Επί της προηγούμενης ηγεσίας του το ιστορικό κίνημα πάσχιζε να κρατήσει υποτυπωδώς το κεφάλι του έξω από το νερό. Σε βαθμό που, σε κάποιο άρθρο μου στο Βήμα, είχα αναρωτηθεί μήπως ήταν πλέον -όχι απλώς ξεπερασμένο, αλλά- «άχρηστο κόμμα»…
Και τώρα… Όλα δείχνουν σαν να ξαναναστήθηκε η ψυχή του κόμματος του -επανανατέλλοντος- πράσινου ήλου: Αλλεπάλληλες εσωκομματικές διεργασίες του έδωσαν μια αναβάπτιση στα νάματα της λαϊκής βάσης, ανάλογη προς την οποία δυσκολεύονται να πετύχουν οι -ακόμη και σήμερα, κυριαρχούσες- συνιστώσες του νέου δικομματισμού…
Πέραν, όμως, του φιλιού ζωής που επανειλημμένα έδωσαν οι εσωκομματικές κάλπες, είναι και οι συγκυρίες… Τα νεοδιαμορφωμένα δεδομένα… Και οι διαφαινόμενες προοπτικές… Που επιτρέπουν στο ιστορικό κόμμα της Μεταπολίτευσης ελπίδες για μια καλύτερη θέση στο συνολικό πολιτικό στερέωμα της χώρας…
Πιο συγκεκριμένα υπέρ του είναι:
Πρώτον… Το ότι ο επερχόμενος Αρμαγεδδώνας, ο -όχι απλώς επελαύνων, αλλά ήδη παρών- φοβερός στασιμοπληθωρισμός, προφανώς και αποδυναμώνει την κυβερνώσα παράταξη, με την οποία διεκδικεί συγγενή εκλογικά κοινά. Και αυτό παράλληλα, βέβαια, προς την αναπόφευκτη φθορά της εξουσίας που υφίσταται η ΝΔ (έστω και αν η παρούσα οικονομική κακουχία οφείλεται σε κρίσεις -υγειονομική, πράσινης μετάβασης, πολεμική- για την οποία αυτή δεν ευθύνεται…).
Δεύτερον… Σε εποχή χαμηλών ιδεολογικών και παραταξιακών ταυτίσεων, η μεγαλύτερη χρονική απόσταση από τη φθορά της εξουσίας συνιστά ασύγκριτο πλεονέκτημα: Ενώ του ΣΥΡΙΖΑ είναι σχετικά πρόσφατη, το ΠΑΣΟΚ σταδιακά εξαγνίζεται. Πολλοί ξεχνούν κάποια αμαρτήματα των απώτερων κυβερνητικών περιόδων του -πχ δημοσιονομική αφροσύνη, λαϊκισμό, συνάφεια με αποτρόπαια επικοινωνιακά συστήματα-, όλο και περισσότεροι θυμούνται και νοσταλγούν τις όμορφες ημέρες (με τις οποίες το «Κίνημα» ταυτίζεται βάσει του παβλοφιανού νόμου των εξαρτημένων αντανακλαστικών), ενώ το «θυματοποιημένο» κόμμα κερδίζει όλο και μεγαλύτερες συμπάθειες ως το μοναδικό πολιτικό υποκείμενο που τιμωρήθηκε για πρακτικές και επιλογές, οι οποίες προκάλεσαν μεν την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας (αλλά για τις οποίες αυτό δεν ήταν το μοναδικό υπεύθυνο, αφού υπήρξε διακομματική εμμονή στη χαζοχαρούμενη δημοσιονομία…).
Τρίτον… Υπάρχει πολιτικό και ιδεολογικό φάσμα για να κινηθεί. Δεν είναι μόνο επειδή κινείται ανάμεσα σε μια πολιτική δύναμη που βασίζει τις «κοινωνικές ευαισθησίες της» στην αφελή βουλησιαρχία, άρα και στη «χαζοχαρούμενη παροχολογία», και μια άλλη που στήριξε επιλογές με έντονο ταξικό πρόσημο υπέρ των ευκατάστατων… Είναι που όλες οι εκφάνσεις του αριστερόστροφου λαϊκισμού -και όχι μόνο ο πολακισμός- διατηρούν την ισχύ τους στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ… Στη δε ΝΔ εξακολουθούν να βρίσκουν απήχηση και να παράγουν ηχώ οι φωνές του άφρονος και καιροσκοπικού και τόσο συχνά καταστροφικού στο παρελθόν (πχ 1922) υπερεθνικισμού. Αυτός -ων σχετικά περιθωριοποιημένος στη μητσοτακική ΝΔ- μπορεί να μην περιορίζει τα κόμματα των εθνικιστικών άκρων, ενοχλεί όμως και απωθεί μετριοπαθείς αστούς ψηφοφόρους…
Τέταρτον… Η περί το κέντρο ιδεολογικοπολιτική τοποθέτηση συνιστά ανυπολόγιστο πλεονέκτημα σε ένα κομματικό σύστημα με ορατή πλέον την προοπτική -ακόμη και αν πάμε σε δεύτερες εκλογές- συμμαχικών κυβερνήσεων… Ειδικότερα, αν οι -εκλογικές, οικονομικές, διεθνοπολιτικές κλπ- εξελίξεις οδηγήσουν σε τρικομματική κυβέρνηση ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, το κόμμα του Ανδρουλάκη, ο οποίος σε πολλά σημεία έχει επιδείξει αδιαμφισβήτητο πραγματισμό, θα έχει επιχειρήματα μέχρι και την πρωθυπουργία να διεκδικήσει. Τόσο με βάση τη λεγόμενη αρχή του «κέντρου βάρους» (ως ιδεολογικά ενδιάμεσο) όσο και με βάση την «αρχή του ρεύματος» (αφού μάλλον θα είναι το μόνο εκ των συγκυβερνώντων κομμάτων που θα έχει καταγράψει ανοδική πορεία).
Αν δε καταλήξουμε σε συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, πιθανότατα ο νεαρός αρχηγός του να μην μπορέσει να επιβάλει πρωθυπουργό άλλο πρόσωπο πλην του Μητσοτάκη. Ωστόσο σε συμμαχικές κυβερνήσεις το κόμμα που δεν δίνει πρωθυπουργό συνήθως υπεραντιπροσωπεύεται σε υπουργεία. (Θυμίζω πως στην πρώτη κυβέρνηση Μέρκελ η πλειονότης των υπουργών προερχόταν από το -ελαφρώς μειοψηφήσαν- σοσιαλδημοκρατικό κόμμα SPD). Επομένως η προοπτική ούτως ή άλλως ισχυρής συμμετοχής στο αυριανό κυβερνητικό σχήμα είναι δυνατόν να φέρει πρόσθετες ψήφους από ένα εκλογικό σώμα που υπολογίζει και τη δυνατότητα ατομικών εξυπηρετήσεων από τους αιρετούς του. Άλλωστε οι αγγλοσάξονες λένε «nothing succeeds more than success»…
Βέβαια οφείλω να αναγνωρίσω πως όλα τα προαναφερόμενα αποτελούν σενάρια και πιθανολογήσεις, τα οποία συχνά η πραγματικότητα αρέσκεται να διαψεύδει, ιδιαίτερα σε καιρούς τόσο ρευστούς όσο είναι οι δικοί μας… Αν λοιπόν υπάρχει μια βεβαιότητα, αυτή αφορά το παρόν: Το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη δεν έχει σχέση με το ίδιο κόμμα της αμέσως προγενέστερης εποχής. Σήμερα είναι ένα κόμμα που δείχνει να έχει προοπτικές…
* O καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «Η κορύφωση του Εθνικού Διχασμού: Η δίκη των Έξι, ‘αναγκαίο σφάλμα’ ή ‘δικαστικός φόνος’;»