Τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης της Ελλάδας και της Αμερικής νομοθετήθηκαν ταυτόχρονα, γύρω στο 1935. Τότε οι άνθρωποι ζούσαν πολύ λιγότερο, και είχαν μεγάλες οικογένειες. Οι γεννήσεις αντιστάθμιζαν την υψηλή παιδική θνησιμότητα, αφού τα εμβόλια και τα αντιβιοτικά εφευρέθηκαν μετά τον Πόλεμο. Λίγοι ηλικιωμένοι και πολλά παιδιά κατέληγαν σε ένα υψηλό αριθμό εργαζομένων προς συνταξιούχους. Και έτσι σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την κρατική κοινωνική ασφάλιση που παίρνει από τους πολλούς που δουλεύουν, προκειμένου να στηρίξει τους λίγους που αποσύρονται (το διαβόητο «4 προς 1»).
Αυτά προ 85 χρόνων. Στο μεταξύ (ευτυχώς) ζούμε πολύ περισσότερο και καλύτερα. Προκειμένου να χαίρονται όλα τα παιδιά μας παπούτσια, πανεπιστήμια και ξένες γλώσσες, κάνουμε και λιγότερα παιδιά, που τα προσέχουμε. Αυτό είναι το περίγραμμα του «δημογραφικού». Από κεκτημένη ταχύτητα βαπτίστηκε «πρόβλημα», ενώ, στην πραγματικότητα, αποτυπώνει τα κέρδη της χρυσής μεταπολεμικής πεντηκονταετίας.
Φυσικό και απολύτως αναμενόμενο αποτέλεσμα σήμερα ο δείκτης 4 προς 1 οδεύει προς 1,5 προς 1 και κάτω. Ανακεφαλαιώνοντας, το «δημογραφικό» είναι απλώς η ανταμοιβή της επιτυχίας. Αποτελείται από τρία απλά στοιχεία: Αν δεν αλλάξει τίποτε (1), λιγότεροι νέοι εργαζόμενοι (2) πρέπει να στηρίζουν για συντάξεις, υγεία και εισοδήματα περισσότερους συνταξιούχους (3).
Συγκρίνοντας τα δύο συνομήλικα συστήματα, οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν το θέμα χωρίς αναταράξεις, ενώ στην Ελλάδα το ασφαλιστικό χρεοκόπησε το κράτος. Το κρίσιμο συστατικό, αφού οι εξελίξεις ήταν εξ αρχής αναμενόμενες, ήταν οι προσαρμογές. Στις ΗΠΑ αυξήθηκαν σταδιακά τα όρια ηλικίας, ενώ από το 1980 προστέθηκε στο κρατικό σύστημα ένα συμπληρωματικό σύστημα ανεξάρτητο από την δημογραφία, που μάζευε αποθεματικά και τα επένδυε στην οικονομία. Όταν επιδεινώθηκε η κατάσταση το 2010, οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες. Στην Ελλάδα, αρνηθήκαμε κάθε προσαρμογή και κρύβαμε το πρόβλημα πίσω από την ακραία εκδοχή Greek Statistics που χαρακτήριζε τα Ταμεία. Έτσι αντί να προσαρμοστεί το ασφαλιστικό σύστημα, αυξανόντουσαν οι επιχορηγήσεις από το Κράτος. Όταν επιδεινώθηκαν τα δημογραφικά γύρω στο 2005, δεν χρεοκόπησαν τα Ταμεία αλλά το ίδιο το Κράτος που τα στήριζε…
Αυτά ως προς το παρελθόν. Τι κάνουμε όμως, εδώ που είμαστε, από σήμερα και μετά;
Το «να κάνουμε περισσότερα παιδιά» δεν είναι λύση. Πέρα από το ότι θα έπρεπε να συμφωνούν και οι μαμάδες τους, μια μαζική εισβολή πελαργών θα έκανε την κατάσταση της Ελλάδας τα επόμενα 20 χρόνια, δυσχερέστερη: Πέραν των ηλικιωμένων οι λίγοι εργαζόμενοι θα στηρίζουν και περισσότερα παιδιά. Το να προσθέσουμε ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα και αυτό δεν είναι λύση. Θα ήταν, αν το είχαμε κάνει προ 50ετίας, όπως οι ΗΠΑ. Τώρα πια, ο χρόνος δεν αρκεί… Το να επιστρέψουμε στις επιχορηγήσεις στις συντάξεις, όπως φαίνεται να γίνεται από το 2019, κινδυνεύει να επαναλάβει την χρεοκοπία. Το ίδιο ισχύει και για τις περισσότερες «μαγικές λύσεις»: Λύνουν το πρόβλημα στα χαρτιά προσποιούμενες ότι σερβίρουν ομελέτα χωρίς να σπάσουν αυγά.
Για να ανταποκριθούμε στο «δημογραφικό» πρέπει να ανακαλέσουμε τις αδρές γραμμές του προβλήματος: Πώς λίγοι εργαζόμενοι μπορούν να στηρίζουν πολλούς ηλικιωμένους;
Για να πετύχουμε υπάρχουν μόνο δύο δρόμοι: Πρώτον, να δουλεύουμε περισσότεροι. Δηλαδή, να διευρυνθεί η συμμετοχή στην παραγωγή των ομάδων που σήμερα υποαπασχολούνται: Γυναίκες, νέοι, μεγαλύτεροι σε ηλικία, μετανάστες. Στηρίζοντας την επιλογή τους να δουλεύουν, προσαρμόζοντας τον τρόπο εργασίας στις ανάγκες τους. Δεύτερον, όσοι δουλεύουν, να εφοδιαστούν με περισσότερο παραγωγικό κεφάλαιο, για να γίνουν πιο παραγωγικοί. Αγρότης με τρακτέρ καλλιεργεί περισσότερο παρά μόνος του. Σύγχρονες υποδομές πολλαπλασιάζουν την εμβέλεια της εργασίας. Απόφοιτος πληροφορικής είναι πιο παραγωγικός από αυτόν των ιερατικών σχολών.
Περισσότερη εργασία και περισσότερα κεφάλαια είναι εύκολο να λεχθεί αλλά δύσκολο να γίνει. Επιμέρους αλλαγές σε ασφαλιστικές παραμέτρους των Ταμείων είναι ίσως χρήσιμες για να σηματοδοτήσουν μια κατεύθυνση, να δώσουν κίνητρα σε κάποιες (μικρές) ομάδες εργαζομένων αλλά (τώρα πια) δεν αρκούν. Η καθιέρωση του νέου επικουρικού διορθώνει επιμέρους κίνητρα για μια μικρή ομάδα του πληθυσμού· στην σωστή κατεύθυνση, αλλά θα ήταν λύση μόνο αν είχαν εφαρμοστεί το 1980, όπως στις ΗΠΑ.
Οι προσαρμογές για να είναι αντίστοιχες της ανάγκης, πρέπει να έχουν αντίστοιχη εμβέλεια: να μεταφραστούν σε αλλαγή του τρόπου ζωής και κατανάλωσης του συνόλου της κοινωνίας. Δεν μπορούμε να ζούμε και να εργαζόμαστε στα 2035 σαν θεωρούσαμε ότι μπορούμε να γυρίσουμε στο 1935. Ακόμη και αν το θέλαμε…
* Ο Πλάτων Τήνιος είναι οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς