Δεν συμμετέχω ποτέ σε υστερικές συζητήσεις ή σε πολιτικές αντιπαραθέσεις που έχουν θέμα την Υγεία. Υπάρχουν όμως θέματα που είναι σωστό να διευκρινίζονται για να μην κυριαρχούν οι αυταπάτες, οι οποίες μια μέρα θα μετατραπούν σε απογοητεύσεις, που υπάρχει κίνδυνος να εξελιχθούν σε συνολική αμφισβήτηση.
Το ελληνικό σύστημα δημόσιας υγείας, όπως εξάλλου όλα τα συστήματα υγείας, είναι αποτέλεσμα επιλογών και δράσεων δεκαετιών και όχι μιας διετίας μόνο. Στην Υγεία, οι αποφάσεις που παίρνονται σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή θα αποδώσουν μια δεκαετία αργότερα, σπάνια νωρίτερα.
Το ΕΣΥ, πολύ πριν την πανδημία, λειτουργούσε οριακά και παρείχε ένα επίπεδο υπηρεσιών αισθητά χαμηλότερο από τα άλλα δυτικοευρωπαϊκά εθνικά συστήματα υγείας. Τα προβλήματά του είναι λίγο - πολύ γνωστά και δεν έχει έννοια να τα απαριθμήσουμε πάλι. Όσον αφορά τις μονάδες εντατικής, το βασικό πρόβλημα ήταν η χρόνια έλλειψη κλινών. Και όταν λέμε «κλινών», δεν εννοούμε τα κρεβάτια ως αντικείμενα ούτε τα μόνιτορ που υπάρχουν δίπλα τους, αλλά τους ανθρώπους που τα λειτουργούν.
Οι μονάδες αυτές είναι ειδική περίπτωση σε σχέση με τις άλλες κλινικές ενός νοσοκομείου: οι ΜΕΘ είναι «κλειστά τμήματα», που σημαίνει ότι όσοι δουλεύουν εκεί κυριολεκτικά δεν βλέπουν το φως το ήλιου. Είναι κλεισμένοι μέσα επί οκτώ ώρες, ακούγοντας μόνο το μπιπ των μόνιτορ και σκεπτόμενοι ποιος απ' αυτούς που έχουν δίπλα τους θα πεθάνει σήμερα και ποιος αύριο.
Γι' αυτό, εκτός από την πολύ συγκεκριμένη εκπαίδευση, χρειάζεται και ειδική ψυχολογία. Για αυτό, άλλοι αντέχουν και κάνουν όλη την καριέρα τους εκεί και άλλοι όχι. Η αναβάθμιση των μονάδων εντατικής και η δημιουργία περισσότερων κλινών είναι μια μακρά διαδικασία, κυρίως διότι πρέπει να βρεις τους κατάλληλους ανθρώπους που θα τη στελεχώσουν, να τους εκπαιδεύσεις και να δεις τελικά ποιοι απ' αυτούς θα μείνουν.
Το ΕΣΥ στην αρχή της πανδημίας δεν ήταν «θωρακισμένο» όπως μας έλεγαν κάποιοι, ούτε μπορούσε να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις σε ΜΕΘ τόσο γρήγορα όσο άφηναν να εννοηθεί. Κακώς λοιπόν καλλιεργήθηκαν αυτές οι προσδοκίες. Η αλήθεια είναι πάντα το πιο δυνατό χαρτί στην πολιτική, διότι η διάψευση των προσδοκιών έχει πολύ μεγάλο κόστος.
Χείριστη είναι και η χρήση του θέματος για λόγους αντιπολίτευσης. Ας αναρωτηθούν αυτοί που φωνάζουν σήμερα, τι ακριβώς έκαναν στη δική τους θητεία για να αναβαθμίσουν τις εντατικές· πόσες εκατοντάδες ή χιλιάδες νοσηλευτές εκπαίδευσαν; Πόσες νέες κλίνες άνοιξαν;
Το θέμα των ΜΕΘ είναι ένα πραγματικά «εθνικό» ζήτημα με όλη τη σημασία της λέξης. Είναι εθνικό θέμα διότι μας αφορά όλους. Κανείς μας δεν ξέρει πότε θα τις χρειαστεί, ο ίδιος ή ένας δικός του άνθρωπος. Δεν είναι θέμα που προσφέρεται ούτε για προπαγάνδα ούτε για αντιπολίτευση. Τα αποτελέσματα της πολιτικής δεκαετιών τα βλέπουμε σήμερα, τα υφιστάμεθα και δεν μπορούμε να τα αλλάξουμε βραχυπρόθεσμα. Ας δούμε τι θα κάνουμε από δω και πέρα.
ΥΓ. Το γραφείο μου ήταν επί τρία χρόνια ακριβώς πάνω από μια μεγάλη μονάδα εντατικής θεραπείας της Αθήνας. Για τη μικρή ιστορία, είχε ένα μπαλκονάκι που έβλεπε στην είσοδο του νοσοκομείου. Την πρώτη βδομάδα, όταν με επισκέφθηκε ο διευθυντής της εντατικής, μπαίνοντας μου είπε: «αυτό γιατί το έχετε ανοιχτό; από κάτω είμαστε εμείς που έχουμε τα ανθεκτικότερα μικρόβια του νοσοκομείου». Το έκλεισα και δεν το ξανάνοιξα για τρία χρόνια.
Τα προβλήματα της εντατικής που μου ζητούσαν να επιλύσω, από τα πιο στοιχειώδη (ότι δεν μπορούσε να εγκαταλείψει κανείς το πόστο του, ούτε για να βγει να φάει κάτι), μέχρι τα πιο σύνθετα (όπως ο ανταγωνισμός κλινικών για το ποια θα πάρει κρεβάτι), μου δημιούργησαν ακριβώς αυτή την πεποίθηση που γράφω πιο πάνω: η ΜΕΘ δεν είναι ζήτημα για να «παίζουμε» πολιτικά παιχνίδια, ούτε για να δημιουργούμε εντυπώσεις. Είναι η απόσταση μεταξύ ζωής και θανάτου.
* Ο Χρήστος Κίσσας είναι τέως Διοικητής Σισμανόγλειου ΓΝΑ