Αθετώντας τη συμφωνημένη προθεσμία –εξέπνεε σημειωτέον χθες Σάββατο 1η Μαΐου– για να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν, τα ξένα στρατεύματα που ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα μέσα σε μερικούς μήνες εξέθεσαν τον εαυτό τους στον κίνδυνο, «άνοιξαν τον δρόμο» ώστε οι Ταλιμπάν να τους επιτεθούν σε αντίποινα, διεμήνυσαν χθες οι ισλαμιστές αντάρτες.
Σημειώνεται πως η διαδικασία απόσυρσης των δυνάμεων των ΗΠΑ, του NATO και εταίρων τους, που τυπικά ξεκίνησε χθες, θα έχει ολοκληρωθεί ως την 11η Σεπτεμβρίου. Πάντως εξοπλισμός άρχισε να απομακρύνεται από το Αφγανιστάν ήδη πριν από εβδομάδες.
Έπειτα από 20 χρόνια, η αποχώρηση των ξένων δυνάμεων θα αποτελέσει ανάκρουσμα του τέλους του πολέμου στον οποίο ενεπλάκησαν οι ΗΠΑ πριν από 20 χρόνια μεν, αλλά θα αφήσει το Αφγανιστάν αντιμέτωπο μ’ ένα αβέβαιο, πιθανόν σκοτεινό μέλλον, καθώς οι επιθέσεις των ανταρτών εντείνονται.
Οι Ταλιμπάν διεμήνυσαν χθες ότι θεωρούν απαράδεκτο πως η αποχώρηση θα ολοκληρωθεί εκπρόθεσμα.
Αξίζει να επισημανθεί πως η συμφωνία που είχαν κλείσει με την προηγούμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ τον Φεβρουάριο του 2020 προέβλεπε πως θα είχε ολοκληρωθεί την 1η Μαΐου.
Ο νέος αμερικανός πρόεδρος, ο Δημοκρατικός Τζο Μπάιντεν, αποφάσισε μονομερώς να παρατείνει το χρονοδιάγραμμα ως την 11η Σεπτεμβρίου, επισημαίνοντας εντούτοις πως «είναι πλέον καιρός» να δοθεί τέλος στον «πιο μακρόχρονο πόλεμο της Αμερικής».
Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ επενέβησαν στο Αφγανιστάν λίγους μήνες μετά τις επιθέσεις του 2001 στους δίδυμους πύργους στη Νέα Υόρκη και στο Πεντάγωνο. Ανέτρεψαν το καθεστώς των Ταλιμπάν, το οποίο κατηγορούσαν πως φιλοξενούσε την τζιχαντιστική οργάνωση-νεφέλωμα Αλ Κάιντα, στην οποία επέρριψαν την ευθύνη για τις επιθέσεις, προτού οι δυνάμεις τους βρεθούν κολλημένες σε κινούμενη άμμο. Στο αποκορύφωμα της παρουσίας τους (2010-2011), ήταν ανεπτυγμένοι κάπου 100.000 αμερικανοί στρατιωτικοί στην ασιατική χώρα. Πάνω από 2.000 Αμερικανοί και δεκάδες χιλιάδες Αφγανοί έχασαν τη ζωή τους στη σύρραξη.
Όπως θύμισαν οι Ταλιμπάν σε ανακοίνωσή τους – στα αγγλικά – που μεταφορτώθηκε σε λογαριασμό τους στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Twitter, «η συμφωνημένη προθεσμία της 1ης Μαΐου παρήλθε».
«Η ξεκάθαρη παραβίαση αυτή καταρχήν ανοίγει τον δρόμο ώστε οι μουτζαχεντίν (σ.σ. οι ‘ιεροί πολεμιστές’) του ΙΕΑ (σ.σ. ‘Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν’, έτσι αποκαλούσαν τη χώρα οι Ταλιμπάν όταν είχαν καταλάβει την εξουσία με τα όπλα) να προχωρήσουν σε όποια αντίποινα θεωρούν πως αρμόζουν εναντίον των δυνάμεων κατοχής», σημείωσαν
Οι μαχητές της οργάνωσης θα αναμείνουν τις αποφάσεις της ηγεσίας της βάσει «της εθνικής κυριαρχίας, των αξιών και των συμφερόντων της χώρας», επισήμαναν χαρακτηριστικά.
Υπογραμμίζεται ότι αρκετοί εξέφραζαν πολύ πριν ανησυχίες πως οι Ταλιμπάν θα επιτεθούν στις ξένες δυνάμεις καθώς θα αποχωρούν. Αξιωματούχος της Συμμαχίας προειδοποίησε ότι εάν γίνουν τέτοιες επιθέσεις, η αντίδραση θα είναι συντριπτική.
Να σημειωθεί ότι οι αφγανικές κυβερνητικές δυνάμεις βρίσκονταν σε κατάσταση συναγερμού χθες.
Τα σχεδόν 10.000 μέλη της αποστολής Resolute Support για την εκπαίδευση και την υποστήριξη του αφγανικού στρατού, ανάμεσά τους 2.500 Αμερικανοί και περίπου 1.000 Γερμανοί, θεωρητικά θα έχουν αποχωρήσει τον Σεπτέμβριο, στην πραγματικότητα ωστόσο αυτό ίσως έχει γίνει πολύ πιο γρήγορα.
Επιπροσθέτως, ο Οργανισμός του Συμφώνου του Βόρειου Ατλαντικού υπογράμμισε πως η ασφάλεια των στρατιωτικών στη διάρκεια της διαδικασίας αποχώρησης είναι κορυφαία προτεραιότητά του, εξ ου και αρνείται να δημοσιοποιήσει οποιαδήποτε λεπτομέρεια γι’ αυτή. Κατά τα πιο πρόσφατα δεδομένα, στο Αφγανιστάν υπηρετούν στρατιωτικοί από 36 κράτη, μέλη και εταίρους του NATO.
Ο δε γερμανικός στρατός ανέφερε τον Απρίλιο πως σχεδιάζει να έχει ολοκληρώσει την απόσυρση των δυνάμεών του μήνες νωρίτερα από το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα, πιθανόν στις αρχές Ιουλίου, αν και δεν έχει ανακοινώσει επίσημα προθεσμία.
Επισημαίνεται ότι το γερμανικό υπουργείο Άμυνας ανέφερε αυτή την εβδομάδα ότι τελέστηκε συμβολικά παράδοση των κλειδιών του Στρατοπέδου Παμίρ, στην Κουντούζ, καθώς γερμανική μονάδα παραχώρησε το τμήμα της βάσης που χρησιμοποιούσε στις αφγανικές δυνάμεις. Το υπουργείο τόνισε πως οι γερμανικές δυνάμεις αποχωρούν από το Αφγανιστάν με υπηρηφάνεια αφού "ολοκλήρωσαν" την αποστολή τους.
Εντούτοις διάφοροι αναλυτές προεξοφλούν ότι το επίπεδο της βίας θα αυξηθεί δραματικά τους επόμενους μήνες, καθώς θα προχωρά η αποχώρηση. Ο στρατός των ΗΠΑ διατηρεί σε ετοιμότητα πόρους – ανάμεσά τους βαρύ οπλισμό, αεροσκάφη... – για να προστατεύσει τα μέλη του αν χρειαστεί. Η Γερμανία έστειλε μια ομάδα των Ειδικών Δυνάμεών της στη χώρα για τον ίδιο σκοπό.
Σε κάθε περίπτωση η αποχώρηση των ξένων δυνάμεων θα αποτελέσει δοκιμασία για τις αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας, που θα κληθούν να υπερασπιστούν τα εδάφη της χώρας υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης χωρίς ξένη υποστήριξη στο πεδίο.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο πρόεδρος της υποστηριζόμενης από τη Δύση κυβέρνησης, ο Ασράφ Γάνι, διαβεβαίωσε πως οι ένοπλες δυνάμεις, που εδώ και μήνες επιχειρούν μόνες τους στα πεδία των μαχών – αν και ενίοτε με αεροπορική υποστήριξη των ΗΠΑ – είναι «απόλυτα ικανές» να αντιμετωπίσουν τους Ταλιμπάν.
Ωστόσο ο αρχηγός του αμερικανικού γενικού επιτελείου εθνικής άμυνας, ο στρατηγός Μαρκ Μίλι, αναγνώρισε την Τετάρτη ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να επικρατήσει πλήρες χάος στο Αφγανιστάν το προσεχές διάστημα. «Στη χειρότερη περίπτωση θα έχουμε κατάρρευση της αφγανικής κυβέρνησης, κατάρρευση του αφγανικού στρατού, εμφύλιο πόλεμο και την ανθρωπιστική καταστροφή που πάει μαζί, κατόπιν δυνητικά την επιστροφή της αλ Κάιντα», είπε.
Παράλληλα, αρκετοί μάλιστα στις τάξεις των αφγανικών δυνάμεων παρακολουθούν με ανησυχία την αποχώρηση των ξένων δυνάμεων. Ένας στρατιώτης στην Καμπούλ δεν έκρυψε πως «δεν έχει καλό προαίσθημα». Εξήγησε ότι μόνο οι αφγανικές Ειδικές Δυνάμεις διαθέτουν εξοπλισμό που τους επιτρέπει να αντιμετωπίσουν τους Ταλιμπάν, ενώ παραδέχθηκε ότι τα περισσότερα μέλη των κυβερνητικών δυνάμεων δεν πίστευαν ότι οι αμερικανικές δυνάμεις πράγματι θα έφευγαν. Πλέον όμως, είπε είναι καθαρό ότι οι αφγανοί στρατιωτικοί θα κληθούν να αμυνθούν έναντι των Ταλιμπάν, «με ή χωρίς τους Αμερικανούς». Εντούτοις συμπλήρωσε πως φοβάται ότι τα πυρομαχικά και τα όπλα θα αρχίσουν να εξαφανίζονται και εκμυστηρεύτηκε πως πολλοί συνάδελφοί του περιμένουν ολοκληρωτικό εμφύλιο πόλεμο.
Από την άλλη πλευρά, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας της κυβέρνησης, ο Χαμντουλά Μοχίμπ, διαβεβαίωσε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου χθες ότι η αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων δεν είναι λόγος να ανησυχούν οι πολίτες, αφού οι δυνάμεις της χώρας δεν εξαρτώνται πια «πολύ» από την διεθνή βοήθεια. Υπογράμμισε ότι η Καμπούλ έχει εξασφαλίσει διαβεβαιώσεις πως η οικονομική στήριξη των συμμάχων που αποχωρούν θα συνεχιστεί.
Είναι γεγονός ότι οι Αφγανοί μοιάζουν διχασμένοι. Ορισμένοι, κατά δημοσιεύματα σε ΜΜΕ, είναι έτοιμοι να βγουν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν την ανεξαρτησία της χώρας αφού αποχωρήσουν τα ξένα στρατεύματα. Άλλοι τρέμουν την προοπτική της επανόδου των Ταλιμπάν στην εξουσία.
Πολλοί μάλιστα από τους πιο ευκατάστατους Αφγανούς λένε απερίφραστα πως δεν θέλουν να δουν τις ξένες δυνάμεις να φεύγουν από τη χώρα.
Υπενθυμίζεται πως οι Ταλιμπάν είχαν επιβάλει εξαιρετικά καταπιεστικό καθεστώς την περίοδο που βρίσκονταν στην εξουσία (1996-2001). Οι γυναίκες δεν είχαν παρά ελάχιστα δικαιώματα. Οι φονταμενταλιστές επεδείκνυαν μηδενική ανοχή στη διαφωνία και σε αυτές που θεωρούσαν υπερβολές και μιμητισμό των ξένων, όπως για παράδειγμα η μουσική, η δυτικού τύπου ενδυμασία, ο αθλητισμός.
«Όλος ο κόσμος τρέμει στην ιδέα ότι θα επιστρέψουμε στις μαύρες μέρες της εποχής των Ταλιμπάν», είπε η Μένα Ναουρόζι, η οποία εργάζεται σε ιδιωτικό ραδιοφωνικό σταθμό της Καμπούλ. «Οι Ταλιμπάν είναι οι ίδιοι, δεν άλλαξαν καθόλου. Οι ΗΠΑ έπρεπε να μείνουν τουλάχιστον ένα-δυο χρόνια ακόμα», έκρινε.
Σημειώνεται πως η Κίνα, το Πακιστάν, η Ρωσία και οι ΗΠΑ εξέδωσαν την Παρασκευή κοινή ανακοίνωση –κάτι σπάνιο– απαιτώντας από τους Ταλιμπάν να μην παρενοχλήσουν την αποχώρηση των ξένων δυνάμεων καθώς και οι αντιμαχόμενες πλευρές να βρουν τρόπο να συναφθεί ειρηνευτική συμφωνία. Επισήμαναν δε πως δεν θα αναγνωρίσουν καμία κυβέρνηση που θα έχει καταλάβει την εξουσία διά της βίας.
Αξίζει να επισημανθεί ότι ελάχιστη πρόοδος έχει επιτευχθεί στις συνομιλίες των ανταρτών με την κυβέρνηση, αν και η επίτευξη συμφωνίας ανάμεσά τους και η μείωση του επιπέδου της βίας αποτελούσαν θεωρητικά προϋποθέσεις για να προχωρήσει η αποχώρηση των ξένων δυνάμεων δυνάμει της συμφωνίας ΗΠΑ-Ταλιμπάν.
Η βία άλλωστε συνεχίστηκε την Παρασκευή και χθες Σάββατο, με πυροδότηση αυτοκινήτου-βόμβας και έκρηξη μέσα σε βάση να στοιχίζουν τη ζωή σε πάνω από είκοσι ανθρώπους.
Χθες Σάββατο εξάλλου έγινε «αναποτελεσματική» επίθεση με ρουκέτες εναντίον αεροπορικής βάσης στην Κανταχάρ (νότια), στην οποία εξακολουθούν να στρατωνίζονται Αμερικανοί. Οι δυνάμεις των ΗΠΑ «διεξήγαγαν πλήγμα ακριβείας το απόγευμα του Σαββάτου» και κατέστρεψαν κι άλλες «ρουκέτες που επρόκειτο να εκτοξευθούν εναντίον του αεροδρομίου», όπως ανέφερε μέσω Twitter εκπρόσωπος του αμερικανικού στρατού.