Μέτριο έως υψηλό χαρακτηρίζει πλέον τον κίνδυνο εξάπλωσης του κορονοϊού ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Λοιμώξεων (ECDC), δίνοντας έμφαση στην ανάγκη ενεργοποίησης των αρχών προκειμένου να μπλοκάρουν τη μετάδοσή του από τις επαφές όσων έχουν προσβληθεί.
Αυτό αποτελεί προτεραιότητα σύμφωνα τον ECDC. «Είναι ιδιαίτερης σημασίας να λαμβάνονται τα απαιτούμενα μέτρα και να εντείνονται σταδιακά σε κάθε φάση της επιδημίας, ώστε να διακοπεί η αλυσίδα μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο, να αποφευχθεί η εξάπλωση και να μειωθεί η ένταση της» αναφέρει στην τελευταία έκθεσή του.
«Τα αυστηρά μέτρα δημόσιας υγείας, που εφαρμόστηκαν μετά τα κρούσματα στην Ιταλία, θα μειώσουν αλλά δεν θα αποκλείσουν την πιθανότητα περαιτέρω εξάπλωσης του ιού» λέει ο ECDC.
Όπως επισημαίνεται, αρκετά από τα κρούσματα συνδέονται με άλλα. Ωστόσο, αυτό που ανησυχεί τους ειδικούς είναι η εμφάνιση περιστατικών, που δεν έχουν κάποια σχέση με κρούσματα τα οποία είτε είχαν ταξιδέψει σε χώρες όπου ήταν σε έξαρση ο κορονοϊός ή βρέθηκαν σε επαφή με τα άτομα αυτά. «Υπάρχει αυξανόμενος αριθμός κρουσμάτων, τα οποία δεν ακολουθούν την αλυσίδα της μετάδοσης» λέει ο ECDC . Ενδεικτικό είναι πως από την Δευτέρα 4 κρούσματα στην Ελλάδα θεωρούνται αγνώστου προελεύσεως.
Ο Οργανισμός, στην έκθεσή του, υπογραμμίζει πως εάν κάνει την εμφάνισή του σε κάποια χώρα, μπορεί να μεταδοθεί με ταχύτατους ρυθμούς. Η αύξηση των κρουσμάτων οφείλεται σε πολλές περιπτώσεις από ασθενείς που εμφανίζουν ήπια συμπτώματα και δεν αναζητούν υγειονομική περίθαλψη.
Τα περιστατικά ασθενών με ήπια συμπτώματα –λέει ο ECDC- είναι τεράστια και τις περισσότερες φορές δεν αντιλαμβάνονται τη δυνατότητα μετάδοσης του κορονοϊού και δεν ζητάνε την αναγκαία περίθαλψη, με αποτέλεσμα να θέτουν σε κίνδυνο και το προσωπικό των νοσηλευτικών μονάδων.
Από τις εργαστηριακές εξετάσεις προκύπτει πως το 80% των κρουσμάτων εμφανίζουν ήπια συμπτώματα, το 14% δείχνει να έχει πιο σοβαρά και μόνον το 6% παρουσιάζει σημαντική επιδείνωση της υγείας του. Στη συντριπτική τους πλειονότητα –όπως έχει αναφερθεί- τα πιο κρίσιμα περιστατικά εντοπίζονται σε ηλικιωμένα άτομα και σε εκείνα τα οποία έχουν χρόνια παθολογικά προβλήματα.
Τα 4 σενάρια
Ο ECDC έβαλε στο τραπέζι 4 σενάρια. Στο Σενάριο 1 απαιτούμενος στόχος είναι η συγκράτηση, η εκτεταμένη ανίχνευση και η εκτίμηση κινδύνου των επαφών των πιθανών και επιβεβαιωμένων περιπτώσεων που εντοπίστηκαν. Αμέσως μετά την επιβεβαίωση μιας περίπτωσης, θα πρέπει να διεξαχθεί συνέντευξη και να καταχωρηθούν οι επαφές και να ταξινομηθούν ως έκθεση υψηλού κινδύνου («στενή επαφή») ή με επαφές χαμηλού κινδύνου έκθεσης.
Στη συνέχεια η ομάδα επικοινωνεί με όλες τις επαφές για να ενημερώσει και να συμβουλεύσει. Οι επαφΕυρωές υψηλού κινδύνου έκθεσης θα παρακολουθούνται ενεργά από τις αρχές δημόσιας υγείας, ενώ οι επαφές χαμηλού κινδύνου έκθεσης θα πρέπει να αυτοελέγχουν για τα συμπτώματα και να αποφεύγουν τις κοινωνικές επαφές. Η καραντίνα, συμπεριλαμβανομένης της εθελοντικής καραντίνας, μπορεί να ληφθεί υπόψη για επαφές υψηλού κινδύνου έκθεσης. Σε περίπτωση εμφάνισης συμπτωμάτων ασθένειας, οι επαφές πρέπει να απομονωθούν και να ζητήσουν ιατρική συμβουλή, κατά προτίμηση τηλεφωνικά πρώτα.
Στο Σενάριο 2, καθώς ο αριθμός των περιπτώσεων αυξάνεται, θα είναι όλο και πιο δύσκολο να εντοπιστούν όλες οι επαφές. Το σημείο στο οποίο η εκτεταμένη ιχνηλάτηση επαφών γίνεται μη δυνατή λόγω περιορισμένων πόρων θα διαφέρει μεταξύ των διαφόρων χωρών. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει αξία στον εντοπισμό των επαφών, ακόμη και αν δεν εντοπίζονται όλες οι επαφές κάθε περίπτωσης. Αυτό θα βοηθήσει στην επιβράδυνση της εξάπλωσης της μόλυνσης.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, ο εντοπισμός των επαφών και η παρακολούθηση επαφών μπορούν να δοθούν κατά προτεραιότητα στις επαφές υψηλού κινδύνου έκθεσης κάθε περίπτωσης, οι οποίες συνήθως είναι οι πιο εύκολες, συμπεριλαμβανομένων επαφών που είναι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας ή που εργάζονται με ευάλωτους πληθυσμούς, ακολουθούμενη από όσο το δυνατόν περισσότερα των επαφών έκθεσης χαμηλού κινδύνου.
Στα Σενάρια 3 και 4 η ανίχνευση επαφών θα μπορούσε να συμβάλει στην καθυστέρηση της εξάπλωσης. Ωστόσο, σε αυτά τα δύο σενάρια είναι εξαιρετικά δύσκολη η εξεύρεση των επαφών, ενώ οι αρχές θα πρέπει να εντείνουν τους ελέγχους και να λαμβάνουν επιπρόσθετα μέτρα.