Αλλάζει επίπεδο το Χρηματιστήριο Αθηνών
Shutterstock
Shutterstock

Αλλάζει επίπεδο το Χρηματιστήριο Αθηνών

Ο οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar τελικά δε μας απογοήτευσε. Παρά τους προβληματισμούς που είχαν ακουστεί τις τελευταίες εβδομάδες στην αγορά, προχώρησε στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του Ελληνικού Δημοσίου και είναι ο πρώτος από τους τέσσερις μεγάλους διεθνείς οίκους που κάνει αυτό το βήμα. Θυμίζουμε πως σε παρόμοια κίνηση είχαν προχωρήσει πριν λίγο καιρό ο γερμανικός οίκος Scope και ο ιαπωνικός R&I, οι οποίοι όμως δεν είναι αναγνωρισμένοι από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όπως οι τέσσερις μεγάλοι (Moody’s, S&P, Fitch, DBRS Morningstar).

Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις αναβαθμίσεις είναι πως αυτή της DBRS Morningstar λύνει τα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία θα μπορεί από εδώ και στο εξής να αγοράζει δανειακούς τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου χωρίς να πρέπει να κάνει χρήση ειδικών εξαιρέσεων όπως έγινε αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, ειδικά την περίοδο της πανδημίας. Παρά το γεγονός πως αυτή την περίοδο η ΕΚΤ δεν αγοράζει πλέον κρατικούς δανειακούς τίτλους των χωρών μελών της Ευρωζώνης, η εξέλιξη αυτή είναι σαφώς θετική και θα κάνει πιο φθηνό και συμφέροντα τον δανεισμό των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ. 

Εκτός από αυτό, υπάρχουν πολλά άλλα θετικά που φέρνει στην οικονομία της χώρας η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα, όπως έχουμε συζητήσει αρκετές φορές τους τελευταίους μήνες καθώς γινόταν όλο και πιο φανερό πως μέσα στο 2023 θα λάμβανε χώρα αυτή η εξέλιξη. Η αναβάθμιση της Ελλάδας σε investment grade είναι η σφραγίδα με την οποία επιβεβαιώνεται επίσημα και σε διεθνές επίπεδο πως η χώρα μας ξεπέρασε την πολύχρονη περιπέτειά της και μπορεί να αντιμετωπιστεί από τις διεθνείς αγορές όπως αντιμετωπίζονται όλες οι αξιόπιστες χώρες του κόσμου. Το στίγμα έφυγε πλέον από το μέτωπο της χώρας. Είναι αλήθεια βέβαια πως οι αγορές και οι διεθνείς επενδυτές εδώ και αρκετό καιρό είχαν πάψει να αντιμετωπίζουν την Ελλάδα σαν μία επικίνδυνη χώρα, πράγμα που πιστοποιείται από τις αποδόσεις των ελληνικών δανειακών τίτλων.

Τι θα αρχίσει να αλλάζει προς το καλύτερο; Λογικά θα δούμε πολύ σύντομα την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ελληνικών τραπεζών. Αυτό είναι βέβαιο πως θα χαμηλώσει το κόστος δανεισμού των τραπεζών από τις διεθνείς αγορές, κάτι που με τη σειρά του θα δώσει τη δυνατότητα στις τράπεζες να δανείσουν και αυτές τους πελάτες τους με καλύτερους όρους. Αυτό θα έχει θετική επίδραση στην οικονομία και μπορεί να ανακουφίσει επιχειρήσεις και πολίτες που έχουν δανειστεί ή ετοιμάζονται να δανειστούν.

Εκτός αυτού, η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα θα ωφελήσει και το ελληνικό δημόσιο να επιτύχει δανεισμό με καλύτερους όρους (δηλαδή πιο χαμηλά επιτόκια) όταν αποφασίσει να απευθυνθεί στις διεθνείς αγορές. Η διαφορά στα επιτόκια ίσως να μην είναι πολύ μεγάλη, δεδομένου πως οι διεθνείς επενδυτές έχουν προεξοφλήσει σε σημαντικό βαθμό τη συγκεκριμένη εξέλιξη, αλλά όταν δανείζεσαι κάποια δισεκατομμύρια ακόμα και μία μικρή επιτοκιακή διαφορά μεταφράζεται σε δεκάδες ή εκατομμύρια Ευρώ σε ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του δανεισμού. 

Πέρα από τη μείωση του κόστους δανεισμού από τις τράπεζες, το δημόσιο και τελικά τους δανειολήπτες, υπάρχουν και κάποια άλλα θετικά που θα φέρει η κίνηση της DBRS Morningstar. Αναφερόμαστε στο «πράσινο φως» για επενδύσεις σε ελληνικά ομόλογα (κρατικά ή ιδιωτικά) και ελληνικές μετοχές που δίνει στους διεθνείς θεσμικούς επενδυτές το ελληνικό investment grade. Για πολλούς θεσμικούς επενδυτές του εξωτερικού, στους οποίους περιλαμβάνονται και μεγάλα συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες, η απουσία επενδυτικής βαθμίδας σε μία χώρα αποτελεί ένα είδος απαγορευτικού για την επένδυση στα ομόλογα και τις μετοχές του κράτους και των επιχειρήσεων.

Η κίνηση της DBRS Morningstar είναι το πρώτο βήμα από την άρση αυτού του απαγορευτικού, πράγμα που σημαίνει πως θα μεγαλώσει αρκετά η δεξαμενή υποψήφιων αγοραστών για τα ελληνικά ομόλογα και τις ελληνικές μετοχές. Πολλοί από αυτούς ίσως περιμένουν την αναβάθμισή μας και από έναν από τους υπόλοιπους τρεις μεγάλους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, αλλά είναι σίγουρο πως από την Παρασκευή και μετά μας κοιτάζουν πολλοί περισσότεροι δυνητικοί αγοραστές ελληνικών κινητών αξιών.

Προφανώς, αυτό δε σημαίνει πως όλοι αυτοί θα τρέξουν να αγοράσουν ελληνικές μετοχές από σήμερα και μετά, καθώς πρόκειται για πολύ σοβαρούς επενδυτές οι οποίοι σίγουρα έχουν ήδη αρχίσει την προετοιμασία τους για την ένταξη των ελληνικών μετοχών στα χαρτοφυλάκιά τους. Οπωσδήποτε όμως αποτελεί ένα πολύ θετικό βήμα για το πέρασμα του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε ένα ανώτερο επίπεδο από ποιοτικής πλευράς. Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως αν οι νέοι αυτοί επενδυτές δουν τους επόμενους μήνες να συνεχίζονται η θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας και οι εξαιρετικές οικονομικές επιδόσεις των εταιρειών που είναι εισηγμένες στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, στο Χρηματιστήριο Αθηνών θα αυξηθεί η ζήτηση.

Αυτό δε θα είναι καλό μόνο για τις μετοχές των ήδη εισηγμένων εταιρειών. Θα βοηθήσει πολύ και στην ομαλή απορρόφηση της προσφοράς νέων μετοχών που αναμένεται να έρθει μέσω των αρχικών δημοσίων εγγραφών που λογικά θα ξεκινήσουν από το τέλος του Σεπτεμβρίου και θα συνεχιστούν τους επόμενους μήνες, με σημαντικότερη απ’ όλες αυτή του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών. Η αυξημένη ζήτηση από τους επενδυτές που θα έρθουν στο Χρηματιστήριο Αθηνών μετά την επιστροφή μας στην επενδυτική βαθμίδα πιθανότατα θα βοηθήσει και στη διαδικασία μείωσης ή μηδενισμού της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών.

Το γεγονός πως το Χρηματιστήριο Αθηνών αναβαθμίζεται επί της ουσίας καθώς θα μεγαλώσει η δεξαμενή δυνητικών αγοραστών για τις ελληνικές μετοχές και θα βελτιωθεί και η ποιότητα των επενδυτών είναι αδιαμφισβήτητο. Προσοχή όμως, αυτό δεν αποτελεί οπωσδήποτε εγγύηση για την άμεση σημαντική άνοδο της ζήτησης και τη συνεπακόλουθη άνοδο στις τιμές των μετοχών. Σίγουρα είναι ένα πολύ θετικό γεγονός αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μεγάλο μέρος των «νέων» επενδυτών κινείται με πολύ συγκροτημένο τρόπο και επενδύει με πολύ αυστηρά κριτήρια.

Οποιοδήποτε στραβοπάτημά μας δε θα περάσει καθόλου απαρατήρητο. Όταν λέμε στραβοπάτημα, αναφερόμαστε κυρίως σε χαλάρωση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών που αποτελούν τη βασική δέσμευση της χώρας μας, όχι μόνο προς τους πολίτες της αλλά και προς τις διεθνείς αγορές. Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κανείς δεν πρόκειται να αγοράσει ελληνικές μετοχές αν το διεθνές χρηματιστηριακό κλίμα είναι αρνητικό ή αν οι εξελίξεις των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας δεν είναι οι αναμενόμενες. Αυτό όμως δεν αναιρεί σε καμιά περίπτωση τη βασική συνέπεια της επιστροφής της χώρας μας στην επενδυτική βαθμίδα: το Χρηματιστήριο Αθηνών ανεβαίνει και αυτό κατά ένα σκαλί.