Επιταχύνονται οι ρυθμοί για την «αποχαλκοποίηση» του τηλεπικοινωνιακού δικτύου της χώρας μας και την σταδιακή αντικατάστασή του τόσο με οπτική ίνα (FTTB ή FTTH), αλλά και τη συμπλήρωσή του με το ασύρματο δίκτυο 5G.
Αυτός, άλλωστε, είναι και ο στόχος της Κοινωνίας της Πληροφορίας, η οποία προχώρησε πριν λίγες ημέρες στην προκήρυξη διενέργειας Ηλεκτρονικού Ανοικτού Διαγωνισμού για το έργο «Μελέτη χάραξης στρατηγικής για τον σταδιακό παροπλισμό του δικτύου χαλκού (copper switch-off)».Το έργο έχει προϋπολογισμό 248.000 ευρώ, ενώ ο διαγωνισμός θα πραγματοποιηθεί με χρήση της πλατφόρμας του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ).
Η διαδικασία της «αποχαλκοποίησης» του τηλεπικοινωνιακού δικτύου εντάσσεται στη στρατηγική της Ε.Ε. , η οποία έχει βάλει ως στόχο τη σταδιακή κατάργηση του χαλκού έως το 2030.
Υπενθυμίζεται ότι στην Ελλάδα το δίκτυο χαλκού είναι εγκατεστημένο από τον ΟTΕ και η αντικατάστασή του, που έχει ξεκινήσει, απαιτεί χρόνο αλλά και επενδύσεις, όχι μόνο από τον ΟΤE αλλά και τους άλλους παρόχους, που ήδη έχουν εξαγγείλει πρόγραμμα εγκατάστασης δικτύου οπτικών ινών (FTTH) με στόχο σε μία τετραετία, ως το 2027, να έχουν καλύψει τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού με δίκτυα υψηλών ταχυτήτων. Το σύνολο των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που προορίζονται για την επέκταση του δικτύου 5G υπολογίζεται σε 5 δισ. ευρώ, περίπου.
Ήδη σε πολλές περιοχές η οπτική ίνα έχει εγκατασταθεί ή συνεχίζει να εγκαθίσταται, προσφέροντας σημαντικά αυξημένες ταχύτητες στους χρήστες του Ιnternet.
Σημειώνεται ότι η διαδικασία για την πλήρη κατάργηση του δικτύου του χαλκού ξεκίνησε από τα τέλη Μαρτίου 2022 με τη σχετική έναρξη διαβούλευσης από την ΕΕΤΤ.
Η σημερινή κατάσταση του δικτύου
Αυτήν τη στιγμή, το δίκτυο χαλκού του ΟΤΕ αποτελεί το μοναδικό δίκτυο με πλήρη γεωγραφική κάλυψη σε όλη την ελληνική επικράτεια. Από την πλευρά τους οι μεγαλύτεροι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι, συμπεριλαμβανομένων της Vodafone και της Nova εξακολουθούν να βασίζουν σε μεγάλο βαθμό την παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες στα προϊόντα και στις υπηρεσίες πάνω από το συγκεκριμένο δίκτυο, σε περιοχές που δεν έχουν δικό τους δίκτυο. Οι υπηρεσίες πρόσβασης παρέχονται μέσω της Αδεσμοποίητης Πρόσβασης στον Τοπικό Βρόχο και τις υπηρεσίες συνεγκατάστασης, Φυσικής ή Απομακρυσμένης, στα Αστικά Κέντρα (ΑΚ) του OΤΕ.
Με τις υπηρεσίες αυτές προσφέρουν, σε επίπεδο λιανικής, συνδέσεις ADSL ή VDSL, με ταχύτητες από 24 Mbps έως και 50 Mbps. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η ανάπτυξη της τεχνολογίας και οι επενδύσεις σε δίκτυα πρόσβασης οδήγησαν στην εισαγωγή εναλλακτικών υποδομών στο δίκτυο πρόσβασης με παράλληλη αλλαγή της αρχιτεκτονικής δικτύου.
Ήδη, όπως αναφέρει η Κοινωνία της Πληροφορίες, από το 2012, οπτικές ίνες αντικατέστησαν τον χαλκό στο τμήμα του δικτύου από την ύπαιθρο έως τις πόλεις. Ο ενεργός εξοπλισμός μεταφέρθηκε πιο κοντά στον τελικό χρήστη και οι υπηρεσίες που του προσφέρθηκαν εξασφάλιζαν μεγαλύτερη ταχύτητα και καλύτερη ποιότητα.
Αναβαθμίσεις σε ταχύτητα και ποιότητα
Τα τέσσερα τελευταία χρόνια, σημειώθηκε νέα αναβάθμιση στα δίκτυα πρόσβασης, κυρίως με την εισαγωγή της τεχνολογίας VDSL vectoring στο δίκτυο αρχιτεκτονικής Fiber To The Cabine (οπτική ίνα στην καμπίνα), καθώς και ανάπτυξη δικτύων Fiber to the Home, με την οπτική ίνα να φτάνει μέχρι τον τελικό χρήστη.
Πλέον, οι εμπορικά προσφερόμενες ταχύτητες ευρυζωνικής πρόσβασης φτάνουν ως το 1 Gbps. Προς το παρόν, το δίκτυο χαλκού λειτουργεί παράλληλα με τα δίκτυα επόμενης γενιάς, χωρίς ωστόσο να μπορεί να τα ανταγωνιστεί ούτε σε επίπεδο ταχύτητας της προσφερόμενης υπηρεσίας, ούτε σε επίπεδο ποιότητας υπηρεσίας.
Σύμφωνα με την Κοινωνία της Πληροφορίας, η μετάβαση από το παραδοσιακό δίκτυο στα δίκτυα επόμενης γενιάς συνεπώς είναι προς το συμφέρον των τελικών χρηστών και θα βοηθήσει την επίτευξη των στόχων που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Παράλληλα, στις περιοχές που ο ΟTΕ αναπτύσσει δίκτυα νέας γενιάς, εκτός των άλλων είναι και οικονομικά ασύμφορο να διατηρεί παράλληλες υποδομές, λόγω του αυξημένου κόστους συντήρησης και λειτουργίας. Η μετάβαση δε συνδρομητών στα νέα δίκτυα αυξάνει το κόστος παροχής υπηρεσιών μέσω του δικτύου χαλκού, γεγονός που αντανακλάται και στην πορεία των τιμών των υπηρεσιών χαλκού στο μοντέλο προσδιορισμού των τιμών της ΕΕΤΤ.