Αριστερά, ένας πιστοποιημένα αυθεντικός πίνακας του Yury Annenkov του 1918 και δεξιά ένας πίνακας με τον τίτλο Synthetic Landscape (1919) που αποδίδεται στον καλλιτέχνη από το Ίδρυμα Dieleghem © Dieleghem Foundation
Μια ιστορία που αναμένεται να μας απασχολήσει στο μέλλον έφερε στην επιφάνεια η διεθνής έκδοση της Art Newspaper.
Στις 15 Ιανουαρίου, με ανοιχτή επιστολή στη φλαμανδική καθημερινή εφημερίδα De Standaard, δέκα κορυφαίες προσωπικότητες του κόσμου της τέχνης που ειδικεύονται στη Ρωσική Πρωτοπορία αμφισβήτησαν 24 έργα από το Ίδρυμα Dieleghem, τα οποία εκτίθενται στην έκθεση Russian Modernism 1910-30 που άνοιξε τέλη Οκτωβρίου 2017 στο Museum voor Schone Kunsten (MSK) στη Γάνδη του Βελγίου.
Τα έργα αποδίδονται σε κορυφαία ονόματα του κινήματος της Ρωσικής Πρωτοπορίας, όπως οι Larionov, Goncharova, Tatlin, Filonov, Kandinsky, Malevich, El Lissitzky, Exter, Popova, Rozanova, Rodchenko και Udaltsova. Ανάμεσα στους υπογράφοντες της επιστολής είναι οι έμποροι έργων τέχνης της περιόδου Julian Barran, James Butterwick, Richard Nagy, Ivor Braka και Jacques de la Beraudiere, καθώς και συλλέκτες και επιμελητές εκθέσεων με θέμα την περίοδο, όπως η Natalia Murray, η οποία συνεπιμελήθηκε την έκθεση Revolution: Russian Art 1917-32 που παρουσιάστηκε πέρσι στη Royal Academy of Arts στο Λονδίνο, και ο Alex Lachmann,γνωστός συλλέκτης έργων ρωσικής τέχνης. Οι αμφιβολίες τους ήταν απόλυτα δικαιολογημένες, καθώς, όπως λένε στην επιστολή, τα έργα «δεν έχουν ιστορικό εκθέσεων, δεν αναφέρονται σε κάποια ακαδημαϊκή έκδοση και δεν εντοπίζονται σε καταλόγους δημοπρασιών». Ακόμη, το μουσείο «δεν παρείχε καμία πληροφορία για την προέλευσή τους», εκτός από τα ονόματα των ιδιοκτητών, του Ρώσου Igor Toporovsky και της γυναίκας του, Olga, οι οποίοι ίδρυσαν το Ίδρυμα Dieleghem.
Όπως είναι λογικό, η επιστολή προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στο μουσείο, το οποίο έσπευσε την ίδια μέρα κιόλας να κάνει δήλωση ότι είχε εξετάσει τα δάνεια έργα με βάση «εμπιστευτικές πληροφορίες από το συλλέκτη» και είπε ότι υπάρχουν φάκελοι στην κατοχή του ιδρύματος, οι οποίοι παρέχουν πληροφορίες για την ιστορία και τη γνηστιότητα κάθε έργου. Η δήλωση αυτή έγινε με πρωτοβουλία του Φλαμανδού Υπουργού Πολιτισμού, Sven Gatz, ο οποίος ανακοίνωσε τη σύσταση μιας επιτροπής ειδικών «για να ερευνήσουν περαιτέρω τα ρωσικά έργα τέχνης που εκτίθενται στο MSK». Φυσικά, μέχρι στιγμής αυτοί οι φάκελοι δεν έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας.
Την κατάσταση δυναμίτισε, όμως, η αντιδήμαρχος πολιτισμού της Γάνδης, Annelies Storms, η οποία γύρισε και είπε ότι το μουσείο ενεπλάκη «χωρίς πρόθεση, σε ένα ντιμπέιτ μεταξύ εμπόρων τέχνης, οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν οικονομικά συμφέροντα γύρω από το θέμα. Συγκεκριμένα, καταφέρθηκε εναντίον των Konstantin Akinsha, Vivian Barnett, Natalia Murray και Alexandra Shatskikh, οι οποίοι είναι ακαδημαϊκοί ή/και επιμελητές. Και από εκεί που ο Gatz προσπαθούσε να συμβιβάσει τα πράγματα, συμβουλεύοντας τους ρώσους ιδιοκτήτες να έρθουν σε επικοινωνία με το μουσείο, τώρα προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί από το ζήτημα, λέγοντας στην De Standaard ότι «οι διευθυντές και οι επιμελητές είναι υπεύθυνοι για το τι εκτίθεται στα μουσεία τους».
Τις επόμενες μέρες, αφότου η φλαμανδική εφημερίδα αποκάλυψε σε νέο άρθρο της ότι οι ιδιοκτήτες των έργων είχαν προσεγγίσει και το διευθυντή του Εθνικού Μουσείου Ιστορίας της Τέχνης του Λουξεμβούργου, Michel Polfer, χωρίς όμως να του εξηγήσουν από πού προήλθαν τα έργα ή πώς αυτά έφτασαν στο Βέλγιο, ο φλαμανδός υπουργός πολιτισμού διέταξε να γίνει εργαστηριακή ανάλυση στους πίνακες.
Το ζεύγος Toporovsky δείχνει να μην προβληματίζεται, λέγοντας στην Art Newspaper ότι είναι «ανοιχτοί στην ανάλυση και τη συζήτηση» των έργων τους και ότι οι ειδικοί είναι ευπρόσδεκτοι στα αρχεία τους, έτσι ώστε να τα συμβουλευτούν και να δώσουν δημοσίως μια εμπεριστατωμένη, επιστημονική γνώμη.
Η διευθύντρια του MSK, Catherine de Zegher, με τον Igor Toporovsky © Dieleghem Foundation
Όσον αφορά το background των Ρώσων, ο Igor και η Olga Toporovsky γνωρίστηκαν στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, όπου σπούδασαν και οι δύο Ιστορία. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Toporovsky, μετά την αποφοίτησή του το 1988, δούλεψε στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο που είχε ιδρύσει ο μέλλων πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, όπου ανάμεσα στα άλλα κανόνισε την επίσκεψή του στο Βατικανό το 1988. Έπειτα, δούλεψε ως «ανεξάρτητος σύμβουλος» για τον Μπορίς Γιέλτσιν, διοργανώνοντας επισκέψεις Ρώσων βουλευτών στην Ευρώπη, τα Ηνωμένα Έθνη και το ΝΑΤΟ, όπου γνώρισε τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ζακ Ντελόρ.
Έπειτα, το 1995, προσπάθησε ανεπιτυχώς να μπει στο ρωσικό κοινοβούλιο ως ανεξάρτητος, ενώ δεν κατάφερε να βάλει υποψηφιότητα με το κόμμα Yabloko, διότι δεν είχε παράσχει τα απαραίτητα έγγραφα. Σύμφωνα με τα ρωσικά φορολογικά αρχεία, είναι εγγεγραμμένος ως εργαζόμενος στο διοικητικό προσωπικό του προέδρου από το 2003 έως το 2006, αλλά έχει δηλώσει εισόδημα μόνο για πληρωμές από το Υπουργείο Πολιτισμού τους τελευταίους πέντε μήνες του 2005. Αυτές τις πληροφορίες αποκαλύφθηκαν από τη ρωσική έκδοση της Art Newspaper, προκαλώντας τη μήνιν των Ρώσων, οι οποίοι χαρακτήρισαν το άρθρο «αβάσιμο» και «δυσφημιστικό» και απειλούν ότι θα κινηθούν νομικά.
Οι ίδιοι λένε ότι έφυγαν από τη Μόσχα το 2006 πηγαίνοντας στις Βρυξέλλες, εξαιτίας μιας «διαφωνίας» με τα διοικητικά στελέχη που πλαισίωναν τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Όμως, o πρώην κατήγορος Nikita Semyonov, ο οποίος ήταν στην ομάδα εκδίωξης εγκλημάτων σχετικών με έργα τέχνης από το 2002 έως το 2008, συνέδεσε τον Toporovsky με την Υπόθεση Preobrazhensky (2005/2006): δηλαδή τους εμπόρους τέχνης Igor και Tatiana Preobrazhensky, οι οποίοι είχαν την Kollektsia Gallery στη Μόσχα και καταδικάστηκαν για την πώληση πλαστών έργων. Σε αυτήν την υπόθεση, είχε βρεθεί ιδιόχειρη επιταγή για σχεδόν 3 εκατομμύρια δολάρια, υπογεγραμμένη από τον Toporovsky, για δύο πίνακες από τον Malevich και τον Kandinsky που είχε πουλήσει το ζεύγος Preobrazhenskys σε έναν «ισχυρό ολιγάρχη» με τη διαμεσολάβησή του.
«Όταν ξεκινήσαμε να πιστοποιούμε την προέλευσή τους, είχαμε αμφιβολίες για την αυθεντικότητά τους», είπε o Semyonov στην Art Newspaper. O Toporovsky ισχυριζόταν ότι εκείνα τα έργα προήλθαν, μέσω κάποιου Camo Manukyan, από την οικογένεια του Iosef Orbeli, διευθυντή του Κρατικού Μουσείου Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης από του 1934 έως το 1951. Ο ολιγάρχης δεν άφησε τους ερευνητές να εξετάσουν τα έργα και ο Toporovsky μετανάστευσε λίγο μετά την ανάκριση, αρνούμενος τώρα οποιαδήποτε ενεργή ανάμειξη στην υπόθεση και λέγοντας ότι είχε ανακριθεί μόνο για να δώσει κάποιες πληροφορίες, οι οποίες όμως είχαν ανακρίβειες και κενά (βολική απώλεια μνήμης).
© Dieleghem Foundation
Το πράγμα, όμως, δε σταματάει εδώ. Ο Semyonov, ο οποίος τώρα δουλεύει ως σύμβουλος τέχνης και νομική σύμβουλος, συνάντησε το όνομα του Toporovsky το 2013, όταν τον προσέγγισε ένας καλλιτέχνης που ισχυριζόταν ότι είχε πουλήσει περίπου 50 πίνακες «στο στυλ των καλλιτεχνών της Ρωσικής Πρωτοπορίας», για 1.500 ευρώ τον καθένα, στον Toporovsky και ένα Ρώσο έμπορο τέχνης με γκαλερί στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη. Όταν ο έμπορος αρνήθηκε να του δώσει τα χρήματα που του είχε υποσχεθεί, ο καλλιτέχνης πήγε στην αστυνομία, μαζί με φωτογραφίες των έργων. Ο Semyonov λέει ότι υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ εκείνων των έργων και αυτών στη Γάνδη.
Επιπλέον, ο Toporovsky έχει ιστορικό σε τέτοιες υποθέσεις. Το 2009 είχε δανείσει αρκετά έργα για την έκθεση Alexandra Exter and Friends που έγινε στην Τουρ της Γαλλίας. Και εκεί, η έκθεση κατέβηκε από την αστυνομία, στην οποία είχαν γίνει καταγγελίες ότι κάποια έργα ήταν πιθανότατα πλαστά. Τότε, βέβαια, το δικαστήριο είχε απαλλάξει τον Toporovsky και του είχαν επιστραφεί το έργο του.
Το Ίδρυμα Dieleghem, από το οποίο προέρχονται επίσημα τα έργα της έκθεσης στη Γάνδη, εμφανίζεται στα βελγικά επίσημα αρχεία μόλις πέρυσι, οπότε το ίδρυσαν οι Ρώσοι, δίνοντάς του το όνομα του Chateau de Dieleghem, το οποίο βρίσκεται στην ιδιοκτησία τους και σχεδιάζουν να μετατρέψουν σε μουσείο έως το 2020, για να στεγάσουν τη συλλογή τους. Η συλλογή αποτελείται από περίπου 500 έργα και στόχος του ιδρύματος είναι, όπως λένε, η «προώθηση έργων και καλλιτεχνών ευρωπαϊκής τέχνης της περιόδου 1850-1930 και του Ρωσικού Μοντερνισμού της περιόδου 1900-30». ΤΟ ίδρυμα λέει, όμως, και ότι έχει το δικαίωμα να πουλήσει «οποιοδήποτε αντικείμενο δεν ταιριάζει στη συλλογή του, όπως αυτή ορίστηκε από τον ιδρυτή της»...
Ο Toporovsky λέει ότι αποφάσισε να εκθέσει ορισμένα έργα στο συγκεκριμένο μουσείο «για να μη χάσει χρόνο», αφότου προσέγγισε άλλα μουσεία του Βελγίου (βλ. La Boverie στη Λιέγη και τα Musee d'Ixelles και Bozar στις Βρυξέλλες), αλλά και το Φλαμανδό Υπουργό Πολιτισμού, Sven Gatz, πριν καταλήξει στη Γάνδη, καθώς το μουσείο της Αμβέρσας είναι ακόμη υπό ανακαίνιση. Λέει, επίσης, ότι τα έργα τα επέλεξαν μαζί με τη διευθύντρια του MSK, Catherine de Zegher -η Zegher, όμως, δεν ειδικεύεται στο Ρωσικό Μοντερνισμό, παρόλο που υπήρξε επιμελήτρια της Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης της Μόσχας το 2013.
Η περίεργη ιστορία με τον κατασκευασμένο κατάλογο
Το ζεύγος Toporovsky έχει δώσει ως προέλευση για το μη χρονολογημένο έργο Ευαγγελιστές της Goncharova που παρουσιάζεται στη Γάνδη μία έκθεση με τίτλο Beautiful Image που είχε γίνει στο Kharkov Art Museum/Kharkov Collectors' Club το 1992. Έχει παράσχει μάλιστα και ένα φθαρμένο κατάλογο εκείνης της έκθεσης ως αποδεικτικό στοιχείο. Έλα σου, όμως, που η Valentina Myzgina, διευθύντρια του μουσείου από το 1993, η οποία είναι υπάλληλος στο μουσείο από το 1970, είπε στην Art Newspaper ότι η έκθεση αυτή δεν έγινε ποτέ και ότι ο κατάλογος είναι ένας αλλοιωμένος κατάλογος μιας έκθεσης που όντως έγινε το 1998..!
Σύμφωνα με τη διευθύντρια του μουσείου, έχουν αλλάξει το εξώφυλλο και τη χρονολογία από 1998 σε 1992. Επιπλέον, ούτε το έργο της Goncharova ούτε το έργο της Rozanova που εμφανίζεται στην πλαϊνή σελίδα είχαν συμπεριληφθεί σε εκείνη την έκθεση. Όταν ερωτήθηκε σχετικά η Olga Toporovskaya από την Art Newspaper, είπε: «Έχουν περάσει 27 χρόνια από το 1991-1993. Νομίζω ότι και η διευθύντρια (του μουσείου) έχει αλλάξει.»
© Dieleghem Foundation
Και το ιστορικό από ανεξακρίβωτα στοιχεία και ανυπόστατες δηλώσεις συνεχίζεται: Η ακαδημαϊκός Magdalena Dabrowska, η οποία, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Toporovsky θα εμπλακεί σε μια έκθεση για τον πνευματισμό στο Ρωσικό Μοντερνισμό στο Ίδρυμα Dieleghem, το αρνείται, λέγοντας ότι, ως ειδικός στην περίοδο, άρχισε να αναρωτιέται από πού προήλθαν τόσα έργα που δεν είχε δει ποτέ ούτε σε έκθεση ούτε σε κάποια σχετική έκδοση. Άδειες εξαγωγής των έργων από τη Ρωσία προς τις Βρυξέλλες ή, έστω, από τη Λετονία όπου ισχυρίζεται ότι τα είχε αποθηκεύσει δεν υπάρχουν.
Άλλο ένα στοιχείο στην ιστορία της συλλογής του ιδρύματος που αμφισβητείται είναι οι φερόμενοι δεσμοί της Olga Toporovskaya με τον Antoine Pevsner και τον αδερφό του Naum, το γνωστό καλλιτέχνη της Ρωσικής Πρωτοπορίας Naum Gabo. Υποτίθεται ότι ο προπάππους της Toporovskaya ήταν ξάδερφος ενός αδερφού τους και από εκείνον αγόρασε έργα της πρωτοπορίας που είχαν οι Antoine και Naum, όταν εκείνοι έφυγαν από τη Μόσχα το 1922/23. Όμως, η κόρη του Naum Gabo, Nina, είπε στην Art Newspaper ότι απ'' όσο είναι σε θέση να γνωρίζει, ο πατέρας της δεν άφησε κάποια συλλογή Ρωσικής Πρωτοπορίας στη Μόσχα.
Η Toporovskaya ενέπλεξε το όνομα και του Γεωργίου Κωστάκη, τον οποίο υποτίθεται ότι είχε γνωρίσει ο πατέρας της στη Μόσχα το 1952. Αργότερα, όταν ήταν στο συμβούλιο της Διεθνούς Φιλοτελιστικής Επιτροπής, λέει ότι αντάλλαξε με τον Κωστάκη σχέδια από τη συλλογή του Antoine Pevsner για γραμματόσημα από τον Κωστάκη -κάτι που η Αλίκη Κωστάκη, κόρη του συλλέκτη, λέει ότι δεν έχει ακούσει ποτέ, όπως δεν έχει ακούσει ποτέ ούτε το όνομα της Olga Toporovskaya. Η Ρωσίδα είπε στην Art Newspaper ότι το ότι οι κόρες τους δεν την γνωρίζουν, δεν αποδεικνύει ότι ο πατέρας της δε γνώριζε τον Gabo και τον Κωστάκη ή ότι δεν είχε συναλλαγές μαζί του.
Μετά από αυτά και πολλά άλλα που αποκαλύφθηκαν στο 3.000 λέξεων ρεπορτάζ, προχθές, τη μέρα της κυκλοφορίας του τεύχους Φεβρουαρίου της Art Newspaper, ο Φλαμανδός Υπουργός Πολιτισμού, αφότου το διάβασε, διέταξε να κατέβουν και τα 24 έργα Ρωσικής Πρωτοπορίας που δανείστηκαν στο Museum voor Schone Kunsten από το Ίδρυμα Dieleghem.
Πηγή: The Art Newspaper