Περισσότερες από 24 φορές έκαναν χρήση χημικών όπλων στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία οι κυβερνητικές δυνάμεις, όπως ανέφεραν σήμερα ερευνητές του ΟΗΕ για εγκλήματα πολέμου. Στις περιπτώσεις αυτές περιλαμβάνεται και η φονική επίθεση που σημειώθηκε τον Απρίλιο στο Χαν Σεϊχούν, όταν κυβερνητικό αεροσκάφος έριξε αέριο σαρίν στην πόλη, που βρίσκεται στην επαρχία Ιντλίμπ, σκοτώνοντας περισσότερους από 80 αμάχους.
Την ίδια στιγμή, ο ειδικός μεσολαβητής του ΟΗΕ, Stafan de Mistura, κάλεσε τη συριακή αντιπολίτευση να αποδεχθεί το γεγονός ότι δεν κέρδισε τον πόλεμο που διεξάγει εδώ και εξήμισι χρόνια εναντίον του Bashar al-Assad. «Το θέμα είναι ... θα μπορέσει η αντιπολίτευση να ενοποιηθεί και να γίνει αρκετά ρεαλίστρια ώστε να συνειδητοποιήσει πως δεν κέρδισαν τον πόλεμο;», δήλωσε.
Ερωτηθείς αν υπονοεί πως κέρδισε ο Assad, ο de Mistura απάντησε: «Δεν είμαι εγώ αυτός που θα γράψει την ιστορία αυτής της σύγκρουσης ... αλλά αυτή τη στιγμή δεν πιστεύω πως μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως κέρδισε τον πόλεμο».
Η έκθεση για τα χημικά
Η Επιτροπή Έρευνας του ΟΗΕ για τη Συρία ανέφερε επίσης πως οι αμερικανικές αεροπορικές δυνάμεις, που κατάφεραν τον Μάρτιο πλήγματα σε τέμενος στο χωριό Αλ-Τζίνα στην περιφέρεια του Χαλεπιού, με αποτέλεσμα τον θάνατο 38 ανθρώπων, περιλαμβανομένων παιδιών, δεν είχαν λάβει προληπτικά μέτρα παραβιάζοντας έτσι το διεθνές δίκαιο.
Τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν στο Χαν Σεϊχούν είχε διαπιστωθεί ότι περιείχαν σαρίν, έναν άοσμο νευροτοξικό παράγοντα. Όμως στο πόρισμα στο οποίο κατέληξε διερευνητική αποστολή του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (OAXO), δεν αναφερόταν ποια πλευρά ήταν υπεύθυνη.
«Οι κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν τη χρήση χημικών όπλων εναντίον αμάχων σε περιοχές που τελούν υπό τον έλεγχο της αντιπολίτευσης. Στο πιο σοβαρό περιστατικό, η συριακή Πολεμική Αεροπορία χρησιμοποίησε σαρίν στο Χαν Σεϊχούν, στην Ιντλίμπ, σκοτώνοντας δεκάδες ανθρώπους, η πλειονότητα των οποίων ήταν γυναίκες και παιδιά», αναφέρεται στην έκθεση του ΟΗΕ, που χαρακτηρίζει την επίθεση έγκλημα πολέμου.
Στην 14η έκθεσή τους από το 2011, οι ερευνητές του ΟΗΕ ανέφεραν πως έχουν τεκμηριώσει μέχρι σήμερα συνολικά 33 επιθέσεις με χημικά όπλα. Οι 27 πραγματοποιήθηκαν από τις δυνάμεις που είναι πιστές στον πρόεδρο al-Assad, περιλαμβανομένων επτά που διενεργήθηκαν στο διάστημα 1ης Μαρτίου-7ης Ιουλίου. Δεν έχουν ταυτοποιηθεί οι δράστες των έξι άλλων επιθέσεων, όπως αναφέρεται.
Η κυβέρνηση Assad έχει αρνηθεί κατ΄επανάληψη ότι χρησιμοποίησε χημικά όπλα. Υποστήριξε δε πως οι επιθέσεις στο Χαν Σεϊχούν έπληξαν μια αποθήκη όπλων που ανήκει στις δυνάμεις των ανταρτών, ισχυρισμό τον οποίο απέρριψαν οι ερευνητές του ΟΗΕ. Η επίθεση εκείνη είχε οδηγήσει τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Donald Trump, να εξαπολύσει τα πρώτα αεροπορικά πλήγματα των ΗΠΑ σε αεροπορική βάση στη Συρία.
Μια ξεχωριστή κοινή έρευνα του ΟΗΕ και του ΟΑΧΟ η οποία αναμένεται να δημοσιοποιηθεί έως τον Οκτώβριο θα προσδιορίζει ποιος φέρει την ευθύνη για την επίθεση στο Χαν Σεϊχούν.
Οι ερευνητές του ΟΗΕ πήραν συνεντεύξεις από 43 αυτόπτες μάρτυρες, θύματα, ανθρώπους που αποκρίθηκαν πρώτοι στην επίθεση. Χρησιμοποιήθηκαν δορυφορικές φωτογραφίες, φωτογραφίες από τα κατάλοιπα των βομβών και αναφορές έγκαιρης προειδοποίησης.
Τα εγκλήματα του διεθνούς συνασπισμού
Οι ανεξάρτητοι ερευνητές, υπό την ηγεσία του Paulo Pineiro, εξέφρασαν επίσης «βαθιά ανησυχία για την επίπτωση των πληγμάτων του διεθνούς συνασπισμού στους αμάχους».
«Στην αλ-Τζίνα, στο Χαλέπι, δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής απέτυχαν να λάβουν όλα τα εφικτά προληπτικά μέτρα προκειμένου να προστατεύσουν πολίτες και πολιτικούς στόχους όταν επιτέθηκαν σε ένα τέμενος, παραβιάζοντας το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.
Ερευνητές του στρατού των ΗΠΑ ανέφεραν τον Ιούνιο πως η αεροπορική επιδρομή ήταν μια έγκυρη και νόμιμη επίθεση σε μια συνάντηση μαχητών της αλ-Κάιντα. Φέρεται να σκότωσε περίπου 24 άνδρες που συμμετείχαν στη συνάντηση της οργάνωσης και να προκάλεσε την απώλεια ενός αμάχου.
Τα αμερικανικά F-15 έπληξαν το κτίριο που βρίσκεται δίπλα στην αίθουσα προσευχών με δέκα βόμβες και ακολούθησε ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος Reaper που εξαπέλυσε δύο πυραύλους Hellfire εναντίον των ανθρώπων που έφευγαν τρέχοντας να σωθούν, αναφέρεται στην έκθεση του ΟΗΕ.
«Οι περισσότεροι από τους κατοίκους του αλ-Τζίνα, συγγενείς των θυμάτων και άνθρωποι που αποκρίθηκαν άμεσα στην επίθεση, που έδωσαν συνεντεύξεις στην Επιτροπή, δήλωσαν ότι εκείνο το βράδυ πραγματοποιείτο μια θρησκευτική συγκέντρωση στο κτίριο υπηρεσιών του τεμένους. Επρόκειτο για τακτική συνάντηση.»
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες, που έθεσαν στο στόχαστρο την ομάδα, είχαν έλλειψη κατανόησης του πραγματικού στόχου, καθώς και του ότι ήταν τμήμα ενός τεμένους όπου οι πιστοί συγκεντρώνονταν για να προσευχηθούν κάθε Πέμπτη», αναφέρεται στην έκθεση.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Photo by Ogun Duru/Anadolu Agency/Getty Images/ Ideal Image