Η αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων, που επιβαρύνουν τους ισολογισμούς των τραπεζών της Ευρωζώνης, αποτελεί το πιο σημαντικό θέμα του κλάδου, που απαιτεί κοινή προσπάθεια των ρυθμιστικών, εποπτικών και εθνικών Αρχών, δήλωσε ο Διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Mario Draghi, σε ομιλία του στο δεύτερο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την τραπεζική εποπτεία.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, παρατηρούνται... αρρυθμίες στη σχέση της ΕΚΤ με τις τραπεζικές αρχές διάφορων χωρών, που θεωρούν (ή φοβούνται) ότι η αντιμετώπιση των «κόκκινων δανείων» θα αποβεί σε βάρος τους, δημιουργώντας τους ανταγωνιστικό μειονέκτημα.
Χαρακτηριστική είναι η επιστολή που απέστειλε η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τραπεζών (EBF) προς τους κορυφαίους αξιωματούχους της Ε.Ε. -τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν, Valdis Dombrovskis, την επικεφαλής της εποπτικής αρχής της ΕΚΤ, Daniele Nouy, καθώς και τον πρόεδρο της επιτροπής της Ευρωβουλής για οικονομικά θέματα, Roberto Gualtieri.
Στην επιστολή αυτή, η οποία (όχι τυχαία) δόθηκε στη δημοσιότητα από την Ένωση Ιταλικών Τραπεζών, ο επικεφαλής της EBF, Wim Mijs, διαμαρτύρεται για το γεγονός ότι η πρόταση που αφορά την καταγραφή των «κόκκινων δανείων» στους ισολογισμούς δεν έχει ξεκάθαρη στόχευση», επειδή δεν ξεκαθαρίζεται εάν και κατά πόσο θα εφαρμοστεί στα υπάρχοντα δάνεια ή και στα νέα. Παράλληλα, τονίζεται ότι δίνει ασφυκτικά μικρό χρονικό περιθώριο προσαρμογής για τις τράπεζες.
«Επιπλέον, οι αυστηρότερες απαιτήσεις δημιουργούν για τις ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν έκθεση σε χώρες που δεν είναι μέλη της ευρωζώνης ανταγωνιστικό μειονέκτημα έναντι των εγχώριων τραπεζών», πρόσθεσε ο Mijs.
Κοινή προσπάθεια ζητά ο Draghi
«Σήμερα, το πιο σημαντικό ζήτημα είναι η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs)», είπε ο στην ομιλία του ο M. Draghi, προσθέτοντας: «Για τον λόγο αυτό, χρειαζόμαστε μία κοινή προσπάθεια από τις τράπεζες και τις εποπτικές, ρυθμιστικές και εθνικές Αρχής για να αντιμετωπίσουμε το θέμα αυτί με συντεταγμένο τρόπο, πρώτα και κύρια με τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος, που θα κάνει δυνατή την αποτελεσματική διαχείριση και πώληση των NPLs».
Ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας τόνισε ότι είναι ενθαρρυντική η εμπειρία στην τριετία από την έναρξη της ευρωπαϊκής εποπτείας των τραπεζών. «Αν και η ενιαία εποπτική Αρχή είναι ακόμη ένας νέος και αναπτυσσόμενος θεσμός, έχει αντεπεξέλθει με πολλούς τρόπους στις υψηλές προσδοκίες που συνόδευσαν την ίδρυσή της», σημείωσε. Η αυστηρή και ομοιόμορφη εποπτεία έχει οδηγήσει, είπε, σε υψηλότερα επίπεδα τραπεζικών κεφαλαίων και συνολικά στη μεγαλύτερη αντοχή του τομέα.
Ο πιστωτικός κίνδυνος των τραπεζών, πρόσθεσε, καθορίζεται τώρα λιγότερο από τον πιστωτικό κίνδυνο της χώρας εγκατάστασής τους. «Για τις μεγάλες τράπεζες που έχουμε διαθέσιμα στοιχεία», είπε, «η σχέση μεταξύ των ασφαλίστρων για την προστασία από τον κίνδυνο χρεοκοπίας των τραπεζών (credit default swaps) και αυτών για την προστασία από τον κίνδυνο χρεοκοπίας χωρών είναι σήμερα σημαντικά μικρότερη από ό,τι στο ζενίθ της κρίσης της Ευρωζώνης».
Οι πιο υγιείς τράπεζες έχουν, με τη σειρά τους, βοηθήσει στη μετάδοση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ πιο ομοιόμορφα σε όλη την Ευρωζώνη, οδηγώντας σε μία ισχυρότερη και ευρύτερη ανάκαμψη, τόνισε ο κ. Draghi, ενώ το νέο εποπτικό πλαίσιο συνέβαλε στην άμβλυνση των όποιων κινδύνων που θα μπορούσαν να είχαν προκύψει για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
«Εν κατακλείδι, η ευρωπαϊκή εποπτεία και η ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική απεδείχθη ότι συμπληρώνουν η μία ην άλλη. Είναι μία προσέγγιση, η οποία επιβεβαιώνει τις συνέργειες που μπορούν να προκύψουν όταν οι σωστές πολιτικές συνδυάζονται στο επίπεδο της Ευρωζώνης», δήλωσε.
Ad hoc αντιμετώπιση προανήγγειλε η D. Nouy
Από την πλευρά της, η επικεφαλής της εποπτικής αρχής της ΕΚΤ τόνισε ότι το πρόβλημα των «κόκκινων δανείων» θα εξεταστεί και θα αντιμετωπιστεί κατά περίπτωση, ειδικά για τις τράπεζες που είναι πιο εκτεθειμένες.
«Η κατάσταση για κάθε τράπεζα είναι πολύ διαφορετική και έτσι είναι αναγκαίο να πηγαίνουμε σε εκτίμηση και αντιμετώπιση κατά περίπτωση», είπε χαρακτηριστικά. «Έχουν καταθέσει τα σχέδιά τους. Εμείς εξετάζουμε αυτά τα σχέδια, έτσι ώστε να διασφαλίσουμε ότι είναι επαρκώς φιλόδοξα και αξιόπιστα. Για να είναι αξιόπιστα, πρέπει να είναι ρεαλιστικά -δεν μπορούν να μας υπόσχονται θαύματα», είπε.
Διαβάστε ακόμη
ΕΚΤ και SSM παραβαίνουν τις αρμοδιότητές τους, καταγγέλλει ο ιταλός υπουργός Οικονομικών