Ουρανός και Ποσειδώνας: Δύο γιγάντιοι πλανήτες με παρόμοιο χρώμα (vid)
Shutterstock
Shutterstock

Ουρανός και Ποσειδώνας: Δύο γιγάντιοι πλανήτες με παρόμοιο χρώμα (vid)

Ο Ουρανός και ο Ποσειδώνας είναι οι παγωμένοι γιγάντιοι πλανήτες του ηλιακού συστήματος και έχουν πολλές ομοιότητες. Μια σημαντική διαφορά με μια ματιά ήταν πάντα το χρώμα τους, σίγουρα και οι δύο βρίσκονταν στο μπλε φάσμα, αλλά ο γαλαζοπράσινος Ουρανός ήταν εντυπωσιακά πιο ανοιχτόχρωμος από τον Ποσειδώνα. Αποδεικνύεται ότι αυτή η αντίθεση οφειλόταν στην επεξεργασία της εικόνας. Με γυμνό μάτι, δεν θα φαίνονταν τόσο διαφορετικοί.

Οι ερευνητές επεξεργάστηκαν εκ νέου τις εικόνες του Voyager, ώστε να ταιριάζουν με αυτό που θα έβλεπαν τα μάτια μας. Οι κάμερες δεν λειτουργούν όπως τα μάτια μας. Τα συστήματα απεικόνισης στα τηλεσκόπια και τα διαστημόπλοια διαθέτουν φίλτρα, και αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αναδείξουν ορισμένα χαρακτηριστικά περισσότερο από άλλα.

Το Voyager 2, το μοναδικό διαστημικό σκάφος που πέρασε ποτέ από αυτούς τους δύο πλανήτες, τράβηξε μονόχρωμες εικόνες, οι οποίες αργότερα επεξεργάστηκαν εκ νέου σε αυτό που βλέπουμε τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι επιστήμονες γνώριζαν ότι οι επεξεργασμένες εικόνες του Ουρανού και του Ποσειδώνα δεν ήταν τα πραγματικά τους χρώματα. Οι εικόνες του Hubble των δύο πλανητών (που επίσης δεν είναι αληθινά χρώματα) τους δείχνουν πολύ πιο κοντά στην απόχρωση από τις λήψεις του Voyager 2. Αλλά η δημιουργία μιας εικόνας πραγματικών χρωμάτων δεν είναι μια προφανής άσκηση.

«Αν και οι γνωστές εικόνες του Ουρανού από το Voyager 2 δημοσιεύτηκαν σε μορφή που πλησιάζει περισσότερο στο "αληθινό" χρώμα, εκείνες του Ποσειδώνα ήταν, στην πραγματικότητα βελτιωμένες. Επομένως, έγιναν τεχνητά πολύ μπλε. Παρ' όλο που το τεχνητά κορεσμένο χρώμα ήταν γνωστό εκείνη την εποχή μεταξύ των πλανητικών επιστημόνων -και οι εικόνες δημοσιεύθηκαν με λεζάντες που το εξηγούσαν- η διάκριση αυτή είχε χαθεί με την πάροδο του χρόνου», ανέφερε σε δήλωσή του ο επικεφαλής συγγραφέας καθηγητής Πάτρικ Ίργουιν, από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

«Εφαρμόζοντας το μοντέλο μας στα αρχικά δεδομένα, καταφέραμε να ανασυνθέσουμε την πιο ακριβή αναπαράσταση του χρώματος τόσο του Ποσειδώνα όσο και του Ουρανού».

Χάρη στις παρατηρήσεις του Hubble και του Multi Unit Spectroscopic Explorer (MUSE) στο Πολύ Μεγάλο Τηλεσκόπιο του Ευρωπαϊκού Νοτίου Παρατηρητηρίου, κατάφεραν να φτάσουν στα πραγματικά χρώματα. Τα όργανα συνέλεξαν το φάσμα του φωτός του πλανήτη και το χρησιμοποίησαν για να κάνουν τις εικόνες του Voyager πιο πιστές στη δική μας συσκευή όρασης.

Ο Ποσειδώνας είναι λίγο πιο γαλανός από τον Ουρανό λόγω της λεπτότερης ομίχλης. Τα χρώματα του Ουρανού, εν τω μεταξύ, αλλάζουν από πιο πράσινα σε πιο μπλε κατά τη διάρκεια των ιδιόμορφων εποχών του. Ο πλανήτης περιστρέφεται περίπου στο πλάι μετά από μια μεγάλη σύγκρουση, οπότε οι εποχές του περνούν από τον ένα πόλο που βλέπει στον Ήλιο, στις περιοχές του ισημερινού, στον άλλο πόλο. Στα ηλιοστάσια, όταν ο Ήλιος βρίσκεται πάνω από τον ένα ή τον άλλο πόλο, ο πλανήτης είναι λίγο πιο πράσινος.

Η ομάδα πιθανολογεί, ότι μια ομίχλη από σωματίδια πάγου μεθανίου και η έλλειψη μεθανίου στον πόλο θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη διαφορά στα χρώματα. Δεκαετίες παρατηρήσεων δείχνουν τις λεπτές μεταβολές καθώς ο πλανήτης κάνει το 84χρονο ταξίδι του γύρω από τον Ήλιο.

«Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που συνδυάζει ένα ποσοτικό μοντέλο με δεδομένα απεικόνισης για να εξηγήσει γιατί το χρώμα του Ουρανού αλλάζει κατά τη διάρκεια της τροχιάς του», πρόσθεσε ο καθηγητής Ίργουιν. 

«Με αυτόν τον τρόπο, αποδείξαμε ότι ο Ουρανός είναι πιο πράσινος κατά το ηλιοστάσιο λόγω του ότι οι πολικές περιοχές έχουν μειωμένη αφθονία μεθανίου αλλά και αυξημένο πάχος σωματιδίων πάγου μεθανίου που σκεδάζουν έντονα».

Η Αστρονόμος της Ένωσης Πανεπιστημίων για την Έρευνα στην Αστρονομία (AURA) Δρ Χάιντι Χάμελ, η οποία έχει περάσει δεκαετίες μελετώντας τον Ποσειδώνα και τον Ουρανό αλλά δεν συμμετείχε στη μελέτη, δήλωσε: «Η λανθασμένη αντίληψη του χρώματος του Ποσειδώνα, καθώς και οι ασυνήθιστες χρωματικές αλλαγές του Ουρανού, μας ταλαιπωρούν εδώ και δεκαετίες. Αυτή η ολοκληρωμένη μελέτη θα πρέπει επιτέλους να βάλει τέλος και στα δύο ζητήματα».

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο Monthly Notices of the Royal Astronomical Society.