Η αμερικανική κυβέρνηση προειδοποίησε για άλλη μια φορά για ένα «οξύ κλίμα τρομοκρατικής απειλής», ιδιαίτερα καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες πλησιάζουν στην 20ή επέτειο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου.
Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας τροποποίησε ένα δελτίο αντιτρομοκρατικού συναγερμού που είχε εκδοθεί τον Ιανουάριο, έπειτα από την επίθεση που πραγματοποίησαν οπαδοί του Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο, στο οποίο για πρώτη φορά τόνιζε τις εσωτερικές απειλές.
Το δελτίο είχε ήδη τροποποιηθεί τον Μάιο, απέναντι στον κίνδυνο «εξτρεμιστές» να εκμεταλλευθούν την άρση των υγειονομικών περιορισμών χάρη στην πρόοδο που έχει επιτευχθεί απέναντι στην πανδημία, προκειμένου να εξαπολύσουν βίαιες επιθέσεις.
«Αυτοί οι εξτρεμιστές θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν την εμφάνιση παραλλαγών της Covid-19 βλέποντας την ενδεχόμενη επιστροφή των δημόσιων υγειονομικών περιορισμών σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες ως κίνητρο προκειμένου να πραγματοποιήσουν επιθέσεις», διευκρινίζει το υπουργείο, το οποίο εκτιμά πως «παράγοντες στρες που συνδέονται με την πανδημία» μπορεί να «συμβάλουν σε μια αύξηση της βίας φέτος».
Το δελτίο σημειώνει επίσης πως «ενόψει την επετείου των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου», η Αλ Κάιντα στην αραβική χερσόνησο (Aqpa) δημοσίευσε πρόσφατα το πρώτο αντίτυπο στα αγγλικά εδώ και τέσσερα χρόνια του περιοδικού προπαγάνδας της "Inspire", κάτι το οποίο δείχνει, σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, πως «οι ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις συνεχίζουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να κάνουν πλύση εγκεφάλου σε άτομα που έχουν τη βάση τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, και πιθανόν υπόκεινται σε βίαιες εξτρεμιστικές επιρροές».
Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, το οποίο ιδρύθηκε μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, δημοσιεύει τακτικά τέτοιες προειδοποιήσεις.
Η έμφαση που δίνεται στις εσωτερικές απειλές απηχεί τον λόγο του Τζο Μπάιντεν ο οποίος, κατά την τελετή ορκωμοσίας του στις 20 Ιανουαρίου, είχε δεσμευθεί να «νικήσει τον ακραίο ρατσισμό και την εσωτερική τρομοκρατία».