Του Γιάννη Παντελάκη
Το 1989, οι πολιτικές δυνάμεις της εποχής έκαναν ένα μεγάλο λάθος. Πρόσθεσαν μεγάλη εξουσία, σε κάποια εξωθεσμικά κέντρα που ήδη είχαν τεράστια δύναμη επιρροής στην κοινή γνώμη. Αυτό που είχε ακουστεί τα προδικτατορικά χρόνια, για "εκδότες που ανεβάζουν και κατεβάζουν κυβερνήσεις", έβρισκε την καλύτερη έκφρασή του.
Το 1989, σχεδόν ομόφωνα, τα κόμματα της εποχής (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΝ), έδωσαν το πράσινο φως σε πανίσχυρους εκδότες εφημερίδων, να μπουν στο παιχνίδι της ιδιωτικής τηλεόρασης. Ένα παιχνίδι με μεγάλη πολιτική εξουσία και μεγάλα οικονομικά οφέλη. Μοναδική εξαίρεση, ο Κωστής Στεφανόπουλος (μετέπειτα πρόεδρος της Δημοκρατίας), πρόεδρος τότε ενός μικρού κόμματος της συντηρητικής παράταξης, της ΔΗΑΝΑ. Ήταν ο μόνος που επεσήμανε το αυτονόητο, ότι δηλαδή ενισχύονται με υπέρμετρες εξουσίες, άνθρωποι που ήδη είχαν τέτοιες, κάτι που θα κόστιζε στην λειτουργία της δημοκρατίας. Δεν τον άκουσαν. Και για το επόμενο διάστημα, το κόμμα Στεφανόπουλου δεν φιλοξενείτο ιδιαίτερα στην ειδησεογραφία!
Όλες οι μετέπειτα μαρτυρίες λένε, πως οι Α. Παπανδρέου, Κ. Μητσοτάκης και Χ. Φλωράκης (που έδωσαν το πράσινο φως στους εκδότες), αργότερα μετάνιωσαν γι' αυτή την απόφασή τους. Ήταν όμως πολύ αργά. Συγκεκριμένοι δημοσιογραφικοί όμιλοι, είχαν γιγαντωθεί με τεράστια δύναμη και πολύ μεγάλη επιρροή σε όσα συνέβαιναν στην πολιτική-και όχι μόνο-ζωή. Και παράλληλα, άρχισε να λειτουργεί με ιδιαίτερα αρνητικά αποτελέσματα για την πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία, το τρίγωνο "πολιτική-μιντιακή-οικονομική" εξουσία.
Η λειτουργία του ήταν απλή. Πολιτικά κόμματα, ζητούσαν την στήριξη των μιντιακών επιχειρηματιών, οι τελευταίοι την έδιναν, φυσικά με ανταλλάγματα. Τα τελευταία συνδεόντουσαν και με οικονομικά κέντρα, ένα μέρος των οποίων συμμετείχε μάλιστα στα μίντια. Με το τρίγωνο αυτό πορεύτηκε η χώρα για πολλά χρόνια. Ανάμεσα στις παρενέργειες (εκτός από την αυτονόητη στρέβλωση στη λειτουργία της δημοκρατίας), ήταν η δημιουργία μιας μεγάλης φούσκας στον χώρο των ΜΜΕ. Από κάποιο χρονικό σημείο και μετά, δεν ήταν δυνατόν τα Μέσα να συντηρούνται από τις αμιγώς μιντιακές δραστηριότητές τους. Είχαν επεκτείνει τις δραστηριότητες τους, απασχολούσαν μεγάλα μεγέθη εργαζομένων, είχαν μεγεθυνθεί και παράλληλα αρκετοί από τους ιδιοκτήτες τους, έκαναν αυτό που έκαναν πολλοί άλλοι επιχειρηματίες. Συγκέντρωναν από διάφορες δραστηριότητες (χρηματιστήριο, Τραπεζικό δανεισμό κ.α.), μεγάλα ποσά τα οποία δεν κατεύθυναν απαραίτητα στις επιχειρήσεις τους, άλλα στους προσωπικούς τους Τραπεζικούς λογαριασμούς. Κατά προτίμηση στο εξωτερικό. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είμασταν η μοναδική χώρα με τόσα πολλά ΜΜΕ συγκριτικά με τον αριθμό των κατοίκων της, δημιούργησε μια εκρηκτική κατάσταση.
Ο Τραπεζικός δανεισμός, από κάποιο χρονικό σημείο και μετά δεν γινόταν απαραίτητα με υγιείς οικονομικά όρους. Ένα συγκρότημα, με δεδομένη την δύναμη επιρροής του, πίεζε είτε την εκάστοτε πολιτική εξουσία, είτε Τραπεζίτες και έπαιρνε μεγάλα δάνεια για τα οποία υπήρχαν πολλές αμφιβολίες αν δινόντουσαν με κανονικούς όρους. Αν είχαν δηλαδή αυτοί οι μιντιακοί όμιλοι τα εχέγγυα για να καλύψουν αυτά τα δάνεια. Αυτό ακριβώς ερευνά τώρα η δικαιοσύνη.
Τους όρους με τους οποίους δανείστηκαν ιλιγγιώδη ποσά (όπως αποκάλυψε χθες και το liberal.gr) και αν αυτοί συνάδουν με την Τραπεζική πρακτική. Τι θα βγάλει η δικαιοσύνη από αυτή την έρευνα, δεν απομένει παρά να το δούμε.
Εκείνο που θεωρείται σχεδόν σίγουρο είναι, πως αν το 1989 η είσοδος της ιδιωτικής τηλεόρασης (και εν μέρει ραδιοφωνίας), γινόταν με έναν στοιχειωδώς υγιή τρόπο (με διαγωνισμό για τις άδειες, με αξιόπιστους μηχανισμούς ελέγχου κ.ο.κ.), ίσως τα πράγματα σήμερα να ήταν διαφορετικά. Και ο μιντιακός κόσμος δεν θα αντιμετώπιζε μια φούσκα που έσκασε και τα μιντιακά συγκροτήματα θα λειτουργούσαν με υγιή οικονομικά τρόπο και η δημοκρατία θα είχε λαβωθεί λιγότερο...