Η ιαπωνική χαλυβουργία Nippon Steel και η αμερικανική U.S. Steel θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη κατά της κυβέρνησης του προέδρου Τζο Μπάιντεν για «παράνομη ανάμιξη» στο σχέδιο εξαγοράς της U.S. Steel από τον ιαπωνικό κολοσσό της χαλυβουργίας, ανακοίνωσαν σήμερα.
Στην κοινή ανακοίνωσή τους, οι δύο όμιλοι αναφέρουν πως κατέθεσαν προσφυγή ενώπιον αμερικανικού εφετείου για να αμφισβητήσουν τη διαδικασία εξέτασης της εξαγοράς του U.S. Steel από τον Nippon Steel, ισχυριζόμενοι ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν χρησιμοποίησε την επιρροή του με αδικαιολόγητο τρόπο για πολιτικούς σκοπούς.
Ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι μπλοκάρει αυτή την εξαγορά ύψους 14,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων εκτιμώντας ότι δημιουργεί «κινδύνους» για την εθνική ασφάλεια.
Η συγχώνευση αυτή, «θα έθετε έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς χάλυβα των ΗΠΑ υπό ξένο έλεγχο και θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλειά μας και τις αλυσίδες ανεφοδιασμού ζωτικής σημασίας», ανέφερε στην ανακοίνωσή του ο απερχόμενος πρόεδρος. Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας χάλυβα παγκοσμίως. Στον τομέα της παραγωγής κυριαρχεί, σε συντριπτικό βαθμό, η Κίνα.
«Δεν θα διστάσω ποτέ να δράσω για να προστατεύσω την ασφάλεια της χώρας και τις υποδομές της», επέμεινε ο 82χρονος πρόεδρος, μολονότι οι σύμβουλοί του τον είχαν προειδοποιήσει για τις πιθανές διπλωματικές συνέπειες αυτής της απόφασης.
Σε ανακοίνωσή του, το συνδικάτο των εργαζομένων στις βιομηχανίες μετάλλου USW εξέφρασε την «ευγνωμοσύνη» του για την απόφαση του Μπάιντεν «να διατηρήσει μια ισχυρή χαλυβουργία στη χώρα». Κάλεσε επίσης τη διοίκηση της US Steel «να λάβει τις αναγκαίες αποφάσεις για την ανάπτυξη της επιχείρησης» ώστε να παραμείνει κερδοφόρα.
Η προτεινόμενη εξαγορά της US Steel από τη Nippon Steel
Η προτεινόμενη συγχώνευση έχει αντιμετωπίσει αντιδράσεις υψηλού επιπέδου εντός των Ηνωμένων Πολιτειών από τότε που ανακοινώθηκε πριν από ένα χρόνο, με τον Μπάιντεν και τον επερχόμενο διάδοχό του Ντόναλντ Τραμπ να τη βάζουν στο στόχαστρο, καθώς προσπαθούσαν να προσελκύσουν τους ψηφοφόρους των συνδικάτων στην ταλαντευόμενη πολιτεία της Πενσιλβάνια, όπου εδρεύει η U.S. Steel. Τόσο ο Τραμπ όσο και ο Μπάιντεν υποστήριξαν ότι η εταιρεία θα πρέπει να παραμείνει αμερικανικής ιδιοκτησίας.
Οι δύο εταιρείες είχαν προσπαθήσει να καθησυχάσουν τις ανησυχίες σχετικά με τη συγχώνευση. Η Nippon προσφέρθηκε να μεταφέρει την έδρα της στις ΗΠΑ στο Πίτσμπουργκ, όπου εδρεύει η αμερικανική χαλυβουργία, και υποσχέθηκε να τιμήσει όλες τις συμφωνίες που ισχύουν μεταξύ της U.S. Steel και της USW.
Η συγχώνευση φάνηκε να προχωρά με εντατικούςρυθμούς, όταν μπλόκαρε αφού οι εταιρείες έλαβαν στις 31 Αυγούστου επιστολή από την CFIUS, την οποία είδε το Reuters, με το επιχείρημα ότι η συμφωνία θα μπορούσε να βλάψει την προμήθεια χάλυβα που απαιτείται για κρίσιμα έργα μεταφορών, κατασκευών και γεωργίας.
Αλλά η Nippon Steel αντέτεινε ότι οι επενδύσεις της, που έγιναν από μια εταιρεία από ένα συμμαχικό έθνος, θα ενίσχυαν στην πραγματικότητα την παραγωγή της U.S. Steel, και κέρδισε παράταση επανεξέτασης 90 ημερών. Η παράταση αυτή έδωσε στη CFIUS προθεσμία μέχρι τις εκλογές του Νοεμβρίου για να λάβει απόφαση, τροφοδοτώντας την ελπίδα μεταξύ των υποστηρικτών ότι ένα πιο ήρεμο πολιτικό κλίμα θα μπορούσε να βοηθήσει στην έγκριση της συμφωνίας.
Αλλά οι ελπίδες διαψεύστηκαν τον Δεκέμβριο, όταν η CFIUS έθεσε τις βάσεις για να την εμποδίσει ο Μπάιντεν με μια επιστολή 29 σελίδων, προβάλλοντας δήθεν ανεπίλυτους κινδύνους εθνικής ασφάλειας, όπως ανέφερε αποκλειστικά το Reuters.
Η ιαπωνική πλευρά
Από την άλλη μεριά, ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Σιγκέρου Ισίμπα προέτρεψε τον Νοέμβριο τον Μπάιντεν να εγκρίνει τη συγχώνευση, ώστε να μην αμαυρωθούν οι πρόσφατες προσπάθειες για την ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των δύο χωρών, σύμφωνα με το Reuters.
Η Ιαπωνία είναι βασικός σύμμαχος των ΗΠΑ στον Ινδο-Ειρηνικό, όπου η οικονομική και στρατιωτική άνοδος της Κίνας έχει προκαλέσει ανησυχίες στην Ουάσινγκτον, μαζί με τις απειλές της Βόρειας Κορέας.
Η Nippon Steel είχε ως στόχο να αυξήσει την παγκόσμια παραγωγική της ικανότητα σε 85 εκατομμύρια μετρικούς τόνους ετησίως από 65 εκατομμύρια τώρα, πλησιάζοντας τον μακροπρόθεσμο στόχο της να ανεβάσει την παραγωγική της ικανότητα σε 100 εκατομμύρια τόνους.
Η U.S. Steel έχει δηλώσει προηγουμένως ότι η αποτυχία της συμφωνίας θα έθετε σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας και ότι ίσως αναγκαστεί να κλείσει ορισμένα χαλυβουργεία, ισχυρισμός που το συνδικάτο USW χαρακτήρισε ως αβάσιμες απειλές για εκφοβισμό.