Τρία μέλη μιας ρωσικής ένοπλης οργάνωσης συνελήφθησαν το Σάββατο επειδή πέταξαν υγρά σε εκθέματα σε μια έκθεση στη Μόσχα, με έργα του αμερικανού φωτογράφου Jock Sturges.
Αυτή ήταν η δεύτερη φορά που βανδαλίστηκε η έκθεση. Το Σεπτέμβριο, ένας ακτιβιστής από το Κρεμλίνο πέταξε ούρα σε κάποια από τα έργα, οδηγώντας στο κλείσιμο της έκθεσης, αφότου ένας κυβερνητικός σύμβουλος καταδίκασε τις εικόνες ως «παιδική πορνογραφία». Η έκθεση ξανάνοιξε στα τέλη του 2017.
Η έκθεση με τίτλο Jock Sturges: Absence of Shame παρουσιάζεται στην επιφανή Lumiere Brothers Gallery, η οποία βρίσκεται κοντά στο Κρεμλίνο και είναι η πρώτη που εκθέτει το έργο του Sturges στη Ρωσία. Ο Sturges είναι ένας πολύ γνωστός φωτογράφος, του οποίου οι γυμνές εικόνες παιδιών έχουν συστηματικά προκαλέσει κατηγορίες για παιδοφιλία, τις οποίες ο ίδιος αρνείται.
Η τελευταία επίθεση συνέβη όταν τα τρία μέλη ενός μικρού ένοπλου πυρήνα επισκέφθηκαν την έκθεση και αποφάσισαν ότι μια εικόνα μιας γυμνής γυναίκας με ένα μωρό «παραβίαζε το νόμο», όπως είπε ο Igor Beketov, ένας από τους δράστες, στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Interfax. Όταν οι διοργανωτές αρνήθηκαν να αποσύρουν την εικόνα από το χώρο, ένας από τους ενόπλους «πέταξε ένα υγρό που βρωμούσε στις παράνομες φωτογραφίες», είπε στο πρακτορείο ειδήσεων Tass. Η αστυνομία τότε συνέλαβε τους τρεις εμπλεκόμενους άνδρες, σύμφωνα με τον Beketov.
Η γκαλερί επιβεβαίωσε ότι οι ένοπλοι είχαν απαιτήσει να απομακρυνθεί μία από τις φωτογραφίες «ή, ακόμη καλύτερα, να κλείσει η έκθεση». Να σημειωθεί ότι δεν επιτρέπεται η είσοδος σε άτομα κάτω των 18 ετών. «Το θέμα είναι η τέχνη και όχι η πορνογραφία», όπως έγραψε η γκαλερί στη σελίδα της στα social media.
Μετά την πρώτη επίθεση, η επιμελήτρια της έκθεσης Natalia Litvinskaya είπε στους δημοσιογράφους ότι η έκθεση «δεν έχει καμία σχέση με την παιδοφιλία», αλλά ότι ήθελε να κλείσει την έκθεση μετά από απειλές που δέχθηκε από «εντελώς παρανοϊκούς ανθρώπους".
Δεν είναι ασυνήθιστο στη Ρωσία εξτρεμιστές ή ένοπλοι Ορθόδοξοι να βανδαλίζουν ή ακόμη και να καταστρέφουν εκθέσεις, τις οποίες θεωρούν απαράδεκτες ή βλάσφημες.
Πηγή: Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP)