Ακόμα 10 νέα κρούσματα του κορονοϊού επιβεβαιώθηκαν το τελευταίο 24ωρο στην Ελλάδα, όπως ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας και λοιμωξιολόγος Σωτήρης Τσιόδρας, με τον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων να ανέρχεται πλέον στα 2892.
Από τα 10 νέα κρούσματα, τα 8 είναι πιθανό να συνδέονται με ήδη επιβεβαιωμένο κρούσμα, ενώ από το σύνολο των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων ποσοστό 55% αφορά άντρες.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ο κ. Τσιόδρας επιβεβαίωσε έναν ακόμα θάνατο χτες από επιπλοκές της νόσου, με τον αριθμό των θυμάτων να ανέρχεται στα 173. Ο ηλικιακός μέσος όρος των θανόντων ήταν τα 76 έτη, ενώ το 94,8% είχε υποκείμενα νοσήματα ή ήταν άνω των 70 ετών.
Παράλληλα, διασωληνωμένοι παραμένουν 18 ασθενείς, εκ των οποίων 8 γυναίκες, με μέσο όρο ηλικίας τα 69 έτη. Το 83,3,2 % των διασωληνωμένων έχουν υποκείμενα νοσήματα ή είναι άνω των 70 ετών. Από τις ΜΕΘ έχουν εξέλθει συνολικά 101 ασθενείς.
Σχετικά με τους δειγματοληπτικούς ελέγχους ο κ. Τσιόδρας επισήμανε ότι έχουν διενεργηθεί μέχρι στιγμής 160.991.
Υπενθυμίζεται, πως το 173ο θύμα της πανδημίας στην χώρα αφορούσε σε μία 79χρονη γυναίκα, η οποία νοσηλευόταν στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στο νοσοκομείο «Σωτηρία» και εξέπνευσε το απόγευμα της Δευτέρας, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες αντιμετώπιζε υποκείμενο νόσημα.
«Χωρίς μέτρα, οι νεκροί μπορεί να έφταναν 13.685»
Επικαλούμενος μελέτες, ο κ. Τσιόδρας υπογράμμισε ότι, εάν η χώρα μας δεν είχε πάρει έγκαιρα μέτρα, σήμερα που μετρά 173 νεκρούς, η μέση τιμή τους θα ήταν 13.685, ενώ στο πιο αισιόδοξο σενάριο, θα έφταναν στους 7.015. «Βάσει των μαθηματικών μας εκτιμήσεων είχαμε συνολικό ποσοστό κρουσμάτων κάτω από 1% του πληθυσμού», είπε επίσης ο καθηγητής λοιμωξιολόγος.
Όπως εξήγησε, «μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί 173 θάνατοι. Με το καλύτερο δυνατό σενάριο, δηλαδή ένα 0,55% και χωρίς τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα, δηλαδή μια μείωση των επαφών του πληθυσμού περίπου 10%, ο αριθμός των θανάτων θα είχε μια μέση τιμή 13.685 θανάτους. Ενώ με μία μείωση των επαφών κατά 20%, θα ήταν 7.015 θάνατοι. Τα χειρότερα σενάρια δεν τα αναφέρω, γιατί έστω και αργά κάποια μέτρα θα τα παίρναμε. Τότε όμως θα ήταν αργά».
«Στις 26 Μαΐου στην Ελλάδα μας, καταγράφονταν συνολικά 16 θάνατοι ανά εκατομμύριο πληθυσμού, έναντι 815 στο Βέλγιο, 574 στην Ισπανία, πάντα ανά εκατομμύριο πληθυσμού, 555 στο Ηνωμένο Βασίλειο και 544 στην Ιταλία. Αν ξέχναγα τις μαθηματικές εκτιμήσεις και στη χώρα μας είχαμε περίπου 500 θανάτους ανά εκατομμύριο, λιγότερους από αυτούς που σας αναφέρω, θα αναμέναμε περίπου 5.400 θανάτους» συμπλήρωσε.
Λιγότερο από το 1% των Ελλήνων έχει μολυνθεί από τον ιό
Στη συνέχεια, ο κ. Τσιόδρας παρέθεσε τα έως τώρα στοιχεία που έχουν συλλεχθεί από δύο έρευνες αντισωμάτων σχετικά με τον κορονοϊό που γίνονται στην Ελλάδα και επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις της ομάδας της κυρίας Σύψα, σύμφωνα με την οποία το συνολικό ποσοστό των πολιτών στην Ελλάδα που μολύνθηκε από τον ιό δεν ξεπερνάει το 1%.
Πιο αναλυτικά, στην πρώτη έρευνα κατά την οποία ελέγχθηκαν δείγμα από αιμοδότες, εξετάστηκαν 3.400 δείγματα με 24 από τα αυτά να βγαίνουν θετικά, δηλαδή 0,7%. Η δεύτερη έρευνα εξέτασε 2.569 δείγματα, εκ των οποίων τα εννέα ήταν θετικά, δηλαδή ποσοστό 0,35%.
«Είναι νωρίς να καταδικάσουμε τη χλωροκίνη - Δεν είχαμε παρενέργειες»
Συνεχίζεται στη χώρα μας η χρήση χλωροκίνης στο πλαίσιο της κλινικής μελέτης που έχει ξεκινήσει, καθώς δεν υπάρχουν πλέον πολλοί ασθενείς. Το φάρμακο δίνεται σε πολύ χαμηλότερες δόσεις απ΄ότι στο εξωτερικό και τα μέχρι τώρα αποτελέσματα της χρήσης από τις μελέτες παρατήρησης υπερέχουν έναντι των παρενεργειών.
Η αρμόδια επιτροπή των ειδικών του υπουργείου Υγείας συνεδρίασε σήμερα, όπως ανακοίνωσε ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας και αποφάσισε για τους παραπάνω λόγους, να περιμένουμε λίγο ακόμα πριν να αποφασιστεί η διακοπή της χορήγησης του φαρμάκου.
Ο καθηγητής υπογράμμισε ότι η χώρα έχει μητρώο ασθενών (όπου καταγράφεται η πορεία τους βάσει της αγωγής που τους χορηγείται), καθώς και σύστημα φαρμακοεπαγρύπνισης (σύστημα καταγραφής ανεπιθύμητων ενεργειών από οποιαδήποτε χορηγούμενη θεραπεία για οποιαδήποτε πάθηση) και μέχρι στιγμής έχουν υπάρξει μόλις 3 αναφορές για τη χλωροκίνη ή την υδροξυχλωροκίνη με καμία καρδιολογική παρατήρηση, καθώς επίσης και άλλες δύο αναφορές για άλλα φάρμακα. Με την ευκαιρία, σημείωσε πως η χρήση του remdensivir έχει γίνει σε πάνω από 50 ασθενείς με ανεπιθύμητη ενέργεια στο ήπαρ.
Ο κ. Τσιόδρας αναφερόμενος στις ανακοινώσεις του ΠΟΥ για την κλινική μελέτη SOLIDARITY και το μέρος της που αφορά τη χρήση χλωροκίνης, διευκρίνισε ότι δεν σταματά η μελέτη. Με αφορμή μετα- ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Lancet και αφορούσε μελέτη παρατήρησης και όχι αποτελέσματα κλινικών μελετών, αποφάσισε την αναστολή για να διερευνήσει το σήμα κινδύνου της εν λόγω μελέτης.
Για το λόγο αυτό προχωρεί σε επαναξιολόγηση των δεδομένων που προκύπτουν από τη τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής.
Προληπτική αγωγή
Σε ό,τι αφορά την αγωγή προφύλαξης των υγειονομικών με χλωροκίνη, ο καθηγητής σημείωσε ότι έγινε εθελοντικά σε μικρό αριθμό υγειονομικών - ο ίδιος δεν πήρε, λόγω χρήσης προστατευτικών μέσων- και με αυστηρή επιτήρηση από τον θεράποντα γιατρό τους ή τον λοιμωξιολόγο του νοσοκομείο στο οποίο εργάζονται.
Αντίστοιχα, χορηγήθηκε προληπτικά σε σημεία όπου παρατηρήθηκαν τοπικές επιδημίες, σε γηροκομεία, σε νεφροπαθείς κλπ. με αυστηρή επιτήρηση και δεν παρατηρήθηκαν προβλήματα.
Σημείωσε ότι η θεραπεία εξελίσσεται, η χλωροκίνη είναι ένα φθηνό φάρμακο χορηγούμενο από το στόμα, και είναι νωρίς να το καταδικάσουμε.
Η θεραπεία στρέφεται τώρα στη χρήση του σε συνδυασμό με αντι-ιικά και φάρμακα κατά της φλεγμονής ή με τη χορήγησή του και σε πιο πρώιμα στάδια της νόσου.
Ο ΕΟΦ
Σε ενημέρωση της παρασκευάστριας φαρμακευτικής μέσω του ΕΟΦ, η υδροξυχλωροκίνη ενδέχεται να προκαλέσει καρδιακές αρρυθμίες, σοβαρή υπογλυκαιμία - κυρίως σε ασθενείς με διαβήτη, βλάβες αμφιβληστροειδούς, αιμόλυση - σε άτομα με έλλειψη ενζύμου G6PD, νευρολογικά και ψυχιατρικά προβλήματα. Η εκτός ένδειξης χορήγηση υδροξυχλωροκίνης σε ασθενείς με λοίμωξη από COVID-19 και υποκείμενα καρδιολογικά, νευρολογικά και ψυχιατρικά νοσήματα, μπορεί να επιδεινώσει την κλινική τους κατάσταση.
Επισημαίνεται ακόμη ότι σε συνδυασμό με αζιθρομυκίνη μπορεί να παρατείνει τις αρρυθμίες δημιουργώντας κινδύνους συγκοπής, καρδιακής ανακοπής και αιφνιδίου θανάτου.