Παρά το γεγονός ότι τα προγνωστικά για την πορεία του τουρισμού, φέτος, είναι λίγο διφορούμενα, οι αριθμοί, από τη μια πλευρά και το ενδιαφέρον Ελλήνων και ξένων επενδυτών για τουριστικά ακίνητα, αλλά και ξενοδοχειακές μονάδες, από την άλλη, δείχνουν σημαντική άνοδο σε σχέση με το 2022 και σαφώς και με την προ-πανδημίας χρονιά ρεκόρ, το 2019.
Τουριστικοί φορείς αλλά και διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης μέχρι πριν λίγους μήνες έκαναν λόγο για νέο ρεκόρ στον ελληνικό τουρισμό, ο οποίος θεωρείται ένα από τα «ισχυρά χαρτιά» της οικονομικής ανάπτυξης.
Μάλιστα, για το πρώτο τετράμηνο του 2023 καταγράφηκε αύξηση 38% στις ταξιδιωτικές εισπράξεις της χώρας μας που ανήλθαν, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σε 1,5 δισ.ευρώ έναντι 1,1 δισ.ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Οι αφίξεις τουριστών στο πρώτο τετράμηνο του 2023 ήταν κατά 52,5% αυξημένες σε σχέση με το πρώτο τετράμηνο του 2022.
Ειδικά για τον μήνα Απρίλιο οι αφίξεις ήταν αυξημένες κατά 30% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις να καταγράφουν άνοδο 20% έναντι του ίδιου μήνα του 2022, στα 761,1 εκατ.ευρώ, έναντι 635 εκατ.ευρώ του 2022.
Αντίθετα ο μήνας Μάιος δεν πήγε τόσο καλά, όσο περίμεναν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς με τον τουρισμό, με τα ξενοδοχεία, όπως δείχνουν τα στοιχεία να καταγράφουν μέτριες πληρότητες. Βέβαια, σε μια πρώτη ανάγνωση η τάση αυτή διαγνώστηκε ως φυσιολογική, καθώς ο Απρίλιος κινήθηκε εκρηκτικά ανοδικά λόγω του σημαντικού αριθμού ξένων, κυρίως, τουριστών την περίοδο του καθολικού και του ορθόδοξου Πάσχα.
Η «κοιλιά» που έκανε ο τουρισμός τον μήνα Μάιο δεν δικαίωσε τις μάλλον υψηλές προσδοκίες των ξενοδόχων και των λοιπών εμπλεκομένων στην τουριστική βιομηχανία.
Ως βασικές αιτίες της μειωμένης τουριστικής κίνησης τον Μάιο είναι οι αυξήσεις των τιμών των αεροπορικών εισιτηρίων αλλά και των ξενοδοχείων, φαινόμενο συνηθισμένο λίγο πριν το high season, αλλά και η ακρίβεια που βίωσε όλη η Ευρώπη τον προηγούμενο χειμώνα, λόγω της αύξησης του ενεργειακού κόστους, της ακρίβειας στις τιμές των διαφόρων ειδών αλλά και του πληθωρισμού.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τα ξενοδοχεία, οι επιχειρηματίες αποδίδουν τη μείωση των κρατήσεων και στα καταλύματα AirBnB, των οποίων ο αριθμός αυξάνεται.
Σε ό,τι αφορά την Κρήτη, μείωση στις πληρότητες τον μήνα Μάιο καταγράφηκε σε πολλούς τουριστικούς προορισμούς, όπως η Χερσόνησος και η Ελούντα που δούλεψαν με πολύ χαμηλές πληρότητες. Μεσοσταθμικά η μείωση για τον φετινό Μάιο , σε σχέση με τον περσινό εκτιμάται σε ένα ποσοστό της τάξεως του 5%. Και αυτό γιατί σε όλο το νομό Ηρακλείου η πληρότητα ήταν γύρω στο 70%, ενώ σε ορισμένα ξενοδοχεία έφθασε και το 40 -50%, ενώ άλλα ήταν γεμάτα.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι και οι αυξήσεις των τουριστικών πακέτων που ανέρχονται σε 35-40%, περίπου.
Σε ό,τι αφορά τα Δωδεκάνησα και ειδικά στη Ρόδο, όπου συγκεντρώνει ένα μερίδιο ως 6% με επισκέπτες από 20, περίπου, χώρες, κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης, και εκεί η ζήτηση τον Μάιο ήταν πολύ μικρότερη από την προσφορά.
Στη Μύκονο και στη Σαντορίνη η κατάσταση αν και διαφοροποιημένη δεν είναι και η καλύτερη. Αφενός οι τιμές έχουν εκτοξευθεί σε πολύ υψηλά επίπεδα. Αφετέρου υπάρχει η εκτίμηση των διεθνών επενδυτικών οίκων που μιλάει για μεγάλη αύξηση του τουρισμού η οποία θα υπερβεί τις αρχικές προβλέψεις. Η εκτίμηση αυτή εδράζεται, κυρίως στη ζήτηση για τουριστικά ακίνητα, ξενοδοχεία και βίλες.
Από την άλλη πλευρά, όμως, οι κατεδαφίσεις αυθαιρέτων κτισμάτων, ειδικά στη Μύκονο έχουν μειώσει την κίνηση και έχουν κατευθύνει τους υποψήφιους αγοραστές σε περιοχές που βρίσκονται εντός σχεδίου.
Πάντως, σε ό,τι αφορά την καθ΄εαυτού τουριστική κίνηση , τόσο η Μύκονος, όσο και η Σαντορίνη για το σύνολο του 2022 έχουν σκοράρει στον γενικό δείκτη ικανοποίησης τουριστών από ξενοδοχειακές υπηρεσίες υψηλότερα σε σχέση με προορισμούς του διεθνούς τζετ σετ, όπως η Ίμπιζα, το Σαν Τροπέ, τη Σαρδηνία και άλλους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΤΕ, η Μύκονος βρίσκεται στο 91%, η Σαντορίνη στο 88% , έναντι 84% του Σαιν Τρόπε, 83% της Ίμπιζα και 85% της Σαρδηνίας.
Από εδώ και στο εξής, οι εκτιμήσεις για το πώς θα εξελιχθεί ο τουρισμός τη φετινή τουριστική περίοδο, επαφίονται στην κίνηση των επομένων μηνών και στο κατά πόσο μπορεί η ελληνική τουριστική βιομηχανία να ανακτήσει ένα ποσοστό 6%, περίπου, από την γερμανική αγορά, το οποίο κατευθύνεται σε άλλους τουριστικούς προορισμούς σύμφωνα με τα στοιχεία, αλλά και στις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής που θα μπορούσαν, όμως να αυξήσουν σε σημαντικό βαθμό τα έσοδα.
Βασικός στόχος για φέτος είναι τα τουριστικά έσοδα να διαμορφωθούν σε πάνω από 18,2 δισ.ευρώ και να φθάσουν ίσως και στα 18,6 δισ.ευρώ, να υπερβούν , δηλαδή αυτά της χρονιάς - ρεκόρ του 2019. Υπενθυμίζεται ότι το 2022 είχαν διαμορφωθεί στα 17,6 δισ.ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, οι ξενοδόχοι και λοιποί εμπλεκόμενοι στην τουριστική βιομηχανία ευελπιστούν και στην άνοδο της ζήτησης από Αμερικανούς τουρίστες, οι οποίοι ξοδεύουν, ομολογουμένως, περισσότερα. Βέβαια, στο τραπέζι τους τελευταίους μήνες έχει μπει και ο παράγοντας της ποιότητας των υπηρεσιών και κυρίως της σχέσης τιμής - ποιότητας, η οποία μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τη ζήτηση και να επαναφέρει στη χώρα μας τουρίστες, κυρίως Ευρωπαίους, που κατευθύνθηκαν σε άλλες αγορές, λόγω κόστους.