Τα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν θα συναντώνται με παράγοντες της αγοράς μία εβδομάδα πριν τη λήψη αποφάσεων νομισματικής πολιτικής, αναφέρει ο Πρόεδρος της ΕΚΤ, Mario Draghi, με επιστολή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
«Είναι ανάγκη να αποφευχθούν η δημόσια φημολογία ή λανθασμένες αντιλήψεις για τις συναντήσεις μεταξύ μελών του Εκτελεστικού Συμβουλίου και των μέσων ενημέρωσης και παραγόντων της αγοράς», σημειώνει ο Draghi, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ο ίδιος προσθέτει: «Για τον λόγο αυτό, αποφασίσαμε ότι τα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου θα αποφεύγουν να συναντούν ή να μιλούν με τα μέσα ενημέρωσης, παράγοντες της αγοράς ή άλλους εκτός της τράπεζας που έχουν ενδιαφέρον για τα θέματα νομισματικής πολιτικής, κατά την ήσυχη περίοδο, δηλαδή την περίοδο επτά ημερών πριν τις συνεδριάσεις για τη νομισματική πολιτική».
Η δήλωση αυτή, αναφέρει τηλεγράφημα του Reuters, βελτιώνει τη διαφάνεια του θεωρούμενου ως ισχυρότερου ευρωπαϊκού ιδρύματος, το οποίο οι επικριτές του θεωρούν και ένα από τα πιο αδιαφανή της Ευρώπης. Η επιστολή Draghi δημοσιοποιείται έξι μήνες μετά την αποκάλυψη από τον Μπενουά Κερέ - μέλους του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ - ευαίσθητων για την αγορά πληροφοριών σε ένα κλειστό δείπνο που είχε με εκπροσώπους επενδυτικών ταμείων αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds). Η κριτική στην ΕΚΤ επαναλήφθηκε μετά την ανακοίνωση των συναντήσεων που είχαν στελέχη της κεντρικής τράπεζας, από την οποία φάνηκε ότι εκπρόσωποι hedge funds και τραπεζών συναντιόνταν τακτικά με αξιωματούχους της ΕΚΤ, ακόμη και λίγο πριν από τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων.
Στο στόχαστρο της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας
Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια, Emily O''Reilly, προ ημερών είχε απευθύνει σύσταση στους αξιωματούχους της ΕΚΤ ώστε να μη συναντούν παράγοντες της αγοράς, όπως εκπροσώπους των hedge funds, λίγο πριν συνεδριάσουν για να καθορίσουν τη νομισματική πολιτική της τράπεζας, κάνοντας έμμεση κριτική στον πρόεδρο της ΕΚΤ, Mario Draghi.
Στόχος της είναι να πιέσει μ' αυτόν τον τρόπο την τράπεζα να κάνει πιο αυστηρούς τους κανονισμούς της σχετικά με τις συναντήσεις αξιωματούχων με τράπεζες ή παράγοντες της αγοράς. Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια έχει τονίσει και στο παρελθόν πως «η ΕΚΤ παίρνει αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινότητα πολιτών και επιχειρήσεων και η επιρροή αυτή έχει αυξηθεί ακόμη περισσότερο από τότε που τράπεζα απέκτησε και εποπτικό ρόλο».
Όπως δήλωσε η O''Reilly στο Reuters, σκοπεύθει να στείλει επιστολή στον Μ. Draghi, τονίζοντας πως οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ οφείλουν να προσέχουν τις πληροφορίες που παρέχουν σε επενδυτές πριν αποφασιστεί η νομισματική πολιτική της τράπεζας, για παράδειγμα σε σχέση με τα επιτόκια. Η παρέμβασή της ακολουθεί την παρατυπία ενός αξιωματούχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά τη διάρκεια ενός δείπνου με εκπροσώπους των hedge funds, όπου αποκάλυψε «ευαίσθητες» πληροφορίες.
Παρότι οι συστάσεις της Διαμεσολαβήτριας δεν έχουν νομικό βάρος, εκτός από την πίεση προς την ΕΚΤ, επαναφέρουν και μια συζήτηση σχετικά με τη διαφάνεια του θεσμικού ιδρύματος. Έχει αναφερθεί και στο παρελθόν, πως αρκετοί αξιωματούχοι της ΕΚΤ συναντούν συχνά εκπροσώπους των hedge funds και τραπεζίτες, μάλιστα λίγο πριν πραγματοποιηθούν κρίσιμες συνεδριάσεις.
Για παράδειγμα, ο Benoit Coeure, στέλεχος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, συναντήθηκε με την BNP Paribas τον Σεπτέμβριο 2014 λίγες ώρες πριν τη μείωση των επιτοκίων – το λόγο δηλαδή που οι τράπεζες άφηναν τις καταθέσεις στην ΕΚΤ. Ο Coeure είχε αναφερθεί το Μάιο σε σχέδια της τράπεζας για επιτάχυνση της αγοράς ομολόγων. Την επόμενη μέρα το ευρώ έπεσε μετά τη σχετική ανακοίνωση και κάποιοι επενδυτές «κατήγγειλαν» το γεγονός. Από την πλευρά της η ΕΚΤ δήλωσε πως η δημοσίευση της ομιλίας του Coeure ήταν «συμπτωματική».
Στο Reuters, η κα O''Reilly δήλωσε πως «υπάρχουν κανόνες της ΕΚΤ για τις ομιλίες και τις δημόσιες εμφανίσεις των αξιωματούχων που ορίζονται από την «περίοδο σιωπής» (quiet period)», κατά τη διάρκεια της οποίας οι αξιωματούχοι αποφεύγουν να αναφέρονται σε ζητήματα της ΕΚΤ. Και συνεχίζει «δε θα έπρεπε να ισχύει το ίδιο και για τις διμερείς συναντήσεις»;