Κλιματική αλλαγή, μηδενικές εκπομπές άνθρακα, ενεργειακή ασφάλεια, πυρηνικοί αντιδραστήρες νέας γενιάς, έρευνα για την παραγωγή ενέργειας μέσω σύντηξης, βιώσιμο ενεργειακό μείγμα και, πάνω απ' όλα, γεωπολιτική ... Θέματα ζωτικής σημασίας, που απαιτούν τη λήψη σημαντικών αποφάσεων, τα αποτελέσματα των οποίων θα αποτελέσουν καθοριστικούς παράγοντες για τον κόσμο του μέλλοντος.
Το ανανεωμένο ενδιαφέρον, σε ολόκληρο τον κόσμο, για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από πυρηνικούς σταθμούς, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό από τη δυνατότητα που προσφέρουν οι σταθμοί αυτοί για αξιόπιστη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να καλυφθούν οι συνεχώς αυξανόμενες βιομηχανικές και αστικές ανάγκες χωρίς όμως παράλληλη εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου. Επιπλέον, η πυρηνική ενέργεια αποτελεί ελκυστική επιλογή για χώρες που θέλουν, μεν, να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες, χωρίς ωστόσο να βασίζονται σε αβέβαιες εισαγωγές από το εξωτερικό, όπως - για παράδειγμα - συμβαίνει στις μέρες μας με την κατακόρυφη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου.
Οι εξελίξεις στην πυρηνική τεχνολογία, που υπόσχονται την ασφαλή λειτουργία σταθμών ηλεκτροπαραγωγής - και επιπλέον η προοπτική ανάπτυξης μικρών αρθρωτών αντιδραστήρων, που προσφέρουν μεγαλύτερη ευελιξία στην τοποθεσία εγκατάστασης τους ώστε να ανταποκρίνονται στις τοπικές ενεργειακές ανάγκες - έχουν ως αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση του αριθμού των υπό κατασκευή πυρηνικών σταθμών παγκοσμίως. Σήμερα, κατασκευάζονται 54 αντιδραστήρες για την παραγωγή ενέργειας, οι περισσότεροι από τους οποίους στην Ασία. Για παράδειγμα, η Κίνα κατασκευάζει πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής συνολικής ισχύος 17270 MW, η Νότια Κορέα 5360 MW, η Ινδία 5194 MW, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα 4035 MW και η γειτονική μας Τουρκία 3342 MW.
Παρ' όλη τη σφοδρή κριτική, τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι η πυρηνική ενέργεια γίνεται ολοένα και πιο ασφαλής πηγή ενέργειας. Επιπλέον, το σημαντικό ζήτημα της διαχείρισης των αποβλήτων υψηλών επιπέδων ραδιενέργειας, που απασχολεί όσους αντιμετωπίζουν την πυρηνική ενέργεια με σκεπτικισμό και αποτελεί σημαντική πρόκληση λόγω της εξαιρετικά μεγάλης χρονικής περιόδου κατά την οποία τα υλικά αυτά παραμένουν δυνητικά επικίνδυνα για τους ζωντανούς οργανισμούς, φαίνεται ότι αντιμετωπίζεται με επιτυχία. Η διεθνώς αποδεκτή λύση περιλαμβάνει την επανεπεξεργασία των χρησιμοποιημένων καυσίμων, κάτι που έχει σαν αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της ποσότητας των ραδιενεργών αποβλήτων, και την τελική εναπόθεσή τους σε ειδικές εγκαταστάσεις που έχουν κατασκευασθεί σε μεγάλα γεωλογικά βάθη.
Σήμερα η πυρηνική ενέργεια βρίσκεται στο επίκεντρο των ενεργειακών συζητήσεων που γίνονται στην Ευρώπη, καθώς στις 2 Φεβρουαρίου 2022 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε έναν συμπληρωματικό νόμο για το κλίμα το οποίο περιλαμβάνει - υπό αυστηρούς όρους - συγκεκριμένες δραστηριότητες οι οποίες αφορούν στην πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο στο πλαίσιο των οικονομικών δραστηριοτήτων που καλύπτονται από την ενεργειακή πολιτική της ΕΕ.
Η Επίτροπος για τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες, τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, Mairead McGuinness, δήλωσε ότι «δεδομένης της επείγουσας ανάγκης και του τεράστιου μεγέθους της κλιματικής πρόκλησης, η ΕΕ θα πρέπει να δεσμευτεί σε ένα τεχνολογικά ουδέτερο πλαίσιο χρηματοδότησης και να θεσπίσει επιστημονικά αυστηρά και συνεπή κριτήρια για τη βελτιστοποίηση της ανάπτυξης όλων των αποδεδειγμένων βιώσιμων τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα, συμπεριλαμβανομένων του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας».
Αυτή είναι η πρώτη φορά κατά την οποία συμπεριλαμβάνεται η πυρηνική ενέργεια μεταξύ των πηγών που πληρούν τις προϋποθέσεις για χρηματοδότηση ως «βιώσιμη» λύση. Το γεγονός αυτό έχει μεγάλη σημασία για τη διασφάλιση επενδυτικών κεφαλαίων αλλά και για την πρόσβαση σε «πράσινη» χρηματοδότηση χαμηλού κόστους που υποστηρίζεται από τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Πρέπει να τονιστεί ότι περισσότερο από το 70% του κόστους παραγωγής πυρηνικής ηλεκτρικής ενέργειας οφείλεται στο κόστος του κεφαλαίου, δηλαδή το κόστος για την κατασκευή του σταθμού. Επομένως, η πρόσβαση σε οικονομικά προσιτή χρηματοδότηση, όπως αυτή που διατίθεται σε εκείνες τις οικονομικές δραστηριότητες της ΕΕ που χαρακτηρίζονται ως «βιώσιμες», θα συμβάλει καθοριστικά στην ελαχιστοποίηση του κόστους κατασκευής των πυρηνικών σταθμών.
Στην ΕΕ καθένα από τα 27 κράτη μέλη είναι υπεύθυνο για την επιλογή του ενεργειακού μείγματος που εξυπηρετεί τις εθνικές του ανάγκες του. Ωστόσο, όλες οι προβλέψεις και τα σενάρια μετάβασης στη χρήση καθαρής ενέργειας χωρίς εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της Συνθήκης των Παρισίων, συγκλίνουν στο ότι είναι δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος των «μηδενικών εκπομπών» χωρίς σημαντική συμβολή και από την πυρηνική ενέργεια. Σε αυτό το πλαίσιο, δώδεκα χώρες της ΕΕ έχουν δηλώσει κατηγορηματικά την πρόθεσή τους να συμπεριλάβουν την πυρηνική ενέργεια στα σχέδιά τους (Βουλγαρία, Κροατία, Τσεχία, Φινλανδία, Γαλλία, Ουγγαρία, Ολλανδία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία και Σουηδία). Επομένως, η νέα ταξινόμηση της ΕΕ τους παρέχει τα οικονομικά εργαλεία για να επιτύχουν τον στόχο τους.
Από την άλλη πλευρά, οι επικριτές της ενεργειακής ταξινόμησης για το κλίμα θεωρούν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εντάσσοντας την πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο στις μεταβατικές βιώσιμες μορφές ενέργειας αφαιρεί σημαντικά κεφάλαια από μελλοντικές επενδύσεις προς την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που είναι και ο τελικός στόχος της ενεργειακής πολιτικής. Στα πλαίσιο αυτό αντιπροτάθηκε, ως εναλλακτική λύση, η ύπαρξη μιας ενδιάμεσης κατηγορίας στο πλαίσιο της ταξινόμησης, η οποία θα επιτρέπει κατά την μεταβατική περίοδο ειδικές ενισχύσεις και κεφάλαια που θα απευθύνονται μόνο στην πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο.
Ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή όχι με τη συμπερίληψη της πυρηνικής ενέργειας στις βιώσιμες μεταβατικές μορφές ενέργειας της ΕΕ, οι πυρηνικοί αντιδραστήρες παράγουν σήμερα το 26% της ενέργειας στην ΕΕ. Επίσης, παράγουν περίπου το ένα τρίτο της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου. Είναι δηλαδή η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα στον κόσμο μετά την υδροηλεκτρική. Επομένως, η πυρηνική ενέργεια συνεισφέρει ήδη σημαντικά προς την κατεύθυνση της επίτευξης των στόχων της Συνθήκης των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή και η πρόσφατη νομοθεσία της ΕΕ θα συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξη της συμβολής της.
*Ο Δρ. Ίων Σταματελάτος είναι Διευθυντής Ερευνών, ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος».