Πολύ κοντά στην ηλεκτροπαραγωγική εφεδρεία της Κρήτης: Τι συζητά το ΥΠΕΝ με την Κομισιόν

Πολύ κοντά στην ηλεκτροπαραγωγική εφεδρεία της Κρήτης: Τι συζητά το ΥΠΕΝ με την Κομισιόν

Θερμαίνονται οι συζητήσεις μεταξύ του ενεργειακού επιτελείου της κυβέρνησης και της Κομισιόν για το δικαίωμα διατήρησης της συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής ως εφεδρείας στην Κρήτη.

Βασικό αντικείμενο της συζήτησης είναι και ο τρόπος, με τον οποίο θα αποζημιωθούν οι εφεδρείες των μονάδων στο νησί, οι οποίες είναι απαραίτητες για την ενεργειακή του ασφάλεια.

Συγκεκριμένα, οι συμβατικές μονάδες, που θα απαιτηθούν για να λειτουργούν σε καθεστώς εφεδρείας έκτακτων αναγκών φτάνουν την συνολική ισχύ των 500 MW με 550 MW. Οι μονάδες αυτές, όπως «μαρτυρά» και η διερεύνηση της κοινής ομάδας εργασίας ΑΔΜΗΕ-ΔΕΔΔΗΕ, δεν είναι απαραίτητες μόνο για την ενεργειακή ασφάλεια της Κρήτης. Παρόμοιες μονάδες αναμένεται να εξεταστούν και σε άλλα ελληνικά νησιά, μετά την ολοκλήρωση των διασυνδέσεών τους με το ηπειρωτικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Το καθεστώς ηλεκτροπαραγωγής για την Κρήτη προχωράει όμως τώρα δυναμικά με τις συζητήσεις ΥΠΕΝ και Κομισιόν να βρίσκονται σε εξέλιξη. Αν και είναι σε διαδικασία απόσυρσης, «κλειδί» για το καθεστώς αυτό αναμένεται να αποτελέσουν οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ, που βρίσκονται στο νησί, καθώς εξετάζεται κατά πόσο θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν προς διατήρηση.

Στο πλαίσιο αυτό, στα «σκαριά» είναι σχετικός διαγωνισμός, τον οποίο αναμένεται να «τρέξει» ο ΑΔΜΗΕ. Ο τελευταίος υπενθυμίζεται ότι έχει αναλάβει και την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικής, η οποία θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί για να ξεκινήσει ο σχετικός διαγωνισμός για το καθεστώς εφεδρείας στο νησί. 

Τούτων δοθέντων, οι ανταγωνιστικές διαδικασίες αναμένεται ότι θα εκκινήσουν τον Οκτώβριο του 2025, όταν και θα έχει γίνει η τελική επιλογή των αναδόχων.

Να σημειωθεί ότι απομένει ένας περίπου μήνας για να ολοκληρωθεί κατασκευαστικά το μεγάλο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Αττικής και να ακολουθήσει στις αρχές του νέου έτους η φάση της δοκιμαστικής ηλέκτρισης, ώστε το καλοκαίρι του 2025 να παραδοθεί.

Η ολοκλήρωση της διασύνδεσης σηματοδοτεί την πλήρη ένταξη της Κρήτης στο διασυνδεδεμένο δίκτυο, καθώς με το καλώδιο Κρήτη – Πελοπόννησος, το οποίο βρίσκεται ήδη σε λειτουργία, καλύπτεται το 30% περίπου των αναγκών του σε ρεύμα.

Η αναγκαιότητα διατήρησης συμβατικού παραγωγικού δυναμικού επί της Κρήτης μετά την ολοκλήρωση της διασύνδεσής της με την Αττική αναδείχθηκε, λοιπόν, από τη διερεύνηση της κοινής ομάδας Εργασίας ΑΔΜΗΕ-ΔΕΔΔΗΕ. 

Το πρόγραμμα του ΑΔΜΗΕ αναφέρει ότι η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικής μπορεί να καλύψει τις αιχμές φορτίου, είναι όμως απαραίτητο να παραμείνει στο νησί συμβατική παραγωγή σε καθεστώς εφεδρείας για την αντιμετώπιση ενδεχομένων μερικής απώλειας των διασυνδέσεων ή πρόσκαιρης απώλειας εξοπλισμού του συστήματος μεταφοράς κατά τη διάρκεια των οποίων να καθίσταται επιβεβλημένη η λειτουργία συμβατικής ισχύος για λόγους ασφάλειας δικτύου (πχ στήριξη τάσεων).

Από τη διερεύνηση της κοινής ομάδας ΑΔΜΗΕ-ΔΕΔΔΗΕ είχε προκύψει ανάγκη διατήρησης τουλάχιστον 200 MW για την πλήρη κάλυψη της ζήτησης σε ενδεχόμενη απώλεια ενός πόλου υψηλής τάσης και ενός κλάδου εναλλασσόμενου ρεύματος. Για την πλήρη κάλυψη του φορτίου, ωστόσο, στο δυσμενέστερο ενδεχόμενο της πλήρους απώλειας της διασύνδεσης, ιδίως αν συμβεί σε περίοδο υψηλού φορτίου συνδυαστικά με χαμηλή παραγωγή ΑΠΕ, είχε υπολογιστεί ότι ενδέχεται να απαιτηθεί πρόσκαιρη λειτουργία έως και 400 MW συμβατικής ισχύος με τελευταίες εκτιμήσεις να ανεβάζουν την ισχύ στα 500-550 MW.

Βέβαια, η απαιτούμενη ισχύς θα επηρεαστεί και από τον ρόλο των ΑΠΕ, ενώ ενδέχεται σταδιακά να μειώνεται ανάλογα με τον βαθμό ανάπτυξης των ΑΠΕ ή και των υβριδικών σταθμών. 

Σε ό,τι αφορά τις Κυκλάδες ακόμη και μετά την ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας φάσης της ηλεκτρικής διασύνδεσης, κρίνεται, επίσης, αναγκαία η διατήρηση τουλάχιστον δύο υφιστάμενων Αυτόνομων Σταθμών Παραγωγής (ΑΣΠ) σε καθεστώς εφεδρείας, οι οποίοι θα τίθενται σε λειτουργία μόνο σε περιπτώσεις εκτάκτων αναγκών. Σε σχέση με το ύψος εφεδρείας προτείνεται να διατηρηθούν 100 ΜW για την κάλυψη και των δύο συγκροτημάτων των βόρειων και νοτιοδυτικών Κυκλάδων, με βάση την εξέλιξη της ζήτησης για τον χρονικό ορίζοντα 2025-2050.