούς πρακτορείου. Ακόμα όμως και να χαλάσει κάτι στην κυοφορούμενη συμφωνία, το γεγονός είναι πως η Aramco έχει μπει πολύ δυναμικά στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου και LNG, όπως και η «γειτονική» της Adnoc.
Οι κινήσεις των δύο μεγάλων αραβικών εταιρειών στις ΗΠΑ, όπως και αντίστοιχες της Qatar Energy, γίνονται για δύο βασικούς λόγους. Ο πρώτος είναι πως πιστεύουν ακράδαντα πως το LNG έχει πολύ μέλλον μπροστά του, και για πάρα πολλά χρόνια. Σύμφωνα με το Reuters, οι περισσότεροι ενεργειακοί ειδικοί εκτιμούν πως η ζήτηση για LNG θα αυξηθεί κατά περίπου 50% από σήμερα μέχρι το 2030.
Οι ίδιες οι επιχειρήσεις, όπως έχουν δηλώσει αρκετές φορές δημοσίως οι αξιωματούχοι τους, πιστεύουν πως το φυσικό αέριο και ειδικά το LNG θα είναι η «ενεργειακή γέφυρα» πάνω στην οποία θα στηριχθεί η πορεία προς την πράσινη ενέργεια. Τα νέα που έρχονται συνεχώς από την παγκόσμια ενεργειακή αγορά δείχνουν πως οι μεγάλες αυτές εταιρείες μάλλον ξέρουν τι κάνουν. Χώρες όπως το Βιετνάμ, η Ιαπωνία, η Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες, αυξάνουν συνεχώς τις παραγγελίες τους και αναβαθμίζουν τις υποδομές υποδοχής φορτίων LNG. Είναι λογικό λοιπόν για τις δύο μεγάλες επιχειρήσεις να αποκτήσουν κρίσιμο μέγεθος στον τομέα του LNG μέσω της συμμετοχής τους σε διεθνείς κοινοπραξίες υγροποίησης φυσικού αερίου, καθώς ακόμα δεν είναι έτοιμες να το κάνουν στο δικό τους έδαφος.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο οι Άραβες ενεργειακοί επιχειρηματίες έχουν ξεκινήσει έντονη δραστηριότητα στις ΗΠΑ είναι αμιγώς οικονομικού χαρακτήρα. Πολύ απλά, επενδυτικά σχέδια όπως αυτά του Rio Grande LNG και του Port Arthur LNG δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν την απαραίτητη χρηματοδότηση από τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές τράπεζες λόγω των εμποδίων που βάζει η υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να περιορίσουν κατά πολύ τη χρηματοδότηση έργων που έχουν σχέση με υδρογονάνθρακες.
Η πίεση από πολλούς επενδυτές - μετόχους των τραπεζών σε συνδυασμό με την πίεση που ασκούν οι εποπτικές αρχές κάνουν τα πράγματα αρκετά δύσκολα. Φυσιολογικά λοιπόν, η χρηματοδότηση θα έλθει από τις εταιρείες private equity και από διεθνείς ενεργειακές επιχειρήσεις, όπως αυτές που εδρεύουν στις Αραβικές χώρες και δεν αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα.
Δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε λοιπόν αν δούμε να αυξάνεται σημαντικά η παρουσία των ενεργειακών επιχειρήσεων από τις αραβικές χώρες, στα μεγάλα επενδυτικά σχέδια για τη σημαντική αύξηση της δυναμικότητας της αμερικανικής βιομηχανίας LNG. Δεν θα πρέπει να νοιώσουμε έκπληξη και αν σε μερικά χρόνια τα περισσότερα κέρδη από τη μεταφορά του αμερικανικού LNG αρχίζουν να κατευθύνονται προς την αραβική χερσόνησο.