Όλοι στην Ευρώπη πρέπει να δρουν από κοινού, αντί να λαμβάνουν αποφάσεις σε κύκλο μερικών κρατών-μελών, με αποκλεισμό άλλων κρατών-μελών, τόνισε ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Steffen Seibert, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την απόφαση της κυβέρνησης της ΠΓΔΜ να κλείσει τα σύνορα.
«Μπορώ μόνο να τονίσω για άλλη μια φορά τη γενική μας πεποίθηση: ενδιαφερόμαστε για μία κοινή ευρωπαϊκή, συνολική λύση. Μια λύση η οποία θα μειώσει τον αριθμό των παράνομων μεταναστών για όλα τα κράτη-μέλη αισθητά και μόνιμα. Και αυτό βεβαίως γίνεται με το να αντιμετωπίσουμε τις αιτίες του προβλήματος. Σε αυτό το πλαίσιο η προσέγγισή μας είναι ότι όλοι στην Ευρώπη πρέπει να δρουν από κοινού, αντί να λαμβάνουν αποφάσεις σε κύκλο μερικών κρατών-μελών, με αποκλεισμό άλλων κρατών-μελών», δήλωσε ο κ. Seibert.
«Εθνικά συνοριακά μέτρα του ενός ή του άλλου είδους δεν θα οδηγήσουν στο να μην έρχονται πια πρόσφυγες, αλλά στο να αναζητήσουν οι διακινητές νέες διαδρομές», τόνισε ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος, κληθείς να τοποθετηθεί σχετικά με πληροφορίες που θέλουν τους πρόσφυγες να αναζητούν νέα περάσματα μέσω της Αλβανίας προς την Ιταλία. Ο κ. Seibert διευκρίνισε, πάντως, ότι δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει με στοιχεία την ύπαρξη νέων διαδρομών.
Επίσης σημείωσε ότι μετά την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής με την Τουρκία «δεν θα έχουν λυθεί ξαφνικά όλα τα προβλήματα», αποφεύγοντας ωστόσο να απαντήσει εάν μετά τις 7 Μαρτίου θα δρομολογηθούν από το Βερολίνο άλλα μέτρα. Επανέλαβε πάντως ότι το Σχέδιο Δράσης ΕΕ-Τουρκίας παραμένει το πρώτο σε προτεραιότητα εργαλείο στην προσπάθεια μείωσης της παράνομης μετανάστευσης στο Αιγαίο.
«Βρισκόμαστε με την Τουρκία σε μια διαδικασία μιας πολύ εντατικής συνεργασίας. Οι δύο πλευρές έχουν προχωρήσει αρκετά. Είναι καλό και σωστό σε αυτή τη διαδικασία να βρεθούμε μαζί στις 7 Μαρτίου και στον κύκλο των 28 κρατών-μελών. Το τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έφερε ευτυχώς μια ομόφωνη στήριξη των κρατών-μελών για το Σχέδιο Δράσης ΕΕ-Τουρκίας, το οποίο παραμένει το πρώτο στη σειρά εργαλείο που διαθέτουμε τώρα προκειμένου να μειώσουμε την παράνομη μετανάστευση στο Αιγαίο μόνιμα και αισθητά», δήλωσε ο κ. Seibert και αναφέρθηκε στην ανάγκη για καταπολέμηση των αιτιών της προσφυγιάς και συνεργασία με την Τουρκία για τον καλύτερο έλεγχο των εξωτερικών συνόρων. «Σε αυτά ρίχνουμε το βάρος, σε αυτά προχωρούμε βήμα-βήμα».
Αναφερόμενος στη συμφωνία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ο κ. Seibert προσέθεσε ότι πρέπει να αφήσουμε την αποστολή να επιχειρήσει και στις 7 Μαρτίου να διαπιστώσουμε μαζί με την Τουρκία και τους Ευρωπαίους εταίρους πού βρισκόμαστε και να προχωρήσουμε την ατζέντα. «Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια διαδικασία και είναι μια σημαντική ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις με τους Τούρκους εταίρους και μαζί με την Τουρκία να μειώσουμε τους αριθμούς της παράνομης μετανάστευσης πραγματικά, αισθητά και μόνιμα. Μετά από αυτό όμως τα προβλήματα δεν θα έχουν ξαφνικά λυθεί», συμπλήρωσε.
Παράλληλα, χαιρέτισε τη συνεννόηση Ελλάδας - Τουρκίας για την συνδρομή του ΝΑΤΟ στην επιτήρηση του Αιγαίου και την απόφαση του Συμβουλίου της Συμμαχίας επί των λεπτομερειών. Τόνισε δε ότι πρόκειται για υποστηρικτική συνδρομή στην θαλάσσια αναγνώριση και στον σχηματισμό της «εικόνας της κατάστασης», προκειμένου να στηριχτεί η προσπάθεια καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης και ιδιαίτερα της εγκληματικής δράσης των διακινητών.
«Το ΝΑΤΟ στηρίζει έτσι την ελληνική και την τουρκική ακτοφυλακή και την FRONTEX. Από την σκοπιά μας χαιρετίζουμε οπωσδήποτε, ειδικά το ότι η Ελλάδα και η Τουρκία μπόρεσαν να συνεννοηθούν για αυτή τη δράση - κάτι το οποίο πιθανώς να μην θεωρούσε κανείς ως αυτονόητο, αν δει πώς ήταν οι σχέσεις των δύο χωρών κάποιες φορές τα τελευταία χρόνια και τις τελευταίες δεκαετίες», δήλωσε ο κ. Seibert και έκανε λόγο για ένα «δείγμα της βούλησης των δύο χωρών για συνεργασία ώστε να συμβάλουν στην μείωση της παράνομης μετανάστευσης».
Πρόσθεσε ακόμη, ότι αυτή τη δράση την ζήτησαν μάλιστα από το ΝΑΤΟ και οι δύο χώρες και επισήμανε ότι αυτή η συνεργασία είναι πραγματικά σημαντική «και μπορεί να γίνει ένα μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης πέρα από αυτή την δραστηριότητα», ενώ χαιρέτισε και το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ «μπόρεσε να συνεννοηθεί σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα για αυτό το δείγμα αλληλεγγύης».
«Η καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της εγκληματικότητας των διακινητών, αποτελεί επείγον καθήκον της διεθνούς κοινότητας. Και γι' αυτό είναι καλό ότι υπάρχει αυτή η γρήγορη αντίδραση του ΝΑΤΟ και ότι τα σκάφη θα μετακινηθούν τώρα γρήγορα στο Αιγαίο», κατέληξε ο εκπρόσωπος της Καγκελαρίου Angela Merkel.
Από την πλευρά του γερμανικού υπουργείου Άμυνας, ο εκπρόσωπος Jens Flosdorff εξήγησε ότι έχει συμφωνηθεί μια πολύ στενή συνεργασία με τις δύο ακτοφυλακές και την FRONTEX. Σημείωσε δε, ότι ήδη σήμερα θα βρίσκονται επιτόπου τρεις «μονάδες», μεταξύ των οποίων και η γερμανική ναυαρχίδα «Βόννη» και θα ξεκινήσουν με την δημιουργία της εικόνας της κατάστασης στην περιοχή.
Αναφερόμενος σε πρακτικές πτυχές της επιχείρησης, ο κ. Flosdorff δήλωσε ότι σύμφωνα με τον σχεδιασμό, θα βρίσκονται επιτόπου σύνδεσμοι των ακτοφυλακών Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά και της FRONTEX.
«Αυτοί θα τροφοδοτούνται απευθείας με πληροφορίες μέσω των μονάδων του ΝΑΤΟ, θα ενημερώνουν τις υπηρεσίες τους, οι οποίες θα μπορούν να ενεργοποιηθούν χωρίς περαιτέρω ενδιάμεσα στάδια, στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς τους», δήλωσε ο γερμανός εκπρόσωπος και χαρακτήρισε «απόλυτα εξαιρετική», την περίπτωση τα ίδια τα πλοία του ΝΑΤΟ να ενεργοποιηθούν στο πλαίσιο μιας έκτακτης ανάγκης διάσωσης στην θάλασσα, συμπληρώνοντας ωστόσο, πως την περίπτωση αυτή, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει».
«Το θέμα βασικά, είναι να δώσεις στις δύο ακτοφυλακές την δυνατότητα να κάνουν πιο αποτελεσματικά αυτό το οποίο ήδη σήμερα έχουν το δικαίωμα να κάνουν. Και εάν υπάρξει ανάγκη για ένα μέτρο διάσωσης, τα πλοία του ΝΑΤΟ θα παραδώσουν τους ανθρώπους που έχουν διασώσει στην ακτοφυλακή, και αυτή θα χειριστεί τους ανθρώπους βάσει των νομικών κανόνων τους οποίους ήδη σήμερα πρέπει να τηρεί», συνέχισε ο κ. Flosdorff. «Το ΝΑΤΟ συνδράμει στην δημιουργία μιας εικόνας της κατάστασης», ενώ οι αρμοδιότητες «βρίσκονται στις εθνικές ακτοφυλακές και στην FRONTEX» συμπλήρωσε.
Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με το ενδεχόμενο να υπάρξουν διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στην υλοποίηση της αποστολής, ο κ. Flosdorff είπε χαρακτηριστικά: «Θα έχουμε και τους δύο συνδέσμους στα πλοία και δεν χρειάζεται να αποκλείσετε ότι αυτοί οι δύο θα συνεννοηθούν, όταν στέκονται ο ένας δίπλα στον άλλον», για να προσθέσει: «Είχαμε μια γεμάτη εμπιστοσύνη συνεργασία μεταξύ αυτών των δύο χωρών κατά την δημιουργία αυτής της απόφασης. Συμφωνήθηκε μια πολύ στενή συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών και των ακτοφυλακών, έδωσαν και οι δύο ιδιαίτερη σημασία σε αυτό, στον στενό επιχειρησιακό συντονισμό της επιχείρησης. Αυτό σημαίνει εν τέλει και μια νέα ποιότητα της συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και ΝΑΤΟ, καθώς και τελικά της Τoυρκίας με την FRONTEX και με την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ο εκπρόσωπος της Ursula von der Leyen, παραπέμποντας και στην δήλωση του γ.γ. του ΝΑΤΟ Jens Stoltenberg, τόνισε ότι η Συμμαχία «δεν βρίσκεται εκεί για να παίξει τον όποιο ρόλο διαιτητή για θέματα που δεν έχουν σχέση με το ίδιο το ζήτημα - θα τα διευθετήσουν επιτόπου και θα τηρήσουν όλο το εθνικό όσο και το διεθνές δίκαιο που πρέπει να τηρηθεί».
Κληθείς να εξηγήσει περαιτέρω, ο κ. Flosdorff ανέφερε: «Στο πλαίσιο των συμφωνιών του ΝΑΤΟ υπάρχει και η βασική προθυμία που εξέφρασε η Τουρκία - το οποίο πιστεύω είναι σημαντικό βήμα - να πάρει πίσω στην Τουρκία άτομα τα οποία ''μπαίνουν στο νερό'' από τις τουρκικές ακτές και τα οποία σταματούν οι αντίστοιχες ακτοφυλακές, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη παράνομη μετανάστευση. Αυτό είναι, που ήδη και σήμερα είναι δυνατό και τίποτα διαφορετικό δεν θα συμβεί τώρα. Απλώς, η παρουσία του ΝΑΤΟ, προσφέρει κατά κάποιον τρόπο μια σκέπη υπό την οποία μπορούν οι δύο χώρες να συνεργαστούν ακόμη καλύτερα και πιο αποτελεσματικά. Έχουμε επιπλέον τις αναγνωριστικές δυνατότητες του ΝΑΤΟ, οι οποίες διευρύνουν και τις δυνατότητες των ακτοφυλακών να αναγνωρίζουν δραστηριότητες και μετά κάνουν αυτό για το οποίο υπάρχουν - φυλάσσουν τις ακτές και εμποδίζουν την παράνομη μετανάστευση».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ