«Δε γράφω ποτέ στο γραφείο. Επίσης δεν τοποθετώ φωτογραφίες σε κορνίζες. Τα μόνα αντικείμενα που νιώθω ότι χρειάζομαι, είναι οι λέξεις. Μου αρέσουν κι οι πίνακες που έχω στο σπίτι, είναι γνήσια έργα, έχουν ατμόσφαιρα και χρώμα, ειδικά ο Βυθός, το έργο μιας σύγχρονης ζωγράφου, καθηλώνει συχνά το βλέμμα μου, καθώς γράφω και τις περισσότερες φορές, αυτό συμβαίνει ασυναίσθητα.»
Ειλικρινής, άμεση και αποκαλυπτική η Λίνα Φυτιλή, ομολογεί ότι κάπως έτσι γράφτηκε το αφήγημα «Οι νύχτες της άχρωμης κιμωλίας» που κυκλοφόρησε το 1997 από τον Καστανιώτη, το μυθιστόρημα «Τώρα είναι αργά» που το διαβάσαμε το 2011 από την Απόπειρα, τα ποιήματα «Μυθική μέρα» το 2014 από τις εκδόσεις Ενδυμίων, τα διηγήματα «Παράξενο Καλοκαίρι» το 2016 από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας, η ποιητική συλλογή «Ισόβιο πρόσωπο το 2018 από τις εκδόσεις Μελάνι.
«Αρκεί μια εικόνα, μια ιδέα αρχική που θα πάρει σιγά σιγά, σάρκα και οστά. Ωστόσο καθώς γράφω, σκέφτομαι την εξέλιξή της ιστορίας. Το τέλος δεν το γνωρίζω εκ των προτέρων», θα μας αποκαλύψει μεταξύ άλλων στο Liberal.gr μιλώντας μας για τα λογοτεχνικά της μυστικά. Επιμένοντας ότι «Οι ήρωες είναι ένα είδος απρόσκλητων επισκεπτών» και διαβεβαιώνοντάς μας πως «Όλοι με αλλόκοτο τρόπο έρχονται και με βγάζουν από την ησυχία μου, κάτι που μου αρέσει- κατά βάθος. Ελπίζω να συνεχίσουν να έρχονται και να με αναστατώνουν, εκεί που δεν το περιμένω.»
Και για να σας την συστήσουμε καλύτερα εξ αρχής, η Λίνα Φυτιλή που ήδη υπογράφει πέντε βιβλία πεζογραφίας και ποίησης γεννήθηκε στη Λάρισα, σπούδασε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Πατρών, ζει στον Βόλο κι εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και ξεκίνησε να δημοσιεύει το 1997. Έκτοτε συνεχίζει ακάθεκτη, διότι οι ιστορίες και η ποίηση, μάλλον, μάς επιλέγει.
-Κυρία Φυτιλή, υπάρχει για σας τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Συνήθως γράφω πολύ νωρίς το πρωί, πριν φύγω για τη δουλειά. Ο χώρος δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, αρκεί να επικρατεί ησυχία. Αν μου έρθει μια ιδέα και βρίσκομαι εκτός σπιτιού, τη σημειώνω όπου βρω, σε ένα σημειωματάριο, σε ένα φύλλο χαρτιού.
-Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Αρκεί μια εικόνα, μια ιδέα αρχική που θα πάρει σιγά σιγά, σάρκα και οστά. Ωστόσο καθώς γράφω, σκέφτομαι την εξέλιξή της ιστορίας. Το τέλος δεν το γνωρίζω εκ των προτέρων.
-Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Είναι ένα βιβλίο, που ακόμη δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας. Πρόκειται για μία νουβέλα που γράφτηκε- χωρίς πραγματικά να ξέρω πώς, σαν το χέρι μου να γλιστρούσε πάνω στη σελίδα από μόνο του΄ νομίζω πως έχει έναν ρυθμό δυνατό, που σε εγκλωβίζει μέσα του. Όταν την ολοκλήρωσα, ένιωσα ότι η ιστορία υπήρχε μέσα μου από καιρό. Είναι από τα πιο αγαπημένα μου κείμενα, ως τώρα.
-Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Μία εμμονή είναι ο χρόνος, αυτός ο άγνωστος. Μεγάλος γρίφος- γύρω του περιστρέφονται όλα. Κι αυτός, που δίνει τις τελικές απαντήσεις. Όμως όλη η ζωή είναι άλυτο μυστήριο και γράφοντας, ανοίγεις πανιά για το άγνωστό της. Οι λέξεις είναι τα πανιά- ακόμη κι αν δεν υπάρχει πληρότητα- σε καμία λέξη.
-Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Πλέον με ενδιαφέρει πολύ ο ρυθμός του κειμένου. Να βγάζει ένα ύφος προσωπικό. Να μεταθέτει τις ιδέες του στο κέντρο της γλώσσας.
-Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Οι ήρωες πρέπει να μπορούν να ξεγυμνωθούν. Και να ανατρέψουν τις βεβαιότητές τους και περισσότερο, τις δικές μου.
-Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Όλοι με αλλόκοτο τρόπο έρχονται και με βγάζουν από την ησυχία μου, κάτι που μου αρέσει- κατά βάθος. Είναι ένα είδος απρόσκλητων επισκεπτών. Ελπίζω να συνεχίσουν να έρχονται και να με αναστατώνουν, εκεί που δεν το περιμένω.
-Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Θυμάμαι να διαβάζω με ενθουσιασμό την «Αλίκη μες στον καθρέφτη» του Λιούις Κάρολ, φανατικά τα βιβλία του Ιουλίου Βερν, τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη (γιατί είχαμε τα Άπαντα στο πατρικό μου σπίτι). Αν και με δυσκόλευε η γλώσσα, τα διάβαζα επίμονα.
-Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Κάθε καλό βιβλίο που έχω διαβάσει έχει βάλει ένα λιθαράκι μέσα μου, ακόμη κι αν το ξεχάσω εντελώς, θυμάμαι πάντα την αίσθηση που μου δημιούργησε η ανάγνωσή του. Οπότε από αυτή την άποψη, με διαμορφώνει και με αλλάζει κάθε ανάγνωσμα, η ισόβια επιμονή του μέσα μου.
-Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Είναι πάρα πολλοί και θα αδικήσω. Πλέον αγαπώ περισσότερο τα κείμενα παρά τους συγγραφείς. Τα ποιήματα επίσης, είναι σταθερή αξία στη ζωή μου.
-Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Κατά τη διάρκεια της συγγραφής, που είναι η πιο μαγική στιγμή μέσα στη μέρα, χρειάζομαι μόνο ησυχία. Συνεχίζω να διαβάζω βιβλία, ποίηση, λογοτεχνία, φιλοσοφία. Η ανάγνωση αποτελεί σταθερή συνήθεια, δεν την αποχωρίζομαι.
-Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Δεν είμαι έτοιμη ακόμη να μιλήσω γι’ αυτό το κείμενο, το αισθάνομαι πολύ ζεστό μέσα μου, ρέει αλλά δεν ξέρω αν θα καταλήξει κάπου. Χρειάζεται το χρόνο του, νομίζω. Επίσης, γράφω ποιήματα- ακόμη και τις μέρες που δεν γράφω, «κι η αθάνατη λέξη παραμένει σιωπηλή», όπως έλεγε ο Μαλλαρμέ, διορθώνω ή ξανακοιτάζω τα ποιήματα των προηγούμενων ημερών.