Τις ενστάσεις του σχετικά με τη συμφωνία ανάμεσα στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, που αφορά κυρίως στη διαχείριση της αμφισβητούμενης εκκλησιαστικής περιουσίας, καθώς και στη μεταφορά των κληρικών εκτός δημοσίου, εκφράζει μιλώντας στο Liberal και τον Ανδρέα Ζαμπούκα o ομότιμος καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών, Γ. Κονιδάρης.
Ο κ. Κονιδάρης κάνει λόγο για μεγάλο «deal» μεταξύ Τσίπρα-Ιερώνυμου, το οποίο παραμερίζει το Πατριαρχείο και εξαιρεί πιθανότατα, τους Μητροπολίτες από το νέο καθεστώς μισθοδοσίας το οποίο φαίνεται να αφορά μόνο τους κληρικούς. Παράλληλα, τονίζει ότι ο Αρχιεπίσκοπος δεν νομιμοποιείται να εκπροσωπεί τους πάντες σε μία τέτοια συμφωνία.
«Βεβαίως, δεν πρόκειται ακόμα για συμφωνία- είναι ad referendum. Ο Αρχιεπίσκοπος επιφυλάσσεται να τη φέρει στην ιεραρχία και ο πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο». Επιπλέον, ο Αρχιεπίσκοπος δεν είναι «πρώτος» στην ιεραρχία αλλά πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου. «Εδώ έχουμε ένα σχήμα οξύμωρο, ενώ τα πράγματα έπρεπε να γίνουν ανάποδα».
«Η συμφωνία δεν μπορεί να έγινε μέσα σε μία ώρα. Είναι κάτι που είχε προηγηθεί από καιρό. Ο Αρχιεπίσκοπος πήγε, για να πληροφορηθεί τι σημαίνει ουδετερότητα στο Σύνταγμα κι αντί γι'' αυτό ανακοινώθηκε η συμφωνία με τον πρωθυπουργό, που ισχύει όπως λέει στο τέλος, εάν ισχύουν όλοι οι όροι της», σημειώνει ο κ. Κονιδάρης, θέτοντας μερικά ερωτήματα. Μεταξύ αυτών, γιατί δεν ρωτήθηκε το Πατριαρχείο και εάν πρόκειται για συμφωνία ενόψει εκλογών, με τον αρχιεπίσκοπο να εμφανίζεται στην τηλεόραση, ευχαριστώντας τον πρωθυπουργό.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της οποίας προΐσταται ο αρχιεπίσκοπος, αποτελείται από 12 μέλη, που αλλάζουν κάθε χρόνο. «Είναι αντιπρόσωποι της ιεραρχίας, αλλά στα μείζονα θέματα, την απόφαση παίρνει η ιεραρχία. Πολλοί αρχιερείς είναι κουμπωμένοι, γιατί δημιουργείται μία συμφωνία που δεν έχει καμία σχέση με το Σύνταγμα. Ο κ. Τσίπρας δεν πειράζει καθόλου το Σύνταγμα. Όλα αυτά τα θέματα μπορούν να ρυθμιστούν με νόμους».
«Μάλιστα, όσον αφορά την διάταξη του άρθρου 3 στην ουσία δεν μεταβάλλεται τίποτα. Θα ισχύει ο τόμος του 1850 και η πράξη του 1928 στο σύνολό της;».
Το κοινό ανακοινωθέν «δεν σηματοδοτεί χωρισμό και αυτή η μεταφορά της μισθοδοσίας στην Εκκλησία δεν είναι σίγουρα κάτι καλό για τους κληρικούς». «Των αρχιεπισκόπων και των Μητροπολιτών γιατί δεν μεταφέρεται; Και τι θα γίνει με τη σύνταξη και την περίθαλψή των απλών κληρικών;», διερωτάται ο καθηγητής, διατυπώνοντας τη σκέψη, ότι ενδεχομένως να δίνονται υπερεξουσίες στους υψηλά ιστάμενους στην ιεραρχία της Εκκλησίας, που θα μπορούν να προσλαμβάνουν και να απολύουν κατά το δοκούν.
«Υπάρχει όμως και κάτι άλλο: Ο κ. Τσίπρας ανεβάζει τις θέσεις κατά 2.000. Το πλαφόν υπήρχε, μισθοδοτούσε 6.000 ιερείς. Τώρα πάνε στους 8.000 και λέει ότι τα λεφτά τα δίνει την Εκκλησία για να τα διαχειρίζεται. Μπορεί να κάνει εντύπωση και να πουλάει στα πρωτοσέλιδα, αλλά είναι πάρα πολλά τα ερωτήματα. Οι μητροπολίτες εξαιρούνται από αυτό το σύστημα; Τι θα γίνει με τους κληρικούς της Κρήτης και των Δωδεκανήσων, που υπάγονται απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο; Θα πληρώνονται από το κράτος; Γιατί η συμφωνία δεν πήγε πακέτο με τη συμφωνία του Πατριαρχείου; Και Μητροπόλεις της Β. Ελλάδος έχουν δοθεί απλώς προς διοίκηση στην Εκκλησία της Ελλάδος. Άρα, είναι ο αρχιεπίσκοπος νομιμοποιημένος να πάρει τη συμφωνία και να διαπραγματευτεί αυτά τα πράγματα; Είναι η εκκλησία αυτή τη στιγμή έτοιμη να διαχειριστεί τη μισθοδοσία 9.000 ανθρώπων;», καταλήγει ο καθηγητής Κονιδάρης.