«Όταν μιλάει κανείς για παραβατικότητα νέων παιδιών, πάντα πρέπει να υπάρχει η λογική της δεύτερης ευκαιρίας», ανέφερε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος, απαντώντας νωρίτερα σήμερα στη Βουλή σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της ΝΔ Γιώργου Κουμουτσάκου για την παιδική παραβατικότητα και την αύξησή της, ιδίως την περίοδο της καραντίνας.
Η παραβατικότητα ανήλικων παιδιών, πολλές φορές ανήλικων μαθητών σχολείων, συνδέεται με πάρα πολλούς παράγοντες και συνεπώς η αντιμετώπιση του προβλήματος θα πρέπει να συνδέεται με την αξιοποίηση όλων των παραγόντων, όπως σημείωσε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι σημαντικό ρόλο παίζουν η οικογένεια, οι παρέες των φίλων, το σχολείο, οι εκπαιδευτικοί, οι σχέσεις ενός παιδιού με τους δασκάλους και τους καθηγητές και η ανάπτυξη του διαδικτύου. «Πολλές φορές η παραβατικότητα συνδέεται με την ένταξη σε οπαδικές δραστηριότητες, με την έννοια του χουλιγκανισμού. Επομένως, έχουμε να κάνουμε με ένα περίπλοκο πρόβλημα», τόνισε.
Σε ό,τι αφορά την έκταση του προβλήματος, ο κ. Θεοδωρικάκος είπε ότι «το 2019 είχαμε 261 ανήλικους δράστες παραβατικών ενεργειών, το 2020 είχαμε 1.370 και το 2021, τα πρώτα δύο τετράμηνα, έχουμε 877. Τα βασικά αδικήματα για τα οποία αναπτύχθηκε η παραβατική συμπεριφορά αφορούν, σε συντριπτικό βαθμό, ληστείες, κλοπές, ναρκωτικά και περιπτώσεις ξυλοδαρμών», επεσήμανε και επικαλέστηκε στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία οι συλλήψεις αφορούν κυρίως σε αλλοδαπούς ανήλικους.
Στην ΕΛΑΣ υπάρχουν δύο υποδιευθύνσεις, στη ΓΑΔΑ και στη Θεσσαλονίκη, που ασχολούνται ειδικά με το θέμα της παραβατικότητας των ανηλίκων, υποστήριξε ο υπουργός και συμπλήρωσε πως σε όλη την Ελλάδα λειτουργούν γραφεία αντιμετώπισης της παραβατικότητας ανηλίκων και η κεντρική λογική είναι, σε ό,τι αφορά το εσωτερικό των σχολείων, η ήπια αστυνόμευση αποκλειστικά σε συνεργασία με γονείς και την εκπαιδευτική κοινότητα.
«Όταν μιλάει κανείς για παραβατικότητα νέων παιδιών, πάντα πρέπει να υπάρχει η λογική της δεύτερης ευκαιρίας», υπογράμμισε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη και ανέφερε ότι «δεν μπορεί να συντρίψει κανείς ένα παιδί 15, 16, 17 ετών, ακόμα και για παραβατικές συμπεριφορές πάρα πολύ σοβαρές. Πρέπει να υπάρξει δεύτερη ευκαιρία. Άρα, η αστυνομία είναι σε συνεργασία με την αυτοδιοίκηση και τη σχολική κοινότητα για θέματα που αφορούν τη βία μέσα στο σχολείο». Όπως σημείωσε, ο δάσκαλος, ο καθηγητής και ο γονέας πρέπει να αντιμετωπίσουν το θέμα του μπούλινγκ μέσα στο σχολείο και η αστυνομία θα πρέπει να επεμβαίνει μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, διότι διαφορετικά δεν θα έχουμε αποτέλεσμα.