Απολογισμό του πολέμου με τον κορονοϊό, από την πρώτη στιγμή που έπληξε και τη χώρα μας, κάνει σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή της Κυριακής» ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος. Όπως τονίζει, το plan b για την αντιμετώπιση της έξαρσης κρουσμάτων και θανάτων, είναι ίδιο με το plan a και αυτό δεν είναι άλλο από το εμβόλιο.
Το άρθρο που αποτελεί μέρος ομιλίας του Ά. Σκέρτσου, που πρόσφατα έκανε στο Athens Health Summit το οποίο διοργάνωσε η «Καθημερινή», ξεκινά από την υπόμνηση ότι η χώρα μας «στις αρχές του 2020 μόλις έβγαινε από μια 10ετή οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση», μια κρίση που «πριν από 6 χρόνια μας έφτασε σχεδόν στην έξοδο από την ΕΕ, μας δίχασε βαθιά, προκάλεσε σοβαρό πλήγμα στο δημόσιο σύστημα υγείας λόγω των μεγάλων περικοπών και απομείωσε την εμπιστοσύνη στο κράτος και τους θεσμούς συνολικά», για τούτο και «η πανδημία αποτέλεσε και αποτελεί τεράστια πρόκληση», προσθέτει ο υπουργός Επικρατείας, που επισημαίνει:
«Θα μπορούσε κυριολεκτικά να μας καταστρέψει. Όμως αυτό δεν συνέβη καθώς η στρατηγική της κυβέρνησης έχει πετύχει να διατηρήσει το ζητούμενο: προστασία της δημόσιας υγείας με παράλληλη ανάκαμψη της οικονομίας. Για ένα κράτος που ήταν διαβόητο για τη γραφειοκρατία, καταφέραμε συνολικά καλύτερες επιδόσεις από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και στα δύο πεδία. Και αυτό είναι συλλογική κατάκτηση όλων μας», υπογραμμίζει επίσης.
Και στη συνέχεια τονίζει πως «αποφύγαμε τελείως το 1ο κύμα με πολύ γρήγορα αντανακλαστικά, ενισχύσαμε το δημόσιο σύστημα υγείας με πόρους, στελέχωση και υποδομές, εγκαταστήσαμε το πρώτο ψηφιακό σύστημα εμβολιασμού με ένα από τα πιο οργανωμένα προγράμματα του κόσμου και πραγματοποιήσαμε μια μικρή ψηφιακή επανάσταση στο κράτος με επιταχυντή και την πανδημία. Υιοθετήσαμε πρώτοι τη δωρεάν διάθεση σελφ τεστ σε όλο τον πληθυσμό και συνδυαστικά με ένα ευρύ δίκτυο ράπιντ τεστ σε διαγνωστικά κέντρα και φαρμακεία, φτάσαμε να κάνουμε τους περισσότερους ελέγχους covid στην Ευρώπη».
«Σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε ένα γενναίο και στοχευμένο πακέτο στήριξης της οικονομίας, της απασχόλησης και των επιχειρήσεων οδηγώντας την οικονομία στην 3η ταχύτερη ανάκαμψη στην Ευρώπη, πραγματοποιώντας δύο επιτυχημένες και ασφαλείς υγειονομικά τουριστικές σεζόν το 2020 και το 2021 εν μέσω πανδημίας και οδηγώντας την ανεργία σε ιστορικό χαμηλό ρεκόρ 11ετίας», σημειώνει στον κυβερνητικό απολογισμό του ο υπουργός Επικρατείας τόσο στον υγειονομικό όσο και στον οικονομικό τομέα.
Αναφερόμενος ειδικότερα στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, γράφει πως «χάρη στον εμβολιασμό ενός σημαντικού μέρους του πληθυσμού μας -3 στους 4 ενήλικες έχουν επιλέξει να κάνουν το εμβόλιο- καταφέραμε να αφήσουμε πίσω μας τους περισσότερους καθολικούς περιορισμούς στη δημόσια ζωή. Σε αυτή τη φάση έχουμε πει επανειλημμένα ότι οριζόντιοι περιορισμοί δεν θα επιστρέψουν διότι πολύ απλά είναι ατελέσφορο υγειονομικά», ξεκαθαρίζει με την ταυτόχρονη υπόμνηση ότι «με lockdown αλλά χωρίς εμβόλιο στο τρίτο κύμα είχαμε μεγαλύτερη πίεση στο σύστημα υγείας».
Ερχόμενος στη σημερινή επικαιρότητα και «με το 4ο κύμα της πανδημίας να είναι σε εξέλιξη και να πλήττει τους ανεμβολίαστους στη χώρα μας αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη, συνεχίζουμε να έχουμε λιγότερες απώλειες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η Ελλάδα τοποθετείται στην 16η θέση στην ΕΕ σε απώλειες ζωών λόγω πανδημίας. Μας θλίβει βαθιά όλους το ζήτημα των ημερήσιων θανάτων -κυρίως διότι θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί σε μεγάλο βαθμό καθώς αφορούν στη συντριπτική πλειονότητα ανεμβολίαστους πολίτες- και το έχουμε ερευνήσει διεξοδικά. Γιατί όμως, οι νεκροί από COVID στη χώρα μας προσεγγίζουν πλέον τους 80-90 την ημέρα, αναρωτιούνται πολλοί», είναι ένα ερώτημα που θέτει στο άρθρο του ο υπουργός Επικρατείας δίνοντας και την απάντηση:
«Αυτό συμβαίνει για τρεις λόγους: α) Έχουμε τον δεύτερο πιο γερασμένο πληθυσμό στην Ευρώπη ως ποσοστό γενικού πληθυσμού, 28% του πληθυσμού μας είναι άνω των 60 ετών. β) Ταυτόχρονα ένα 17% των Ελλήνων άνω των 60 ετών δεν έχει ακόμη κάνει το εμβόλιο. γ) Και τρίτον όπως γνωρίζουμε ο κορονοϊός είναι μια ασθένεια που πλήττει και νέους αλλά πολύ περισσότερο τους ηλικιωμένους. Εννέα στους 10 θανάτους αφορούν ανθρώπους άνω των 60 ετών με υποκείμενα νοσήματα. Συνεπώς, είναι αναμενόμενο σε μια χώρα με το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ηλικιωμένων στο γενικό πληθυσμό όπου σχεδόν το 1/5 εξ αυτών δεν έχει κάνει το εμβόλιο, να παρατηρείται έξαρση της πανδημίας σε αυτή τη φάση», είναι η εξήγηση που δίνει.
Αξιολογεί ως σημαντικό, όπως αναφέρει, το γεγονός ότι «στον ευρωπαϊκό δείκτη γενικής θνησιμότητας που συγκρίνει σε κάθε χώρα τους θανάτους -ανεξαρτήτως αιτίας- ανά εβδομάδα με τις προηγούμενες χρονιές, η Ελλάδα εμφανίζει μηδενική ή χαμηλή υπερβάλλουσα θνησιμότητα καθ' όλη τη διάρκεια της πανδημίας όπως και κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου του 2021. Δεν συμβαίνει το ίδιο σε άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Ισπανία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο που εμφανίζουν πολύ χειρότερα δεδομένα υπερβάλλουσας θνησιμότητας ακόμη και τώρα».
Διαπίστωση την οποία ερμηνεύει με την «τεχνική αλλά καθόλου ασήμαντη λεπτομέρεια» στον τρόπο που καταγράφουμε τις απώλειες από Covid στη χώρα μας, ότι δηλαδή «έχουμε επιλέξει ως χώρα να κάνουμε ίσως την πιο διασταλτική ερμηνεία στην ΕΕ ως προς την καταγραφή των νεκρών από ή με Covid ακολουθώντας τις οδηγίες του ΠΟΥ». Αυτό σημαίνει ότι σε άλλες χώρες π.χ. ασθενείς που έχουν νοσήσει με Covid και πέθαναν 15 ή 29 ημέρες μετά τη νόσηση δεν καταγράφονται ως θάνατοι covid αλλά ως θάνατοι από άλλες αιτίες. Στην Ελλάδα όλοι οι ασθενείς που έχουν περάσει Covid και έχουν καταλήξει εντός νοσοκομείου καταγράφονται ως θάνατοι Covid διότι ακολουθούμε αυστηρά τη μεθοδολογία του ΠΟΥ. Αν ακολουθούσαμε δηλαδή, π.χ. τη μεθοδολογία του Ηνωμένου Βασιλείου σε επίπεδο εσωτερικής ταξινόμησης θα καταγράφαμε 20% λιγότερους θανάτους Covid, χωρίς βέβαια αυτό να επηρεάζει τη συνολική ετήσια θνησιμότητα».
Ο υπουργός Επικρατείας δηλώνει εξάλλου ότι επιμένει σε αυτό το στοιχείο διότι, όπως επιχειρηματολογεί, «η συνολική υπερβάλλουσα ή μη θνησιμότητα σε κάθε χώρα θα είναι ο δείκτης που θα κρίνει τη συνολική διαχείριση της πανδημίας, ανεξαρτήτως των θανάτων που δηλώνονται ως θάνατοι Covid καθώς κάθε χώρα βλέπουμε ότι εφαρμόζει διαφορετική μεθοδολογία».
Τελευταίο ερώτημα, αν «υπάρχει επομένως ή δεν υπάρχει plan b για την αντιμετώπιση της έξαρσης κρουσμάτων και θανάτων;». Η απάντηση του Α. Σκέρτσου έχει ως εξής: «Το plan b είναι ίδιο με το plan a. Το plan b είναι το εμβόλιο. Μισό εκατομμύριο πολίτες επέλεξαν να κάνουν την πρώτη δόση τον τελευταίο μήνα και περισσότεροι από 1,5 εκατ. των πλήρως εμβολιασμένων (65%) έχουν ήδη κάνει την τρίτη δόση. Δεν υπάρχει δηλαδή κάποια σκληρή διαχωριστική γραμμή στην κοινωνία όπως κάποιοι θέλουν να εμφανίζουν. Καθημερινά χιλιάδες πολίτες επιλέγουν, παρά τους πιθανούς δισταγμούς τους, να κάνουν το εμβόλιο και αυτό είναι πολύ ελπιδοφόρο», καταλήγει.