Το γεγονός ότι δεν υπάρχει συναίνεση από τους κληρικούς, κάτι το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για την αλλαγή του καθεστώτος μισθοδοσίας τους, σημείωσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος. Παράλληλα, ζήτησε τη συνέχιση του διαλόγου παραπέμποντας ουσιαστικά το όλο ζήτημα στην κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εθνικές εκλογές.
Ειδικότερα, κατά την εισήγησή του στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο ανέφερε ότι το θέμα του καθεστώτος της μισθοδοσίας του κλήρου παραπέμπεται στο σώμα της Ιεραρχίας με σκοπό να εγκριθεί, να διορθωθεί ή να απορριφθεί. Σημείωσε, δε, ότι η συναίνεση και η συγκατάθεση των κληρικών στην αλλαγή του καθεστώτος της μισθοδοσίας των είναι προϋπόθεση για την πορεία του όλου θέματος και πως υπό τις παρούσες συνθήκες δεν υπάρχει «συναίνεσις και συγκατάθεσις των κληρικών για αλλαγή του καθεστώτος της μισθοδοσίας».
Πρόσθεσε ότι ο περιορισμός των θεμάτων του διαλόγου και κυρίως ο λίγος χρόνος που ετέθη στη διάθεση της σχετικής Επιτροπής, έφερε αδιέξοδο.
Στρέφοντας τα βέλη του στο εσωτερικό της Ιεραρχίας τόνισε ότι ο καρπός αυτών των συνεδριάσεων δεν είναι ανάλογος με τους κόπους της Επιτροπής διαλόγου. «Την ευθύνη όμως, αν κρίνουμε δίκαια, δεν φέρει η Επιτροπή αλλά το σώμα της Ιεραρχίας μας, που περιόρισε ασφυκτικά μέχρι πνιγμού το δικαίωμα της ελεύθερης συζήτησης και των άλλων πτυχών του θέματος, όπως εκείνο των οργανικών θέσεων των κληρικών μας και της εκκλησιαστικής περιουσίας μετά το έτος 1952», επεσήμανε με νόημα ο Αρχιεπίσκοπος.
«Επιμένω και θέλω να πληροφορηθούμε μέσα από αυτόν το διάλογο την αντιμετώπιση εκκρεμών θεμάτων που έχουν καταστεί γάγγραινα στο σώμα της Εκκλησίας και επομένως και του λαού μας.
Η αποστολή μας δεν είναι μόνο η ενασχόλησις με τα παλαιά, το παρελθόν, ούτε μόνον με τα σημερινά μας, το παρόν, αλλά κυρίως με εκείνα που έρχονται, το μέλλον. Αυτά, όσα απέμειναν, που μας άφησαν οι πατέρες μας. Πέτρες, χώμα, υλικά αγαθά, να τα κάνουμε πνεύμα. Πνεύμα που θα διοργανώσει μία ελεύθερη διοικητικά Εκκλησία, που θα ανακουφίσει όσους υποφέρουν. Το όραμά μας να υλοποιηθεί.
Πέραν των θέσεων αυτών θα περίμενα την προσέγγιση και των άλλων επί μέρους θεμάτων και κυρίως την τύχη της εκκλησιαστικής περιουσίας από το έτος 1952 μέχρι σήμερα.
Δυστυχώς όμως ο περιορισμός του θεματολογίου και κυρίως ο λίγος χρόνος που ετέθη στη διάθεση της Επιτροπής, μας φέρνει σήμερα σε αδιέξοδο.
Προσωπικά θα περίμενα πρόταση σχετικά με την σημερινή εκκλησιαστική περιουσία και την τύχη της.
Νομίζω ότι ήλθε η ώρα και δόθηκε επιτέλους η ευκαιρία, να βάλουμε το δάκτυλό μας στον τύπο των ήλων, να δούμε την αλήθεια και να δημιουργήσουμε καινούργιες, τίμιες σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας.
Τι θα περίμενα και τι περιμένω από μια τέτοια συζήτηση τέτοιου επιπέδου. Να διορθώσουμε τα λάθη μας και πάνω στην ειλικρίνεια να οικοδομήσουμε το αύριο Εκκλησίας και Πολιτείας», κατέληξε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ