Ο γερμανικός Τύπος σχολιάζει επικριτικά τη χθεσινή συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, ενώ διατηρεί και επιφυλάξεις σχετικά με την αποτελεσματικότητά της.
«Μεταξύ πανικού και ρεαλισμού» είναι ο τίτλος του άρθρου γνώμης της εφημερίδας Die Zeit, η οποία τονίζει ότι επί χρόνια η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ τασσόταν κατά της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, όμως όλα άλλαξαν με την προσφυγική κρίση. Όμως ότι η Ευρώπη θα πρέπει να προσέξει να μην εκβιαστεί, υπογραμμίζει η Zeit.
Η γερμανική εφημερίδα σχολιάζει δηκτικά την εμφάνιση του Τούρκου πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, επισημαίνοντας ότι «εδώ και καιρό δεν είχαν δει στις Βρυξέλλες έναν τόσο ευχαριστημένο και σίγουρο για τον εαυτό του ηγέτη, όπως ο Αχμέτ Νταβούτογλου».
Σύμφωνα με την Zeit, «η ανάγκη κάνει κάποιον πιο εφευρετικό, και αυτό ισχύει και στην πολιτική. Και η ανάγκη της ΕΕ αναφορικά με την προσφυγική κρίση είναι πολύ μεγάλη».
Παρόλα αυτά ο τρόπος με τον οποίο οι Ευρωπαίοι ηγέτες υποδέχθηκαν τον Νταβούτογλου έκανε πολλούς να τρίβουν τα μάτια τους, τονίζει. Επί χρόνια η Μέρκελ καθυστερούσε την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ και τώρα αναμένεται να ανοίξουν νέα κεφάλαια.
«Πρόκειται για ρεαλισμό ή πανικό;», διερωτάται η Zeit. «Στις Βρυξέλλες είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς το ένα από το άλλο».
Μάλιστα η γερμανική εφημερίδα θέτει το ερώτημα, αν, μετά τη χθεσινή συμφωνία, θα μπορούν τα κράτη μέλη της ΕΕ να αποφασίζουν ελεύθερα, εφόσον η Τουρκία μπορεί πλέον να απειλεί ότι θα αφήσει τους πρόσφυγες να περάσουν σε ευρωπαϊκό έδαφος. «Αυτός είναι ο πρώτος κίνδυνος της νέας συνεργασίας: Η ΕΕ πρέπει να προσέξει στη σχέση της με την Τουρκία να μην βρεθεί να εκβιάζεται».
Παράλληλα η Zeit αμφιβάλλει για το αν με τη χθεσινή συμφωνία θα μπορέσει πραγματικά να μειωθεί ο αριθμός των προσφύγων που έρχονται στην Ευρώπη.
Το βασικό πρόβλημα στην ΕΕ αναφορικά με την προσφυγική κρίση είναι ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει: «για όσο διάστημα πολλά κράτη μέλη δεν είναι διατεθειμένα να μοιραστούν τα βάρη και να δείξουν αλληλεγγύη, η Ένωση είναι ευάλωτη. Κανείς δεν το έχει καταλάβει καλύτερα από την τουρκική κυβέρνηση», καταλήγει η Zeit.
«Συμφωνία υποκρισίας με την Τουρκία», είναι ο τίτλος της Suddeutsche Zeitung, η οποία προσθέτει ότι για τα κράτη μέλη της ΕΕ η επίλυση της προσφυγικής κρίσης είναι πιο σημαντική από την ελευθερία του Τύπου και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης στην Τουρκία.
Στο σχόλιό της η εφημερίδα αναφέρεται στην επιστολή που απέστειλαν στους ηγέτες της ΕΕ οι δύο φυλακισμένοι δημοσιογράφοι της τουρκικής εφημερίδας Τζουμχουριέτ. Σε αυτή «με σεβασμό» υπενθυμίζουν στους Ευρωπαίους τις κοινές αξίες και την αλληλεγγύη.
«Αλληλεγγύη; Ναι, σίγουρα: Οι Ευρωπαίοι επιθυμούν να λύσει για λογαριασμό τους με αλληλέγγυο τρόπο η Τουρκία το πρόβλημα των προσφύγων», σχολιάζει ειρωνικά η Suddeutsche Zeitung.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, υπό την πίεση της κρίσης, οι χώρες μέλη της ΕΕ μοιάζουν να κάνουν κινήσεις προς την Τουρκία: ανοίγουν τις αγορές τους, επαναφέρουν ελπίδες για διευκολύνσεις στην παροχή βίζας στους Τούρκους, υπόσχονται να ξεκινήσουν και πάλι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις και λίγο ενδιαφέρονται για την ελευθερία του Τύπου και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.
«Στην πραγματικότητα η Τουρκία και η ΕΕ υπέγραψαν στις Βρυξέλλες μια συμφωνία υποκρισίας», υπογραμμίζει. «Τώρα μένει να φανεί αν τουλάχιστον θα εκπληρώσει τον στόχο της. Αν δηλαδή η τουρκική κυβέρνηση έχει τη θέληση και είναι σε θέση να περιορίσει την εισροή προσφύγων στην Ευρώπη», καταλήγει η Suddeutsche Zeitung.
Σε ανάλογο ύφος κινείται και το περιοδικό Der Spiegel, το οποίο υπογραμμίζει ότι «η Τουρκία μπορεί να είναι ικανοποιημένη», καθώς επέβαλε τις περισσότερες απαιτήσεις της.
Πάντως σύμφωνα με ένα Ευρωπαίο διπλωμάτη, τον οποίο επικαλείται το περιοδικό, αν δεν μειωθεί γρήγορα και αισθητά η εισροή προσφύγων στην ΕΕ μέσω της Τουρκίας, «από την πλευρά της ΕΕ η συμφωνία θα έχει αποτύχει».
Όμως, προσθέτει το Spiegel, είναι αμφίβολο αν θα επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα, καθώς το τελικό κείμενο της συμφωνίας δεν ξεκαθαρίζει πολλά αποφασιστικής σημασίας ερωτήματα.
Επίσης ασαφείς είναι και οι δεσμεύσεις της ΕΕ προς την Τουρκία σχετικά με την παροχή οικονομικής βοήθειας για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.
Δεν είναι ξεκάθαρο από πού θα προέλθουν τα τρία δισ. ευρώ που προβλέπεται να δοθούν στην Άγκυρα, όπως και αν θα δεχθούν όλες οι χώρες μέλη να συμβάλουν. Ακόμη μάλιστα και αν συγκεντρωθεί το ποσό, παραμένει ανοικτό το πώς θα δοθεί στην Άγκυρα.
«Δεν πρόκειται απλώς να δώσουμε τρία δισ. ευρώ στην Τουρκία», υπογράμμισε η A. Merkel. «Θα δημιουργείται ένα ταμείο για κάθε σχέδιο ξεχωριστά», πρόσθεσε, όμως το ποια θα είναι αυτά επίσης δεν είναι ξεκάθαρο.
Το γερμανικό περιοδικό καταλήγει τονίζοντας ότι μόνο με έναν τρόπο μπορεί να περιοριστεί ο αριθμός των προσφύγων που έρχονται στην Ευρώπη από την Τουρκία: να διασφαλίσει τα σύνορά της με την Ελλάδα και κατ' επέκταση με τη Συρία και το Ιράκ.
Ο τουρκικός Τύπος για την σύνοδο ΕΕ – Τουρκίας
Η προοπτική της κατάργησης των θεωρήσεων για τους Τούρκους πολίτες που ταξιδεύουν στην Ευρώπη από τον Οκτώβριο του 2016 είναι αυτό που προτάσσουν στα σημερινά τους δημοσιεύματα σχετικά με τη χτεσινή σύνοδο ΕΕ-Τουρκίας οι τουρκικές εφημερίδες.
Το δημοσίευμα της «Χουριέτ» φέρει τον τίτλο «Άνοιξη με την Ευρώπη» και αναφέρει ότι «η Σύνοδος ΕΕ-Τουρκίας συνιστά νέα σελίδα και εμπεριέχει τη δυναμική να μεταφέρει τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας σε ανώτερο επίπεδο, στην περίπτωση που εκπληρωθούν συγκεκριμένοι όροι».
Η εφημερίδα κάνει λόγο για «υπόσχεση περί Ευρώπης δίχως θεωρήσεις τον ερχόμενο χρόνο» και προβάλλει τη δήλωση του Τούρκου πρωθυπουργού Ahmed Davutoglu ότι «υπάρχει ένα ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα σχετικά με την κατάργηση των θεωρήσεων. Κι αυτό αφορά την έκθεση που θα ετοιμαστεί τον προσεχή Μάρτιο, την έναρξη της εφαρμογής της συμφωνίας επανεισδοχής και στη συνέχεια την κατάργηση των θεωρήσεων. Για το σκοπό αυτό υπάρχουν αυτά που θα κάνουμε εμείς κι αυτό που θα κάνει η ΕΕ».
«Γίνεται πραγματικότητα η Ευρώπη δίχως θεωρήσεις» αναφέρει η φιλοκυβερνητική «Σαμπάχ» η οποία γράφει ότι «στη σύνοδο αποφασίστηκε η παροχή οικονομικής στήριξης 3 δισ. ευρώ στην Τουρκία για τους πρόσφυγες και το άνοιγμα του 17ου κεφαλαίου στις διαπραγματεύσεις ΕΕ-Τουρκίας».
Ο αρθρογράφος της «Σαμπάχ» Seref Oguz, στην προσπάθειά του να «αναλύσει το ενδιαφέρον της ΕΕ προς την Τουρκία», σημειώνει ότι η ΕΕ «ξόδεψε εκατοντάδες δισ. ευρώ για να σώσει την Ελλάδα η οποία είναι όση και η Χαλκηδόνα» (σ.τ.μ. συνοικία της Κωνσταντινούπολης) και κάνει λόγο «για αδύναμα βήματα που κάνει η ΕΕ πάνω στον πανικό τον οποίο προκαλούν οι μερικές χιλιάδες προσφύγων που περιμένουν στα σύνορά της». Υποστηρίζει μάλιστα ότι, πέρα από τα βήματα αυτά, το ζητούμενο είναι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ και προβλέπει ότι «στο επόμενο βήμα η ΕΕ θα μας προσφέρει σε χρυσό πιάτο την ένταξη. Θα το δούμε αυτό πριν από 2020».
Ο Gungor Uras, αρθρογράφος της «Μιλιέτ», γράφει ότι «εδώ και καιρό είχε χαθεί η αμοιβαία εμπιστοσύνη στις σχέσεις με την ΕΕ. Τώρα αναζητείται τρόπος επιστροφής στην κανονική κατάσταση. Η ΕΕ μας θυμήθηκε εξαιτίας της κρίσης με τους πρόσφυγες. Όποιος κι αν είναι ο λόγος, θα πρέπει να το εκμεταλλευτούμε».
«Δωροδοκία χρημάτων και θεωρήσεων για τους πρόσφυγες» είναι ο τίτλος του σχετικού δημοσιεύματος της «Τζουμχουριέτ» η οποία σημειώνει ότι «η Άγκυρα πήρε αυτά που ήθελε στη χτεσινή σύνοδο που πραγματοποίησε η ΕΕ με την Τουρκία την οποία χρειάστηκε η πρώτη όταν δεν μπόρεσε να τα βγάλει πέρα με τα κύματα των μεταναστών».
Η εφημερίδα γράφει ότι «η σύνοδος πραγματοποιήθηκε υπό τη σκιά της σύλληψης των δημοσιογράφων Can Dundar και Erdem Gul και της δολοφονίας του προέδρου του δικηγορικού συλλόγου του Νταγιάρμπακιρ Ταχίρ Ελτσί» και δίνει μια διαφορετική διάσταση στο θέμα, αναφέροντας τα εξής: «Οι ηγέτες των 28 χωρών μελών της ΕΕ και ο Davutoglu ξέχασαν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι Tusk, Juncker και Davutoglu, κατά τη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε δεν αναφέρθηκαν στην ελευθερία του Τύπου και το Κουρδικό. Και οι Τούρκοι δημοσιογράφοι που παρακολούθησαν τη σύνοδο, δεν διατύπωσαν αντίστοιχες ερωτήσεις. Ο Juncker αρκέστηκε στη δήλωση 'μπορεί να έχουμε διαφορετικές απόψεις στα θέματα της ελευθερίας του Τύπου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στις επόμενες συναντήσεις μας, μπορεί να επανέλθουμε στα ζητήματα αυτά».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ