Η μεταλλουργία ΛΑΡΚΟ, τα σωματεία της οποίας διοργανώνουν αύριο συλλαλητήριο στο Σύνταγμα, έξω από το υπ. Οικονομικών με αίτημα να συνεχίσει να τη χρηματοδοτεί ο προϋπολογισμός, συγκεντρώνει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που οδήγησαν στη χρεοκοπία της Ελλάδας την προηγούμενη δεκαετία.
Ετήσια μπόνους παραγωγικότητας παρ’ ότι την τελευταία 25ετία, η εταιρεία «έγραφε» σχεδόν κάθε χρόνο ζημιές 50 - 60 εκατ. ευρώ, συνδιοίκηση συνδικαλιστών, αθέτηση διακανονισμών, απαρχαιωμένες εγκαταστάσεις, ανεξέλεγκτο κόστος παραγωγής, μόνιμα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Ενας θύλακας «ελληνικής σοβιετίας» που εθισμένος στα δισεκατομμύρια των κρατικών ενέσεων ζούσε πάντα με το χέρι απλωμένο, με τις κυβερνήσεις πάντα να ανταποκρίνονται.
Καθώς, η ΛΑΡΚΟ ελέγχει την εκλογή των βουλευτών τριών νομών, της Εύβοιας, της Καστοριάς και κυρίως της Φθοιώτιδας, ενώνει διαχρονικά πολιτικούς και υπουργούς όλων των κομμάτων που έχουν κυβερνήσει. Ελάχιστοι έκαναν κάτι για να ελαττώσουν τα βάρη στο φορολογούμενο. Αντιθέτως τα αύξαναν.
Η αιτία για το συλλαλητήριο της Πέμπτης είναι ότι την Κυριακή 31 Μαρτίου λήγουν οριστικά, σύμφωνα τουλάχιστον με κυβερνητικές πηγές, οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου των 850 εργαζόμενων της ΛΑΡΚΟ, που εδώ και μια τετραετία πληρώνονται από το κρατικό προυπολογισμό, καθώς η λύση που επελέγη το 2020 ήταν καθεστώς «ειδικής εκκαθάρισης εν λειτουργία».
Το εργοστάσιο της Λάρυμνας έχει κλείσει ως μη βιώσιμο από τον Ιούλιο του 2022, όταν τα κόστη παραγωγής και το ενεργειακό κόστος είχαν εκτιναχθεί στα ύψη. Οι διεθνείς τιμές του νικελίου, στα 12-13.000 ευρώ / τόνο, δεν επαρκούσαν - ούτε και σήμερα επαρκούν - για να καλύψουν το κόστος παραγωγής της μονάδας, ύψους 15-16.000 δολαρίων / τόνος.
Έκτοτε, συνεχίζουμε να πληρώνουμε ως φορολογούμενοι για μισθοδοσία προσωπικού και λειτουργικές ανάγκες, ποσό 2- 2,2 εκατομμύρια ευρώ το μήνα, τα οποία θα έφταναν τα 5 εκατ. ευρώ αν συνέχιζε να λειτουργεί το εργοστάσιο, καθώς το business case είναι εντελώς απαγορευτικό από πλευράς κόστους - οφέλους.
Επιπλέον, πληρώνουμε για κάθε εξάμηνο που περνά χωρίς να ολοκληρώνεται η μεταβίβαση στον επενδυτή, πρόστιμο 4,5 εκατ. ευρώ στην Κομισιόν, καθώς επικρεμάται πάνω από την εταιρεία ως δαμόκλειος σπάθη, ποσό παράνομων κρατικών ενισχύσεων, που μαζί με τους τόκους, ανέρχεται πλέον στα 160 εκατ. ευρώ.
Στη πραγματικότητα, η έννοια της ζημιάς στη περίπτωση της ΛΑΡΚΟ έχει χάσει τη σημασία της και το νόημά της. Μόνο το δημοσιονομικό κόστος στήριξης από το 1989 μέχρι και το 2019, σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη των καθηγητών Μπήτρου και Σαραβάκου, του Οικονομικού Πανεπιστημίου, είχε υπολογιστεί σε 5,77 δισ. ευρώ.
Σε αυτά θα πρέπει να αθροίσει κανείς τα περίπου 100 εκατ. ευρώ που έχει κοστίσει μέχρι σήμερα η 4ετής Ειδική Διαχείριση (2020-2024), τα πρόστιμα που έχουμε πληρώσει και συνεχίζουμε να καταβάλλουμε στην Κομισιόν, μαζί με τις κατά καιρούς διαγραφές χρεών.
Τα «κουρέματα» δανείων και άλλων υποχρεώσεων στις τρεις μέχρι τώρα διασώσεις, τα απλήρωτα ποσά προς τη ΔΕΗ, ύψους 350 - 400 εκατ. ευρώ που ρυθμίζονταν κάθε τρεις και λίγο, το κόστος των περιβαλλοντικών αποκαταστάσεων που θα κληθούμε αναπόφευκτα να πληρώσουμε. Κάποιοι θεωρούν συντηρητικό το ποσό των 6 δισ και ανεβάζουν το τελικό λογαριασμό, από τη δεκαετία του 1990 έως σήμερα, ακόμη και κοντά στα 10 δισ. ευρώ!
Η αλήθεια είναι ότι ουδείς μπορεί να πει με ακρίβεια πόσο μας έχει στοιχίσει μέχρι σήμερα η ΛΑΡΚΟ. Οι υπολογισμοί πιάνουν τη περίοδο από το 1989, οπότε και ολοκληρώθηκε η πρώτη εκκαθάριση μετά την ένταξή της το 1987 στον ν. 1386/1983 για τις προβληματικές επιχειρήσεις. Προτού μπει σε αυτές είχε χρέη 85 εκατ ευρώ..
Το πακέτο για τους εργαζόμενους
Η αιτία για την αυριανή συγκέντρωση είναι επειδή τα σωματεία διαφωνούν με τη λύση που έχει βρεθεί για την επόμενη μέρα των 850 εργαζόμενων.
Το γαλαντόμο πακέτο της ΔΥΠΑ προβλέπει ότι οι 277, άνω των 55 ετών, θα μεταταγούν σε ΟΤΑ και νοσοκομεία, με μισθό 1.210 ευρώ μεικτά το μήνα μέχρι και την ηλικία της συνταξιοδότησης των 62 ετών, καθώς έχουν βαρέα και ανθυγιεινά.
Οι υπόλοιποι 573, κάτω των 55 ετών, θα μπουν στο Ταμείο Ανεργίας και θα διοχετευθούν σε διάφορους φορείς επαγγελματικής κατάρτισης για να βρουν εν συνεχεία απασχόληση.
Τα συνδικάτα με τη στήριξη κομμάτων της αντιπολίτευσης και οι εργαζόμενοι, οι περισσότεροι εκ των οποίων εργάζονται εδώ και καιρό αλλού, εισπράττοντας παράλληλα και τη μισθοδοσία της ΛΑΡΚΟ, διαφωνούν με τη λύση του Ταμείου Ανεργίας, ζητούν παράταση στο καθεστώς της ειδικής διαχείρισης μέχρι η εταιρεία να περάσει στο νέο ιδιοκτήτη και αναμένεται αύριο να πιέσουν προς αυτή κατεύθυνση την ηγεσία του υπ. Εθνικής Οικονομίας.
Σε αυτή τη φάση βρίσκεται σήμερα η υπόθεση της μεταλλουργίας, η οποία στο καλό σενάριο, δηλαδή για να κλείσει, χωρίς η ΛΑΡΚΟ να κηρυχθεί σε πτώχευση, θα πρέπει να μπει τέλος στη δικαστική περιπέτεια με το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Εκδικάστηκε η προσφυγή
Χθες, έπειτα από πολλές αναβολές, εκδικάστηκε επιτέλους η προσφυγή που έχει κάνει εδώ και πάνω από ένα χρόνο η ιρλανδική εταιρεία Commodity & Minning Insight Ireland (CMI), η οποία συμμετείχε στον ένα από τους δύο διαγωνισμούς, αυτόν του Ειδικού Διαχειριστή για τα ορυχεία Καστορίας, Σερβίων και για τα ιδιόκτητα μεταλλεία στον Άι Γιάννη Λάρυμνας.
Στον άλλο, αυτόν του ΤΑΙΠΕΔ για τη μακροχρόνια μίσθωση του εργοστάσιου της Λάρυμνας, συμμετείχε μόνο ένα σχήμα, αυτό της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ - AD Holding, το οποίο και έχει ανακηρυχτεί πλειοδότης. Ένα μοντέλο δύο διαγωνισμών, που όπως αναγνωρίζουν αρκετοί εκ των υστέρων, δεν ήταν και η καλύτερη επιλογή.
Εν αναμονή έκδοσης της απόφασης του ΣτΕ, της καθαρογραφής της και της επίσημης ανακοίνωσης, κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί πριν το καλοκαίρι, είναι βέβαιο ότι οι πιέσεις προς τη κυβέρνηση για κάποια νέα παράταση θα ενταθούν. Η αντιπολίτευση ήδη σιγοντάρει τα σωματεία.
Έως ότου συμβεί αυτό, οι εργαζόμενοι θα ζητούν να παραταθεί το καθεστώς της Ειδικής Διαχείρισης, δηλαδή να συνεχίσει ο προϋπολογισμός να πληρώνει 2 εκατ. ευρώ το μήνα για τις συμβάσεις που λήγουν στα τέλη Μαρτίου, θέμα στο οποίο η κυβέρνηση διατείνεται ότι είναι ανυποχώρητη.
Ο «θαυμαστός κόσμος» της ΛΑΡΚΟ
Το παζλ της χρεοκοπημένης ΛΑΡΚΟ συνέθεταν στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν, παροχές, όπως δωρεάν σπίτια με φως, νερό, τηλέφωνο σε εργαζόμενους, επιδόματα γαλοπούλας, οβελία ακόμη και «ετοιμότητας» για να βρίσκονται σε κατάσταση επιφυλακής τα Σαββατοκύριακα, μαζί με πλουμιστούς μισθούς 73.000 ευρώ το χρόνο.
Ήταν η εποχή που είχε αρχίσει να γίνει σαφές ότι η περιεκτικότητα των μεταλλευμάτων σε νικέλιο, όχι μόνο στο ορυχείο του Άι. Γιάννη αλλά πανελλαδικά, γινόταν όλο και πιο φτωχή.
Είχε φτάσει σε ποσοστό 0,7%- 0,8%, όταν για παράδειγμα το μετάλλευμα στην Ινδονησία, τη μεγαλύτερη χώρα παραγωγό στο κόσμο σε νικέλιο, είχε περιεκτικότητα 2% και πάνω.
Κατά το παρελθόν, πριν 10 και πλέον χρόνια, τα μεταλλεύματα της ελληνικής εταιρείας είχαν πολύ υψηλότερη περιεκτικότητα σε νικέλιο, κατά μέσον όρο 1,5%.
Δηλαδή στα 100 κιλά μεταλλεύματος, μπορούσε να αντλήσει 1,5 κιλό νικέλιο μέσα πάντα από μια διαδικασία εξαιρετικά ενεργοβόρα και κοστοβόρα, πολλώ δε μάλλον όταν ο εξοπλισμός της είχε πολλά χρόνια να εκσυγχρονιστεί. Αρκεί να σκεφτούμε ότι αν η μονάδα συνέχιζε να λειτουργεί και σήμερα, θα έβγαζε τη μισή παραγωγή, αλλά με τα ίδια ακριβώς υψηλά κόστη.
Σταθερά το business καθίστατο όλο και πιο απαγορευτικό, τόσο από πλευράς κόστους - οφέλους, όσο κυρίως επειδή η Κίνα, ο μεγαλυτερος αγοραστής σιδηρονικελίου στο πλανήτη με μερίδιο 80%, αγοράζει αποκλειστικά πλέον τα τελευταία χρόνια τη πρώτη ύλη από την Ινδονησία σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Τόσο λόγω εργατικών, όσο και επειδή η τιμή της ενέργειας δεν επιβαρύνεται από περιβαλλοντικά κόστη.
Ακόμη και η υδρομεταλλουργία, μια ειδική διαδικασία για την άντληση καθαρού μετάλλου, δηλαδή νικελίου, (αντί για σιδηρονικελίου), το βασικό προιον για την παραγωγή μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων, η οποία συζητούνταν για χρόνια ως η εναλλακτική για την επιβίωση της ΛΑΡΚΟ, πλέον δεν είναι σίγουρο ότι αποτελεί τη δέουσα λύση.
Η τιμή του νικελίου δεν βρίσκεται εκεί που ήταν κάποτε, παρά υποχωρεί, καθώς η ζήτηση για ηλεκτρικά οχήματα δεν έχει ανταποκριθεί στις αρχικές προσδοκίες.
Αποτέλεσμα η παγκόσμια αγορά να έχει συγκεντρώσει τόσο πολλά αποθέματα νικέλιου, τα οποία λέγεται ότι επαρκούν μέχρι και για το 2027.