Με την κατάθεση 116 αιτήσεων από την Ελλάδα και 33 χώρες στις πέντε ηπείρους ολοκληρώθηκε τα μεσάνυχτα της Παρασκευής η πρώτη φάση του Διεθνούς Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού για την ανάπλαση του Εκθεσιακού και Συνεδριακού Κέντρου Θεσσαλονίκης της ΔΕΘ-Helexpo AE.
Το έργο διεκδικούν αρχιτεκτονικά γραφεία ή ομάδες γραφείων/αρχιτεκτόνων. Καθόλη τη διάρκεια των προηγούμενων εβδομάδων, στην ιστοσελίδα του διαγωνισμού, www.thessaloniki-confexpark.gr, ενεγράφησαν πάνω από 300 ενδιαφερόμενοι από όλο τον κόσμο.
Όπως προβλέπεται από την διαδικασία διεξαγωγής του διαγωνισμού, μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020 θα γίνει προεπιλογή 15 ομάδων γραφείων/αρχιτεκτόνων, οι οποίες θα υποβάλλουν τις σχεδιαστικές προτάσεις τους ώς τον Μάιο του 2021. Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΘ-Helexpo ΑΕ, Κυριάκος Ποζρικίδης, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η επιλογή του νικητή αναμένεται να πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο του 2021.
Ο Διεθνής Αρχιτεκτονικός Διαγωνισμός έχει προκηρυχθεί βάσει των αρχών για αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς της UNESCΟ και οι κανονισμοί του έχουν εγκριθεί από τη Διεθνή Ένωση Αρχιτεκτόνων (UIA).
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΔΕΘ-Helexpo AE, «στόχος είναι ο σχεδιασμός ενός φιλικού προς το περιβάλλον και υπερσύγχρονου, εμβληματικού, εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου με τα υψηλότερα πρότυπα, καθώς και τη βέλτιστη λειτουργικότητα των εγκαταστάσεων του, σε συνδυασμό με ένα αστικό πάρκο πρασίνου για χρήση από τους πολίτες».
Το έργο περιλαμβάνει και τη δημιουργία ανοιχτού χώρου πράσινου 60 περίπου στρεμμάτων για χρήση από την πόλη, κατάλληλου για αναψυχή και υπαίθριες πολιτιστικές και εκθεσιακές χρήσεις.
Σχολιάζοντας την έκβαση του διαγωνισμού, ο πρόεδρος της ΔΕΘ-Helexpo, Τάσος Τζήκας, δήλωσε ότι «η πολύ μεγάλη συμμετοχή αρχιτεκτονικών γραφείων από όλο τον κόσμο στην πρώτη φάση του διαγωνισμού αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στο έργο της ανάπλασης του Εκθεσιακού και Συνεδριακού Κέντρου της Θεσσαλονίκης. Η δημιουργία ενός νέου τοπόσημου σε βιοκλιματική κατεύθυνση για μία σύγχρονη πόλη, θα βοηθήσει την Θεσσαλονίκη να γίνει ένα σημαντικό Εκθεσιακό Κέντρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των πολιτών της».