Ακρως αμφίβολη θεωρείται μια συμφωνία στο αυριανό Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας καθώς πολλές από τις κοινοτικές προτάσεις είναι αμφιλεγόμενες και διχάζουν τα κράτη μέλη, με πιο χαρακτηριστική το πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο. Η Αθήνα δεν συμφωνεί με το μέτρο. Το θεωρεί ανεφάρμοστο, ενώ φοβάται ότι εφόσον η Κομισιόν επιμείνει στην επιβολή πλαφόν, ο Πούτιν θα διακόψει τη ροή και προς τη χώρα μας, μέσω του Turk Stream, που προς το παρόν συνεχίζεται κανονικά.
Ο άλλος φόβος είναι πως μια τέτοια πρόταση θα διχάσει βαθιά τους Ευρωπαίους, οι οποίοι για μια ακόμη φορά δεν θα καταφέρουν να εμφανίσουν κοινή γραμμή απέναντι στο Κρεμλίνο, αφού πολλές χώρες, για δικούς τους λόγους η κάθε μία, αντιτίθενται στην ιδέα, την οποία μάλιστα δεν φαίνεται να έχουν επεξεργαστεί σε βάθος οι τεχνικές ομάδες. Εκτός της Ελλάδας, δύσπιστοι απέναντι σε ένα πλαφόν στο ρωσικό αέριο, είναι και οι Γερμανοί, καθώς και άλλοι Ευρωπαίοι.
Η Αθήνα τάσσεται υπέρ της λύσης για καθορισμό ανώτατης τιμής στον ολλανδικό δείκτη TTF, ο οποίος αποτελεί σημείο αναφοράς για το φυσικό αέριο στην Ευρώπη και έχει εξελιχθεί σε χρηματιστηριακή φούσκα. Τη θεση αυτή θα υποστηρίξει ο υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας στο αυριανό συμβούλιο υπ. Ενέργειας, το οποίο ευελπιστεί να καταλήξει σε μια συμφωνία, η οποία θα επικυρωθεί με τις ανακοινώσεις Φον Ντερν Λαίεν στις 14 Σεπτεμβρίου.
Ενα πλαφόν στο ρωσικό αέριο, μεταφράζεται σε μονομερή παραβίαση των συμβάσεων της Gazprom με τις ευρωπαϊκές εταιρείες - πελάτες της, όπως λένε πηγές με γνώση των κοινοτικών διεργασιών. Εκτός του ότι θα το αξιοποιούσε η ρωσική πλευρά για να ενοχοποιήσει την Ευρώπη ως υπεύθυνη για διακοπή των παραδόσεων, και θα ήγειρε αποζημιώσεις δισεκατομμυρίων, ακόμη και αν βρισκόταν κάποια νομική βάση, ποιος διαβεβαιώνει ότι το ευρωπαϊκό μπλοκ θα έμενε ενιαίο, και δεν θα έσπαγε, όπως με τις πληρωμές σε ρούβλια;
Η Φον Ντερ Λάιεν δέχεται κριτική ότι μίλησε προτού οι εθνικοί εμπειρογνώμονες καταλήξουν στις τεχνικές λεπτομέρειες των προτάσεων ενόψει της αυριανής συνόδου των υπουργών Ενέργειας. «Ήταν ατυχές να γίνουν οι ανακοινώσεις την ίδια στιγμή που τα κράτη μέλη συζητούσαν την πορεία προς τα εμπρός» σύμφωνα με κοινοτικούς διπλωμάτες.
Πού «κολλάει» η επιβολή πλαφόν
Παρόμοιες ανησυχίες εκφράζονται και γενικότερα ως προς την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, ανεξαρτήτως προέλευσης, για όλους τους εισαγωγείς, όχι μόνο για τη Gazprom. Ενα πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου θα μπορούσε να μπει μόνο εφόσον υπήρχε μια νέα νομική βάση, που να υποχρεώνει όλους τους εισαγωγείς στην ΕΕ να πωλούν σε προκαθορισμένη τιμή. Αυτόματα τότε θα ακυρώνονταν όλα εκείνα τα άρθρα των συμβάσεων των ευρωπαϊκών εταιρειών αερίου με παραγωγούς αερίου κάθε χώρας (από τη Ρωσία έως τις ΗΠΑ και το Κατάρ), τα οποία αναφέρονται στις τιμές που έχουν κλείσει οι συμφωνίες. Επομένως οι δύο πλευρές θα έπρεπε να συμφωνήσουν εκ νέου σε μια νέα τιμή.
Ποιούς όμως θα αφορούσε ένα πλαφόν; Τις ευρωπαϊκές εταιρείες που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ, οι οποίες θα απαγορεύονταν να αγοράσουν φυσικό αέριο πάνω από μια προκαθορισμένη τιμή; Και αν κάποιες τη μετέφεραν, π.χ στο Ντουμπάι, για να συναλλάσσονται από εκεί με τη Gazprom ή για να πωλούν σε όποια τιμή επιθυμούν, παρακάμπτοντας το πλαφόν, τι θα έκανε η Κομισιόν;
Το κυριότερο όμως ερώτημα είναι κατά πόσο είναι εφικτό να ρυθμιστεί μια αγορά με διοικητικά μέτρα. «Εάν μπει ένα πλαφόν, για παράδειγμα στα 180 ευρώ / MWh (214 ευρώ η τιμή της Παρασκευής) αλλά ο παραγωγός LNG μπορεί να πουλήσει αλλού το προϊόν του, ακριβότερα, γιατί να το φέρει στην Ευρώπη;», είναι το εύλογο ερώτημα που διατυπώνεται. Ενώ η Νορβηγία, που είναι τώρα ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου της ΕΕ, έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να είναι θετική σε ένα πλαφόν, υπάρχουν αμφιβολίες ως προς το τι θα έκαναν πωλητές LNG από ΗΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τους παραπάνω προβληματισμούς, η Αθήνα, όπως και η Ιταλία, έχουν καταθέσει δική τους πρόταση για επιβολή πλαφόν γενικά στις τιμές του φυσικού αερίου και στην αγορά του TTF που αποτελεί κατά κοινή ομολογία μια χρηματιστηριακή φούσκα.
Η φούσκα του TTF
Κανονικά, η μεγάλη προσφορά LNG στην Ευρώπη σε συνδυασμό με τα υψηλά επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου που έχουν ήδη επιτευχθεί θα έπρεπε να έχουν οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα τιμών.
Αλλά αυτό δεν βλέπουμε να συμβαίνει. Η τιμή στον ολλανδικό δείκτη που παραμένει το βασικό σημείο αναφοράς (benchmark) για το φυσικό αέριο της Ευρώπης, παραμένει «καρφωμένη» στα επίπεδα των 200 ευρώ / MWh χωρίς να αντικατοπτρίζει πλέον την ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.
Η Κομισιόν βομβαρδίζεται συνεχώς από εισηγήσεις κρατών να αλλάξει το σημερινό καθεστώς. «Δεν μπορούμε να δεχτούμε την κερδοσκοπία που προκαλείται από τις συναλλαγές παραγώγων που οδήγησαν σε υπερβολικά υψηλές τιμές φυσικού αερίου, οι οποίες δεν αντικατοπτρίζουν το πραγματικό κόστος του φυσικού αερίου. Ο όγκος του φυσικού αερίου που διακινείται στο TTF είναι 100 φορές μεγαλύτερος από τον όγκο του φυσικού αερίου που διακινείται στην ολλανδική αγορά», σημειώνει με σημερινή του ανάρτηση ο επικεφαλής της ΔΕΠΑ Κωσταντίνος Ξιφαράς.
Η ανισορροπία ξεκίνησε πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και έκτοτε έχει προσλάβει δυσθεώρατες διαστάσεις. Θα ήταν πιο αποτελεσματικό για την ΕΕ να δημιουργήσει έναν νέο δείκτη αγοράς που να βασίζεται στο πραγματικό ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης.
Διχάζουν οι προτάσεις της Κομισιόν
Οι άλλες κοινοτικές προτάσεις, πέραν του πλαφόν στο ρωσικό αέριο, ενόψει του αυριανού συμβουλίου των υπουργών Ενέργειας, κάποιες εκ των οποίων επίσης διχάζουν τους 27, αφορούν :
Υποχρεωτικός στόχος για μείωση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις ώρες αιχμής. Στην Ελλάδα, η αρχή έγινε από το Δημόσιο και θα ακολουθήσουν και μέτρα για τον ιδιωτικό τομέα και τα νοικοκυριά. Ενώ η πρόταση της Κομισιόν μιλά για υποχρεωτικές μειώσεις, χώρες όπως Βουλγαρία, Ουγγαρία, Πολωνία θέλουν τέτοια μέτρα να είναι προαιρετικά.
Πλαφόν για τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας εκτός φυσικού αερίου. Στόχος, αυτά τα «απροσδόκητα κέρδη» να επιστρέφουν στους καταναλωτές. Το μοντέλο προσομοιάζει σε εκείνο που εφαρμόζεται ήδη από την Ελλάδα. Κάποιες εισηγήσεις θέλουν να επιβάλλεται πλαφόν στα 200 ευρώ. Κυβερνητικές ωστόσο πηγές εξηγούν ότι στην Ελλάδα ήδη εφαρμόζεται χαμηλότερο πλαφόν, ύψους 112 ευρώ για την υδροηλεκτρική ενέργεια και 85 ευρώ για τις ΑΠΕ. Μια καθολική εφαρμογή του μέτρου της Επιτροπής θα οδηγούσε στο να μειωθούν τα υπερκέρδη από τους παραγωγούς, με αποτέλεσμα τη συνεπαγόμενη μείωση των κονδυλίων για επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος.
Φόρος αλληλεγγύης στις εταιρείες ορυκτών καυσίμων.
Παροχή έξτρα ρευστότητας σε ενεργειακές επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα.