Του Γεωργίου Κ. Φίλη Ph.D.
Το εδαφικό καθεστώς που διέπει την ευρύτερη περιοχή της Μέσης και Εγγύς Ανατολής έχοντας ως εφαλτήριο την Γαλλο-Βρετανική μυστική συμφωνία του Μαΐου 1916, γνωστή και ως Σάικς-Πικό, πνέει τα λοίσθια. Με επίκεντρο τα γεγονότα στη Συρία και το Ιράκ γεωπολιτικές σταθερές ενός αιώνα κονιορτοποιούνται και μεταβάλλονται. Σήμερα, λίγους μήνες πριν τη συμπλήρωση ενός αιώνα από την υπογραφή της προαναφερόμενης συμφωνίας, αυτό που βλέπουμε να συντελείται στην περιοχή είναι μία αναδιάταξη των συνόρων και μία αναδιανομή της γεωπολιτικής ισχύος υπαρχόντων και αναδυόμενων κρατικών δρώντων. Όσο εντυπωσιακό και να φαίνεται η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει αποτυπωθεί στο χαρτί, έχει επεξηγηθεί μέσω ενός συνοδευτικού χάρτη και έχει δημοσιευθεί στο επίσημο περιοδικό των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων το… 2006. Τύχη, αναλυτική ικανότητα ή συνομωσία;
Τον Ιούνιο του 2006 η «Επιθεώρηση Ενόπλων Δυνάμεων» (AFJ, Armed Forces Journal) των Ηνωμένων Πολιτειών δημοσίευσε μία ανάλυση - συνοδευόμενη από επεξηγηματικούς χάρτες- του αντισυνταγματάρχη εν αποστρατεία Ράλφ Πίτερς η οποία δημιούργησε μεγάλο θόρυβο ανάμεσα στους ακαδημαϊκούς, πολιτικούς αλλά και… συνομωσιολογικούς κύκλους σε διάφορες χώρες ενώ αποτέλεσε την αφορμή για ένα σοβαρότατο διπλωματικό και πολιτικό επεισόδιο μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας.
Ο τίτλος της ανάλυσης ήταν «Ματωμένα Σύνορα: Πως θα μπορούσε να μοιάζει μία καλύτερη Μέση Ανατολή» ("Blood Borders: How a Better Middle East Would Look"), και το κύριο ζήτημα είχε να κάνει με το πώς θα μπορούσαν να επαναχαραχθούν τα σύνορα της Μέσης Ανατολής ώστε να επέλθει μία γενική ειρήνευση και σταθερότητα στην περιοχή. Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, κάποιες χώρες στο περιβόητο άρθρο (βλ. επισυναπτόμενο επεξηγηματικό χάρτη) φαίνονται να χάνουν εδάφη ή και να διαλύονται (π.χ. Συρία, Ιράκ, Τουρκία, Σαουδική Αραβία, Ιράν και Πακιστάν) κάποιες άλλες μεγαλώνουν (π.χ. Ιορδανία, Αζερμπαϊτζάν, Υεμένη) ενώ έχουμε και τη δημιουργία νέων κρατικών δρώντων (π.χ. Κουρδιστάν, Σουνιτικό Ιράκ, Σιιτικό Ιράκ, Μπαλουχιστάν).
Όπως είναι φυσικό, μία τέτοια ανάλυση δεν πέρασε ασχολίαστη, αφού για μία σειρά από λόγους θεωρήθηκε ως ένα αξιόπιστο «προμήνυμα» για τα μελλούμενα στην ευρύτερη περιοχή. Οι λόγοι αυτοί έχουν να κάνουν με τα εξής δεδομένα:
Πρώτον, το περιοδικό στο οποίο δημοσιεύθηκε το συγκεκριμένο άρθρο δεν είναι ένα ευρείας κυκλοφορίας έντυπο αλλά είναι άκρως εξειδικευμένο και δεν εκδίδεται από τον οποιοδήποτε, αλλά θεωρείται ως ένα ημιεπίσημο βήμα εκφοράς απόψεων της Αμερικανικής ηγεσίας, στρατιωτικής και πολιτικής, έτσι όπως συμβαίνει και με το άλλο διάσημο και εγκυρότατο περιοδικό Foreign Affairs.
Δεύτερον, o συγγραφέας του άρθρου δεν είναι επίσης ένας τυχαίος αξιωματικός εν αποστρατεία, ο οποίος δεν είχε τι να κάνει τον ελεύθερο χρόνο του και επιδιδόταν σε παιχνίδια «επί χάρτου» και μάλιστα επί μίας περιοχής η οποία «παράγει ιστορία» τουλάχιστον ανά τριάντα με πενήντα χρόνια. Αντιθέτως, πρόκειται για έναν πολυγραφότατο συγγραφέα βιβλίων, αναλύσεων και άρθρων ο οποίος μετά την αποστρατεία του κάνει καριέρα ως αναλυτής σχετικών θεμάτων άμυνας και εξωτερικής πολιτικής ενώ οι απόψεις του φιλοξενούνται στα πλέον συστημικά μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ όπως για παράδειγμα: New York Post, USA Today, Wall Street Journal, The Washington Post, Newsweek, The Weekly Standard κ.λπ.
Τρίτον, πέραν του περιοδικού και του αναλυτή, έχει ενδιαφέρον να δούμε και το τι ακριβώς πρεσβεύει η συγκεκριμένη σχολή σκέψης η οποία εκπροσωπεί. Σε άρθρο του 1997 με τίτλο «Αέναη Σύγκρουση» ("Constant Conflict") ο Ρ. Πίτερς δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερος: «Δεν πρόκειται να υπάρξει ειρήνη. Ανά πάσα στιγμή για το υπόλοιπο της ζωής μας θα υπάρχουν πολλαπλές και πολυποίκιλες συγκρούσεις ανά τον πλανήτη. Η βίαιη σύγκρουση θα κυριαρχήσει στα πρωτοσέλιδα αλλά οι πολιτισμικές και οικονομικές μάχες θα είναι σταθερές και θα λάβουν μία όλο και πιο καθοριστική μορφή. Ο de facto ρόλος των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ θα είναι να εξασφαλίσουν την ασφάλεια του κόσμου, προς όφελος της οικονομίας μας και ανοιχτό για την πολιτισμική μας επίθεση. Με βάση τους παραπάνω σκοπούς θα πρέπει να είμαστε σε θέση να υποστούμε ένα λελογισμένο αριθμό απωλειών.».
Ανεξαρτήτως του κατά πόσο διαφωνεί ή συμφωνεί κάποιος με τις συγκεκριμένες θέσεις οι οποίες καταφανώς είναι επηρεασμένες από τις ιδέες του Σάμιουελ Χάντινγκτον και της διάσημης πλέον θέσης τους περί της «Σύγκρουσης των Πολιτισμών» (Clash of Civilizations), η ουσία για εμάς είναι, ότι συγκεκριμένοι στρατηγικοί εγκέφαλοι των ΗΠΑ προσπαθούν να δημιουργήσουν τις συνθήκες για την ανάδυση ενός παγκόσμιου χάρτη που να εξυπηρετεί τα εθνικά γεωπολιτικά τους συμφέροντα.
Τέταρτον, πέραν του ατόμου, του μέσου και της ιδέας, μία ακόμα παράμετρος που προκάλεσε βαθιά εντύπωση, ήταν και το μέρος ακριβώς στο οποίο παρουσιάστηκε η συγκεκριμένη ανάλυση, που δεν ήταν άλλο από τη Στρατιωτική Ακαδημία του ΝΑΤΟ στην Ιταλία. Προς απάντηση σε αντιδρούντες, η Ουάσιγκτον όπως είναι φυσικό υπογράμμισε πως οι απόψεις του συγγραφέως δεν αποτελούν αναγκαστικά και θέση της κυβέρνησης.
Ήταν λοιπόν «προφητική» η συγκεκριμένη ανάλυση και ο δημοσιευμένος χάρτης αποτελούσε «προμήνυμα» των επερχομένων και όλων αυτών που ήδη βιώνουμε; Υπό το πρίσμα του παράγοντα «χρόνου» η απάντηση θα μπορούσε να είναι καταφατική. Τέσσερα μόλις έτη από τη δημοσιοποίηση της ανάλυσης, τον Δεκέμβριο του 2010, έχουμε την έναρξη της «Αραβικής Άνοιξης» η οποία σταδιακά μετατράπηκε σε «Ισλαμιστικό Χειμώνα».
Λαμβάνοντας υπόψη τον παράγοντα «γεωγραφικό στίγμα» των ιστορικών γεγονότων θα εξαγάγουμε ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο. H περιοχή στην οποία εκτυλίσσονται τα κοσμογονικά γεγονότα συμπίπτει ακριβώς με τη περιοχή η οποία στην Αμερικανική, Αγγλοσαξονική και γενικότερα δυτική στρατηγική σκέψη ονομάζεται «Ευρύτερη Μέση Ανατολή & Βόρεια Αφρική» (“Broader Middle East & North Africa” - ΒΜΕΝΑ). Η συγκεκριμένη περιοχή εκτίνεται από τον Ατλαντικό στη δύση, έως τον Ινδό ποταμό στην ανατολή ενώ προς νότο ορίζεται από την έρημο Σαχάρα και προς βορρά από την Ανατολική Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα, τον Καύκασο, ενώ περιλαμβάνει και τις χώρες τις Κεντρικής Ασίας.
Με άλλα λόγια ο γεωπολιτικός αυτός χώρος περιλαμβάνει τη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή, το Ιράν, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και όλα τα «-σταν» της Κεντρικής Ασίας (μαζί με την Κιργιζία). Στη συγκεκριμένη περιοχή, έχουν δημιουργηθεί και εκτιμάται πως θα δημιουργηθούν περαιτέρω συνθήκες αστάθειας οι οποίες θα ευνοήσουν κοσμογονικές αλλαγές καθεστώτων, οικονομικών υποδειγμάτων, πολιτιστικών ταυτοτήτων καθώς και συνόρων. Οι ΗΠΑ έγκαιρα και έγκυρα, δηλαδή από τις αρχές του 21ου αιώνα, αντελήφθησαν ότι το παιχνίδι της παγκόσμιας ισορροπίας για μία σειρά από γεωπολιτικούς λόγους θα παιχτεί στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να εισαγάγουν στη διεθνή βιβλιογραφία και πολιτική πρακτική τον όρο τον ΒΜΕΝΑ και να λειτουργούν αναλόγως.
Σταδιακά ο συγκεκριμένος γεωγραφικός και πολιτικο-οικονομικός πλέον όρος πέρασε στη διεθνή κοινότητα ως μία πραγματικότητα επί του πεδίου, με αποτέλεσμα όλοι να προσπαθούν να προσαρμόσουν τη πολιτική τους αντιστοίχως. Όπως είναι φυσικό, οι ΗΠΑ, αντιλαμβανόμενες ότι η «καρδιά» της συγκεκριμένης περιοχής δεν είναι άλλη από τη Μέση Ανατολή, άρχισαν να εκπονούν μελέτες και σχέδια για την αναμόρφωσή της, έτσι ώστε να εξυπηρετεί καλύτερα τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα. Το ίδιο φυσικά πράττουν και οι υπόλοιποι περιφερειακοί γεωπολιτικοί δρώντες, όπως η Ρωσία και η Κίνα, καθώς και όλες οι χώρες οι οποίες βρίσκονται στη συγκεκριμένη περιοχή. Είναι ενδεικτικό, ότι ακόμα και οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, έχουν πλέον «χωρίσει» τον πλανήτη σε «διοικήσεις», οι οποίες αντιστοιχούν λίγο-πολύ με τη ΒΜΕΝΑ ενώ το ΝΑΤΟ διαμορφώνει πρωτοβουλίες μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο.
Ήδη από το 2006 στην συγκεκριμένη περιοχή βιώνουμε καταστάσεις οι οποίες την εποχή του διπολισμού θα θεωρούνταν αδιανόητες. Επιγραμματικά, ομαδοποιημένα και ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν οι παρακάτω κύριες τάσεις:
(1) H διάλυση των κεντρικών κρατικών δομών του Ιράκ και της Συρίας και η εμφάνιση ενός υπερεθνικού γεωπολιτικού δρώντα, του εξτρεμιστικού ISIS, το οποίο ελέγχει μεγάλες εκτάσεις των προαναφερομένων χωρών ενώ αναπτύσσει ένα παγκόσμιο δίκτυο δράσης και εξαγωγής της αστάθειας και της τρομοκρατίας.
(2) Το κενό εξουσίας στη Λιβύη στην μετα-Καντάφι εποχή έχει μεγαλώσει με το ISIS να προσπαθεί να σταθεροποιηθεί σε στρατηγικές παράκτιες περιοχές της χώρας απειλώντας άμεσα το «μαλακό υπογάστριο» της Ευρώπης.
(3) O πόλεμος στην Υεμένη και ο κίνδυνος ανοιχτής -και όχι δια αντιπροσώπων- πλέον σύγκρουσης του Σιιτικού με τον Σουνιτικό παράγοντα σε περιφερειακό επίπεδο, αποτελεί άμεση εστία κινδύνου, αφού εμπλέκει απευθείας τη Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της με τις φιλο-ιρανικές Σιιτικές δυνάμεις οι οποίες υποστηρίζονται άμεσα από την Τεχεράνη.
(4) H επιδείνωση της κατάστασης στο Αφγανιστάν, με τους Ταλιμπάν να είναι σε θέση να απειλήσουν αστικά κέντρα για πρώτη φορά μετά το 2001, ενώ η συνεχιζόμενη αστάθεια του Πακιστάν επιδεινώνει την κατάσταση.
(5) Το ενεργειακό παίγνιο γίνεται όλο και πιο πολύπλοκο αφού ο ανταγωνισμός στην Κεντρική Ασία μεταφέρεται και στην Ανατολική Μεσόγειο ενώ η έννοια της ενεργειακής ασφάλειας εμπλέκεται με ζητήματα όπως της εξασφάλισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων διαφόρων παράκτιων χωρών (π.χ. ζήτημα Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης), της ανακάλυψης και εκμετάλλευσης νέων ενεργειακών κοιτασμάτων και των σχεδίων διαφορετικών οδεύσεων αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου, κυρίως.
(6) Οι συνεχιζόμενες και υποβόσκουσες συγκρούσεις στον Καύκασο και στην Ουκρανία οι οποίες δρουν ως συγκοινωνούντα δοχεία τόσο με τις εξελίξεις στην Συρία και το Ιράκ όσο και με το ενεργειακό παίγνιο στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Ουκρανία και στην Βαλτική (π.χ. Nord Stream II)
(7) Η εμπέδωση του Κουρδικού παράγοντα ως του πλέον αξιόπιστου εταίρου για όλους τους εξωτερικούς κύριους δρώντες στην ευρύτερη περιοχή με συνέπεια την μεγάλη πιθανότητα δημιουργίας και de jure ανεξάρτητου εθνικού κέντρου είτε στο Ερμπίλ, είτε στη Συρία, είτε και στις δύο περιοχές. Εξέλιξη η οποία αναμένεται να επιφέρει αλυσιδωτές εξελίξεις/αντιδράσεις στην περιοχή.
(8) Η όλο και μεγαλύτερη άμεση και με στρατιωτικούς όρους εμπλοκή της Ρωσίας στη σύγκρουση της Συρίας, σε αγαστή και εμφανή συνεργασία με το Σιιτικό μπλοκ (Ιράν, Σιιτικό Ιράκ – Χεζμπολάχ/Λίβανος) τη στιγμή που ο συνασπισμός των ΗΠΑ με τις σουνιτικές δυνάμεις φαίνεται «μουδιασμένος» τουλάχιστον αναφορικά με την ακολουθητέα στρατηγική στη Συρία και το Ισραήλ να παρακολουθεί μερικώς αποστασιοποιημένο αλλά πάντα έτοιμο να υπερασπίσει αυτό που θεωρεί ως το εθνικό του συμφέρον. Ενθαρρυντικό βέβαια σημάδι είναι η συμμετοχή του Ιράν στις διαπραγματεύσεις καθώς και η σχετική ευελιξία της Ρωσικής πλευράς στο θέμα του Μπασάρ Αλ-Άσαντ και της παραμονής του στην εξουσία. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία είναι σε εξέλιξη και οποιαδήποτε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη. Οι πιθανότητες εξεύρεσης λύσης ή περαιτέρω κλιμάκωσης είναι μοιρασμένες, το σίγουρο είναι πως η Συρία ως ενιαίο / κεντρικά διοικούμενο κράτος μάλλον έχει τελειώσει, κάτι το οποίο εν πολλοίς δείχνει να ισχύει και για το Ιράκ.
(9) Η επιδεινούμενη θέση της Τουρκίας, η οποία σταδιακά δείχνει να αποτελεί «μέρος του προβλήματος», και η οποία ζει τον εφιάλτη της πιθανότητας δημιουργίας ενός κουρδικού ανεξάρτητου κράτους στα ανατολικά και νότια σύνορα της, με αποτέλεσμα να προβαίνει σε σπασμωδικές κινήσεις – τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό- και να απειλεί προς κάθε κατεύθυνση εισάγοντας όρους όπως «συλλογική τρομοκρατία» με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις σχέσεις της με κύριους τοπικούς και περιφερειακούς δρώντες, αλλά και την ευρύτερη σταθερότητα της περιοχής.
(10) Η νέα μετανάστευση των λαών που ζούμε στην Ευρωπαϊκή υποήπειρο η οποία σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και την άνοδο του εθνικισμού καλείται να ανταποκριθεί θετικά σε μία συστημική απειλή που αντιμετωπίζει από την οποία είτε θα βγει δυνατότερη είτε εάν το στενό εθνικό συμφέρον -ειδικά- του «Βορά» υπερισχύσει της λογικής, πολύ σύντομα θα θέσει την ύπαρξή της υπό αμφισβήτηση, από τους ίδιους τους λαούς της.
Με βάση τα παραπάνω επιγραμματικά, των οποίων η ανάλυση του κάθε ενός από αυτά επιβάλλει την εκπόνηση διδακτορικών διατριβών, καταδεικνύεται με τον πλέον ασφαλή τρόπο ότι ο περίφημος χάρτης του Ρ. Πίτερς μόνο τυχαίος δεν μπορεί να είναι και σίγουρα αντανακλά ένα μέρος τουλάχιστον της πραγματικότητας την οποία βιώνουμε στην ευρύτερη περιοχή.
Όμως, με τη συγκεκριμένη παρατήρηση δεν υπονοείται ότι το παιχνίδι ήταν «στημένο», αντιθέτως υπογραμμίζεται, πως οι σοβαροί μελετητές της περιοχής και της γεωπολιτικής πραγματικότητας πολύ απλά δεν πίστεψαν ποτέ στο «Τέλος της Ιστορίας» του Φράνσις Φουκουγιάμα, ενώ αντελήφθησαν ότι η ιστορία των αρχών του 21ου αιώνα θα είναι γεμάτη αίμα, βία και αλλαγές συνόρων. Φυσικά αυτό σημαίνει ότι οργανωμένα κράτη όπως είναι οι ΗΠΑ και η Ρωσία, αντιλαμβανόμενα εγκαίρως τις «τάσεις» στις υπό εξέταση κοινωνίες, θα προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν αναλόγως και προς όφελός τους τις περιστάσεις και τις ευκαιρίες που οι συγκεκριμένες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές δυναμικές θα τους έδιναν. Η άμεση πλέον εμπλοκή τόσο της Ουάσιγκτον όσο και της Μόσχας στα τεκταινόμενα στη Συρία και το Ιράκ, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Αυτό όμως δεν αποτελεί κάτι το νέο αλλά συμβαίνει από την πρώτη εκείνη ημέρα όπου μία ομάδα ανθρώπων ήρθε αντιμέτωπη με μία άλλη με το έπαθλο να είναι ο έλεγχος μίας συγκεκριμένης περιοχής..
Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι ο χάρτης αυτός δεν μπορεί παρά να είναι ενδεικτικός των «τάσεων» που αναπτύσσονται στη περιοχή άρα δεν είναι αναγκαίο να ανταποκρίνεται 100% στη πραγματικότητα. Είναι όμως επίσης σίγουρο ότι ο χάρτης αυτός αντικατοπτρίζει μερικές «πραγματικότητες» οι οποίες έχουν αρχίσει να φαίνονται στο έδαφος και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την ύπαρξή τους.
Με άλλα λόγια, ο υπό εξέταση χάρτης θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με τη δέουσα σοβαρότητα αλλά και επιφυλακτικότητα, αφού για την ώρα υπάρχουν στοιχεία στην περιοχή όπως αυτή ορίζεται στην έννοια της BMENA τα οποία μπορούν να αναγνωριστούν στη συγκεκριμένη ανάλυση, ενώ υπάρχουν και στοιχεία τα οποία δεν έχουν ακόμα εκδηλωθεί ή δεν έχουν ξεδιπλωθεί στη πραγματική τους έκταση.
Εν κατακλείδι, ο χάρτης του 2006 σίγουρα εμπεριέχει στοιχεία για το πώς ακριβώς συγκεκριμένες ελίτ στις ΗΠΑ θα ήθελαν να δουν να διαμορφώνεται η γεωπολιτική πραγματικότητα, όμως αυτό δεν σημαίνει πως δεν προϋπήρχαν συγκεκριμένες δυναμικές και τεράστιες αντιθέσεις στο εσωτερικό των υπό εξέταση κοινωνιών και κρατών οι οποίες θα οδηγούσαν σε μία κατάσταση σαν αυτή που βιώνουμε σήμερα, ειδικά εάν λάβουμε υπόψη και την υπερεθνική φύση του παράγοντα Ισλάμ σε κοινωνίες οι οποίες έχουν χωριστεί με τεχνητά σύνορα, τα οποία στην ουσία δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από τα κατάλοιπα του διαχωρισμού των σφαιρών επιρροής των δυτικών αποικιακών δυνάμεων.
Επίσης, αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν και αντίρροπες απόψεις καθώς και εναλλακτικά σενάρια για την επομένη ημέρα. Είναι επίσης ξεκάθαρο πως τόσο οι παγκόσμιοι όσο και οι περιφερειακοί και τοπικοί γεωπολιτικοί δρώντες, άδραξαν την ευκαιρία της αστάθειας και της κοινωνικής δυσαρέσκειας και προσπαθούν να στρέψουν την κατάσταση προς όφελός τους, δηλαδή προσπαθούν να επιβάλουν τις δικές τους εκδοχές για τον νέο χάρτη της Μέσης Ανατολής, έστω και εάν δεν τον έχουν δημοσιοποιήσει σε περιοδικά κύρους.
Άρα, υπάρχει μία σημαντική ποιοτική διαφορά μεταξύ των χαρτών του 1916 και του 2006 η οποία έχει να κάνει με το γεγονός πως ο χάρτης της συμφωνίας του 1916 ήταν ακριβής, αφού στην ουσία αποτελούσε την επίσημη -μυστική βέβαια- συμφωνία δύο εκ των κύριων νικητών του Α' ΠΠ (την Γαλλία και τη Βρετανία) και είχε να κάνει με έναν από τους τρείς κύριους ηττημένους των κεντρικών δυνάμεων (την Οθωμανική Αυτοκρατορία), άρα υλοποιήθηκε –σχεδόν- στο ακέραιο.
Αντιθέτως ο χάρτης του 2006 δεν αποτελεί παρά ένα αχνό περίγραμμα μία κατάστασης η οποία βρίσκεται υπό διαμόρφωση, με τις τάσεις να είναι ευκρινείς από τότε, ενώ το 2016 οι πιθανές εναλλακτικές και οι παράγοντες που θα επηρεάσουν το αποτέλεσμα να είναι πολλαπλές.
Κατά συνέπεια, η ανάλυση του 2006 θα ήταν ορθότερο να προσεγγιστεί μέσα από το πρίσμα μίας επιτυχούς γεωπολιτικής «άσκησης επί χάρτου» επί ενός πολύπλοκου ζητήματος του οποίου το αποτέλεσμα δεν έχει ακόμα αποκρυσταλλωθεί ειδικά ως προς τις βασικές του παραμέτρους, για παράδειγμα ποια και πόσα κράτη θα αποτελούν την νέα-ΒΜΕΝΑ.
Τέλος, χρήσιμο θα ήταν κάθε ένας ο οποίος προχωράει σε τέτοιου τύπου ασκήσεις «επί χάρτου» ή «μετά στρατευμάτων» να έχει στο νου του το σοφό απόφθεγμα ότι «όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια ο Θεός γελάει».
*Ο κ. Γεώργιος Φίλης είναι Επισκέπτης καθηγητής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, DEREE – The American College of Greece, Μέλος Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας & Άμυνας