Ο χώρος της ελληνικής κεντροαριστεράς έχει, αυτές τις μέρες, περισσότερο από ποτέ, ανάγκη σοβαρότητας. Συνέβη ένα δραματικό, με την κυριολεκτική έννοια, γεγονός, το οποίο δεν πρέπει με κανένα τρόπο να αφεθεί να δώσει αφορμή, σε πρόσωπα και δυνάμεις εντός κι εκτός της παράταξης, να ευτελίσουν όχι μόνο την διαδικασία για την εκλογή νέου αρχηγού, αλλά ολόκληρη την προσπάθεια για πολιτική ανάκαμψη.
Μετά το πρώτο σοκ, απέναντι στο οποίο όλοι έδειξαν ανθρωπιά και ενσυναίσθηση, εμφανίστηκε ένα όχι πρωτόγνωρο, αλλά ιδιαίτερα τραυματικό στην παρούσα περίσταση, φαινόμενο: η θέση προσωπικών φιλοδοξιών πάνω από το συλλογικό συμφέρον. Της παράταξης καταρχάς, αλλά, πιστεύω, και ολόκληρου του ελληνικού πολιτικού συστήματος, που δεν έχει την πολυτέλεια να στερείται μια νευραλγική πολιτική έκφραση, λόγω πράξεων χωρίς μέτρο και συναίσθηση ευθύνης.
Μιας ευθύνης που δίδαξε πρώτη η Πρόεδρος, με τον τρόπο που δίνει τον προσωπικό της αγώνα και με τη σαφή άρνησή της να γίνει δεκανίκι οποιουδήποτε θα ήθελε να μιλήσει στο όνομά της. Ευθύνη σήμερα σημαίνει: σεβασμός προσώπων και καταστάσεων, εκλογές στην ώρα τους, με αξιοπρεπείς διαδικασίες, με πολιτικό και όχι προσωπικό ανταγωνισμό και με διπλή αυτογνωσία: ούτε όλοι μπορούν να ηγηθούν, ενώ όλοι οφείλουν να βάζουν πρώτο το κοινό συμφέρον.
Η σπουδή ανακοίνωσης νέων υποψηφιοτήτων κατά τα τελευταία εικοσιτετράωρα δεν είναι βλαβερή ούτε γιατί φανερώνει ότι υπάρχουν φιλοδοξίες (δεν υπάρχει πολιτική χωρίς φιλοδοξία), ούτε καν επειδή γίνεται την ύστατη στιγμή. Είναι βλαβερή ως ένδειξη ότι οι φιλοδοξίες μπορούν να τυφλώσουν ή να αποπροσανατολίσουν και ως σήμα ότι ένα δραματικό γεγονός, αντί να συσπειρώσει, μπορεί να οδηγήσει σε διαιρέσεις.
Πιστεύω βαθιά -και θα ήθελα να πιστεύω ότι έτσι νιώθουν όλοι όσοι πονάνε το χώρο, είτε συμμετέχουν ενεργά στην εκλογική διαδικασία είτε όχι- ότι, αν έχει κάποιο νόημα η αναμέτρηση που έρχεται, είναι για να αποδειχθεί κάτι που δεν είναι διόλου δεδομένο: ότι η κοινωνία ενδιαφέρεται για την ελληνική εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας και ότι είναι διατεθειμένη να ενδιαφερθεί ακόμα περισσότερο, αν ακούσει πολιτικό λόγο από το κόμμα που την εκφράζει και ο λόγος αυτός ενσαρκωθεί από πράξεις και πρόσωπα που μπορούν να εμπνεύσουν.
Δεν είναι απλώς κρίμα, είναι αυτοκτονικό, τη στιγμή που εμφανίζεται καθαρή η ανάγκη για έναν ισχυρό μεταρρυθμιστικό πόλο, που να μην έχει καμία σχέση ούτε με τις διάφορες εκφάνσεις της Δεξιάς, ούτε με τις λαϊκιστικές παρεκβάσεις μιας δήθεν "ριζοσπαστικής" αλλά στην πραγματικότητα ανεύθυνης και ανερμάτιστης "Αριστεράς".
Τη στιγμή που η διεθνής και κυρίως η ευρωπαϊκή πραγματικότητα δείχνει ότι το πολιτικό εκκρεμές, επιτέλους, ξανάρχεται προς την πλευρά της κεντροαριστεράς -αλλά μόνο της σοβαρής και υπεύθυνης κεντροαριστεράς. Τη στιγμή που οι προκλήσεις της εποχής -αποκατάσταση της ισότητας, μάχη για τη δημοκρατία, αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής- ανοίγουν τα μάτια στις κοινωνίες και απαιτούν συντονισμό, ενότητα, συλλογικότητα. Δεν είναι δυνατόν, τη στιγμή που συμβαίνουν όλα αυτά, η παράταξη που θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να τα εκφράσει καλύτερα στην Ελλάδα, να σπαράσσεται από ιδιοτέλειες, έλλειψη αυτογνωσίας και μέτρου, σεναριολογίες και μηχανορραφίες.
Η ευθύνη των πολιτικών προσώπων δεν είναι έναντι των εσωτερικών φίλων ή αντιπάλων τους αλλά έναντι του κοινωνικού σώματος. Το οποίο, στην Ελλάδα, ακόμα -αλλά μόνο για λίγο ακόμα, αν επικρατήσει η έλλειψη σοβαρότητας- κάτι περιμένει και κάτι ελπίζει από μια παράταξη που, με τα καλά της και τα λιγότερο καλά της, έχει ως τώρα βοηθήσει τον τόπο να πάει μπροστά.