Μπορεί η ανοδική πορεία των εξαγωγών στα προηγούμενα τρίμηνα να δείχνει ότι η ελληνική βιομηχανία διατηρεί την ανταγωνιστικότητα της, εν τούτοις, ο συγκεκριμένος πυλώνας της ελληνικής οικονομίας εδώ και ένα χρόνο δέχεται σημαντικές πιέσεις από πολλές κατευθύνσεις με κυριότερη βέβαια την άνοδο του ενεργειακού κόστους.
Η εξέλιξη αυτή που επιδεινώθηκε από τα τέλη του Φεβρουαρίου με την έναρξη της σύγκρουσης Ρωσίας - Ουκρανίας επιβάρυνε περισσότερο την κατάσταση που είχε δημιουργήσει η ακρίβεια και η άνοδος του πληθωρισμού, αλλά και η διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος.
Καθώς οι εκπρόσωποι των φορέων της βιομηχανίας βρίσκονται σε συζητήσεις με την κυβέρνηση προκειμένου να καταλήξουν σε κάποια μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, δεν είναι λίγες οι απόψεις που έχουν εκφρασθεί και μιλούν περί εγκλωβισμού του βιομηχανικού κλάδου στην «ενεργειακή φτώχεια» της Ευρώπης. Με την ίδια λογική, αναφέρουν, η χώρα μας εντάσσεται στη γενική ευρωπαϊκή κατάσταση συναγερμού.
Παράλληλα, οι εκπρόσωποι της κατηγορίας των προσδιοριζόμενων ως ενεργοβόρων βιομηχανιών επισημαίνουν ότι ο πρώτος κίνδυνος, μετά από την εφαρμογή του δυσμενέστερου σεναρίου για υποχρεωτικές περικοπές κατανάλωσης είναι πιθανόν μια νέα αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, εκτός κι αν η αγορά το έχει ήδη προεξοφλήσει. Και αυτό γιατί η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα επάρκειας.
Πάντως, σε περίπτωση που τεθεί σε εφαρμογή η υποχρεωτικότητα των περιορισμών στην κατανάλωση τότε οι εκπρόσωποι της ενεργοβόρου βιομηχανίας θεωρούν ότι θα πρέπει να γίνουν περικοπές στον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής.
Επιτακτική ανάγκη η εξεύρεση λύσης για το ενεργειακό
Επίσης, οι ίδιοι εκπρόσωποι τονίζουν ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να καθυστερεί άλλο για την εύρεση μιας λύσης για την αντιμετώπιση των επερχόμενων κινδύνων αλλά και θα πρέπει να προχωρήσει σε μία διαβάθμιση σε περίπτωση που ισχύσουν περικοπές στις βιομηχανίες. Δηλαδή, θα πρέπει να καθορισθούν, σαφώς τα κριτήρια με τα οποία θα αξιολογηθούν οι διάφορες βιομηχανίες ως απαραίτητες. Το θέμα της καθυστέρησης λήψης αποφάσεων θεωρείται αρκετά σημαντικό από τον κλάδο καθώς ακόμη και η αξιοποίηση του λιγνίτη απαιτεί χρόνο τουλάχιστον τριών μηνών.
Ένα άλλο θέμα που δημιουργεί πιέσεις στις βιομηχανίες είναι και αυτό της μείωσης της ζήτησης, όπως είχε αναδειχθεί και μέσα από πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ. Η παρατεταμένη ενεργειακή κρίση και η επιβράδυνση της ανάκαμψης στην ΕΕ και άλλες οικονομίες έχουν αρχίσει από το β’ τρίμηνο, του 2022 να ασκούν, πλέον, σημαντικές πιέσεις στη ζήτηση της βιομηχανίας ενώ ενισχύονται σημαντικά οι αρνητικές προβλέψεις για τις κατασκευές και την απασχόληση στα έργα.
Από την άλλη πλευρά, σε ό,τι αφορά τη βιομηχανία τροφίμων, όπως είχε αναφέρει και ο πρόεδρος του ΣΕΒΤ κ. Γιάννης Γιώτης, στην πρόσφατη γενική συνέλευση οι επιπτώσεις της νέας πληθωριστικής κρίσης σε επίπεδο παραγωγής, μεταποίησης και αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών είναι πολλές, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται όχι απλά η ανάπτυξη, αλλά η βιωσιμότητα του κλάδου.
Ο κ. Γιώτης, έκανε λόγο για αυξημένα κόστη, για ελλείψεις σε πρώτες ύλες και αγαθά, για ασταθές περιβάλλον, ισχυρή αβεβαιότητα σε όλα τα επίπεδα και σημαντική μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών. «Απαιτούνται παρεμβάσεις, στήριξη και πρόσβαση στη χρηματοδότηση»
«Ο κλάδος χρειάζεται συνέχιση της στήριξης των επιχειρήσεων, ενάντια στο αυξημένο ενεργειακό κόστος. Διευκόλυνση στην εισαγωγή α’ υλών με ταχύτερες διαδικασίες ελέγχου. Απεξάρτηση και εξεύρεση εναλλακτικών πηγών εφοδιασμού για ενέργεια και α’ ύλες. Μείωση του ΦΠΑ στα προϊόντα διατροφής, προώθηση των εξαγωγών, άμεση ενεργοποίηση του Αναπτυξιακού Νόμου για τις επενδύσεις και διευκόλυνση στην απορρόφηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων».
'Έντονο πρόβλημα πίεσης αντιμετωπίζει και η ελληνική χημική βιομηχανία εδώ και αρκετούς μήνες. Μάλιστα, όπως είχε επισημάνει ο ΣΕΧΒ, η πρώτη ενεργειακή κρίση που βιώνουμε έχει ως συνέπεια τη σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής της βιομηχανίας μας.
Επίσης, προσθέτει, ότι «ανεξάρτητα της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και καυσίμου που έχει μια βιομηχανία, η πίεση είναι πολλαπλή αφού πέραν της αύξησης του κόστους της ενέργειας και οι τιμές πρώτων υλών επηρεάζονται από την ίδια αιτία. Οι εξαγωγές μας απειλούνται, η χημική βιομηχανία κατατάσσεται στους κλάδους με τις μεγαλύτερες εξαγωγές, αφού οι ανταγωνιστές μας από άλλες ευρωπαϊκές χώρες προμηθεύονται την ενέργεια μέσω διμερών συμβάσεων σε κλειδωμένες τιμές. Στην περίπτωση της χώρας μας δεν υπάρχει αντιστάθμιση έναντι απότομης και υπέρμετρης αύξησης τιμών, οι παραγωγοί ενέργειας μετακυλούν άμεσα τις αυξήσεις στη βιομηχανία».
Προσωρινά λουκέτα και μείωση παραγωγής
Η συνεχής άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου και των τιμολογίων της ηλεκτρικής ενέργειας είχε ως αποτέλεσμα να μπουν και τα πρώτα - έστω και προσωρινά - λουκέτα σε επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν βιομηχανίες του κλάδου των τροφίμων και της κλωστοϋφαντουργίας στη Βόρεια Ελλάδα.
Σύμφωνα με έρευνα του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), το κόστος είχε αυξηθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 40% και το κόστος παραγωγής για περισσότερες από μία στις πέντε επιχειρήσεις κατά 22%.
Ισχυρές πιέσεις δέχεται και ο κλάδος του αλουμινίου, ο οποίος είχε απώλειες 700.000 τόνοι παραγωγής μετά το ολοκληρωτικό κλείσιμο δύο εργοστασίων και τον περιορισμό της παραγωγής σε πολλά άλλα..
Η λύση της αυτοπαραγωγής
Πέραν της λύσης των προσωρινών λουκέτων και της μείωσης της παραγωγής, υπάρχει και η λύση της αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης ενέργειας, στην οποία στρέφονται αρκετές βιομηχανίες τους τελευταίους μήνες.
Για τον σκοπό αυτό ζητούν σε ό,τι αφορά στο πρόγραμμα αυτοπαραγωγής να περιοριστεί το ποσοστό της ιδιοκατανάλωσης στο 50% ώστε να μπορούν να κάνουν χρήση της ρύθμισης και άλλες βιομηχανίες με διαρκή ανάγκη για ρεύμα όλο το 24ωρο, γεγονός που θα τους επιτρέπει μεγαλύτερο ταυτοχρονισμό της παραγωγής του φωτοβολταϊκού με την κατανάλωση.
Επίσης, θεωρούν απαραίτητο να αυξηθεί η χωρητικότητα των μπαταριών που επιτρέπεται να χρησιμοποιούν (σήμερα είναι στα 30 κιλοβάτ) ώστε να μπορούν να αποθηκεύουν την περίσσεια ενέργεια και να τη χρησιμοποιούν όποτε τη χρειάζονται.
Ακόμη, ζητούν να ανοίξει ο δρόμος για το net metering (ενεργειακός συμψηφισμός) και για την υψηλή τάση. Έτσι, η παραγόμενη ενέργεια θα μπορεί να εγχέεται στο ηλεκτρικό δίκτυο και να συμψηφίζεται με την ενέργεια που θα καταναλώνει η βιομηχανία από το δίκτυο όποτε τη χρειαστεί στο μέλλον.
Σήμερα στη μέση τάση ο συμψηφισμός μπορεί να γίνει εντός τριετίας. Όσο για το όριο ισχύος για συστήματα net-metering έχει αυξηθεί στα 3 MW (από 1 MW) για το ηπειρωτικό δίκτυο και την Κρήτη, ώστε να μπορούν βιομηχανίες, εμπορικές αλυσίδες και άλλοι παραγωγικοί κλάδοι που είναι συνδεδεμένοι στη μέση τάση, να καλύψουν μεγαλύτερο μέρος των ενεργειακών τους αναγκών με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).