Είναι γνωστό τοις πάσι πως για μεγάλο χρονικό διάστημα η τουρκική λίρα και το νοτιοαφρικανικό ραντ διέγραφαν παράλληλη πορεία στις αγορές συναλλάγματος. Εντούτοις έκθεση της γερμανικής συνεταιριστικής τράπεζας Deutsche Zentral-Genossenschaftsbank (DZ) σημειώνει ότι το 2016 τα δύο εθνικά νομίσματα απομακρύνθηκαν ξαφνικά το ένα από το άλλο. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια μάλιστα το νοτιοαφρικανικό νόμισμα υποτιμήθηκε κατά 20% σε σχέση με το αμερικανικό δολάριo, ενώ η τουρκική λίρα κατά 60%. Με άλλα λόγια το τουρκικό εθνικό νόμισμα είχε διπλάσια αξία πριν από μόλις μια τετραετία. Τους τελευταίους δε μήνες η λίρα βρίσκεται σχεδόν σε ελεύθερη πτώση με την ισοτιμία να βρίσκεται σε σχέση 1:8 με το δολάριο.
Συγκεκριμένα η έκθεση της τράπεζας DZ αποδίδει την αρνητική εξέλιξη στην αλλαγή του πολιτικού πλαισίου. «Στο επίκεντρο βρίσκεται ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος μετατρέπει τη Τουρκία σε ένα αυταρχικό κράτος», επισημαίνει στη Deutsche Welle ο Ζέρεν Χέτλερ, συντάκτης της έκθεσης και ειδικός σε ζητήματα συναλλαγματικών ισοτιμιών στη γερμανική τράπεζα. Διάφοροι ειδικοί εκτιμούν υπόψιν πως η τουρκική κυβέρνηση εκμεταλλεύθηκε την απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 για να χτίσει ένα αυταρχικό κράτος.
Στόχος ο αποπροσανατολισμός από εσωτερικά προβλήματα
Ο Ζέρεν Χέτλερ εκτιμά σημειωτέον ότι την πορεία της τουρκικής λίρας επιβαρύνει και η εξωτερική πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έχει ανοίξει πολλά μέτωπα με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη στρατιωτική σύγκρουση Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για τη διαμφισβητούμενη περιοχή Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Ο γερμανός ειδικός συμπεραίνει επιπροσθέτως ότι μια τέτοια εξωτερική πολιτική δεν συμβάλλει σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης στις αγορές και προσθέτει: «Ο πρόεδρος Ερντογάν αναζητεί συνεχώς τη σύγκρουση, όπως για παράδειγμα με την ΕΕ για τους υδρογονάνθρακες της Μεσογείου ή την διένεξη για το Ναγκόρνο Καραμπάχ. Στόχος του να αποπροσανατολίσει από εσωτερικά προβλήματα και να ενισχύσει την εξουσία του».
Επιπλέον η εν λόγω έκθεση σημειώνει ότι σοβαρή παρενέργεια της αυταρχικής πολιτικής Ερντογάν στο εσωτερικό και τα πολλά ανοιχτά μέτωπα στην εξωτερική πολιτική προκαλούν μεγάλη ανασφάλεια στους επενδυτές. Και επειδή οι επενδυτές απαιτούν ολοένα και υψηλότερα επιτόκια για τις επενδύσεις τους, ο πρόεδρος Ερντογάν αποδίδει σε εκείνους την ευθύνη για τη δεινή κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Ωστόσο, ειδικός της τράπεζας DZ εκφράζει κατανόηση για τη στάση των επενδυτών και θεωρεί ότι ο Ταγίπ Ερντογάν φέρει την ευθύνη για την πορεία της οικονομίας και την κατάρρευσης της λίρας.
Έμαθε από τα παθήματα η τουρκική Κεντρική Τράπεζα;
Επίσης καταστροφική για την εμπιστοσύνη διεθνών επενδυτών είναι, σύμφωνα με τον Ζέρεν Χέτλερ, οι παρεμβάσεις Ερντογάν στις αποφάσεις της τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας, από την οποία απαιτεί να κρατά χαμηλά το βασικό επιτόκιο. Το αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής δεν ήταν ο περιορισμός, αλλά αντιθέτως η εκτίναξη του πληθωρισμού και η συνεχιζόμενη υποτίμηση της λίρας. Η εν λόγω έκθεση της γερμανικής τράπεζας επιβεβαιώνει αυτή την αρνητική εξέλιξη υπογραμμίζοντας ότι η Κεντρική Τράπεζα δεν αντέδρασε όπως έπρεπε με αύξηση του βασικού επιτοκίου στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος και την αύξηση των τιμών. Εντωμεταξύ όμως η Κεντρική Τράπεζα δείχνει να μαθαίνει από τα μέχρι τώρα παθήματα και έτσι τελευταία προχώρησε σε αύξηση του βασικού επιτοκίου από 8,25% σε 10,25%.
Τέλος η έκθεση της DZ επισημαίνει ότι οι διαφορετικές εξελίξεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες της Τουρκίας και της Νότιας Αφρικής οφείλονται κυρίως σε πολιτικούς παράγοντες. Και στην Νότια Αφρική καταγράφονται προβλήματα πολιτικής σταθερότητας, καθυστερήσεις καθοριστικών μεταρρυθμίσεων, οικονομική κακοδιαχείριση και διαφθορά. Εντούτοις υπάρχουν δημοκρατικές ελευθερίες, ελευθεροτυπία και μια ανεξάρτητη δικαιοσύνη. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ζέρεν Χέτλερ η ειδοποιός διαφορά με την Τουρκία είναι ότι στη Νότια Αφρική, «όλες οι προσπάθειες επηρεασμού των αποφάσεων της ανεξάρτητης Κεντρικής Τράπεζας αποτράπηκαν εν τη γενέσει τους».